5ο

1.2K 64 6
                                    

« Πρόσεχε! » λέω και την πιάνω από τον αγκώνα του χεριού της.

Σκουντούφλησε καθώς ανέβαινε στο λεωφορείο.

« Εε.. Ευχαριστώ. » λέει ντροπαλά και προχωράει προς τα μέσα.

Κοιταχτήκαμε στα μάτια και ένιωσα μέσα μου κάτι να πετάει σπίθες.
Πρώτη φορά ένιωσα έτσι.

Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της έχουν αποτυπωθεί τόσο καλά στο μυαλό μου. Τα μικρά, σχεδόν σχιστά μάτια της με χρώμα καφέ σκούρο, η μικρή μύτη της, η οποία έχει ένα κρίκο μαύρο, και τα μεγάλα σαρκώδες χείλη της πάνω στο λευκό δέρμα της, έκαναν την τελειότητα.

Αλλά όχι, δεν ήταν μόνο αυτό...
Το σώμα της, παρόλο το μικρό ύψος της, που υπολογίζω γύρω στο ένα πενήντα πέντε, ήταν αδύνατο με όμορφες καμπύλες.

Όμως ούτε αυτό ήταν που με έκανε να νιώσω σπίθες...

Δεν ξέρω, δεν ξέρω πως να το περιγράψω. Έχει κάτι... Κάτι πιο έντονο από αυτό που μπορώ να διαχειριστώ.

Άραγε πως να βγαίνει στις φωτογραφίες; Στις δικές μου λήψεις;
Πως να αποτυπώνεται η θλίψη της;
Η χαρά της; Το χαμόγελο της; Ο αυθορμητισμός της;

Δεν μπορώ να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. Όσο την κοιτάζω τόσο πιο πολύ η καρδιά μου χτυπάει και ποθεί να την πλησιάσω. Να την γνωρίσω.

Με κοιτάζει.
Μου χαμογελάει ευγενικά και γυρίζει στο παράθυρο.
Ύστερα από λίγο με κοιτάζει πάλι.
Τώρα χαμογελάω εγώ και έχει ένα μικρό γελάκι στα χείλη της.

Κοιτάζει προς τα χέρια της και λίγα δευτερόλεπτα μετά σηκώνεται. Έρχεται προς τα εμένα.

Θεέ μου και αν μου μιλήσει;
Θα τα σκατωσω.
Θα μπερδέψω τα λόγια μου.

Αυτό ήταν, ήρθε δίπλα μου.
Με κοιτάζει.
Την κοιτάζω.

« Γεια σουυυ! » μου λέει και χαμογελάει.

Η καρδιά μου έχει φτάσει σε πολύ υψηλή πίεσηηηηη.

« Γειαα..» λέω προσπαθώντας να υψώσω την φωνή μου αλλά ακουγομαι περισσότερο σαν γατί που πεθαίνει.

« Πως σε λένε; » με ρωτάει κοιτάζοντας με.

« Εε... Άννα, εσένα; » απαντάω και η φωνή μου έρχεται σε ισορροπία.

« Έλενα, χάρηκα. » μου δίνει το χέρι της και ανταποδίδω. « Έχεις πολύ ωραία μάτια. » συνεχίζει να λέει και έρχεται πιο κοντά μου.

Φρικάρω και πάω ένα βήμα πίσω χωρίς να το θέλω και αμέσως κάνει το ίδιο.

« Εε.. που πας; » ρωτάω σταβοκαταπίνοντας.

« Στο κέντρο, Θησείο. Εσύ; »

« Αιγάλεω, στη σχολή μου. »

« Τι σπουδάζεις;!; » ρωτάει γεμάτη ενθουσιασμό.

« Φωτογραφία... »

« Έλα ρεε! Γαμάτο. »

« Εσύ με τι ασχολείσαι; »

« Εγώ.. άστα. » λέει καθώς χαμογελάει προσπαθώντας να κρύψει την στεναχώρια της και κοιτάζει αλλού.

« Μένεις εδώ στα Εξάρχεια; »

« Ναι, εσύ; »

« Και εγώ μένω με την κολλητή μου. »

« Γαμάτα! Θα εμένα και εγώ με κάτι φίλους αλλά τελικά δεν έτυχε. »

« Δεν πειράζει... Παίρνεις συχνά το λεωφορείο; »

« Ναι, σχεδόν κάθε μέρα πάω στο κέντρο. »

« Δεν θυμάμαι να σε έχω ξανά δει. »

« Ναι γιατί συνήθως πάω κατά τις δώδεκα. Τώρα είναι πολύ νωρίς. Κοιμάμαι όρθια μη νομίζεις. »

Χαμογελάω και την κοιτάζω στα μάτια.

« Τα μάτια σου είναι πρασινα; » με ρωτάει.

« Είναι περίεργο αλλά να σου εξηγήσω. Λοιπόν, έχει βάση πράσινο προς σκούρο. Μετά, στο κέντρο βλέπεις το καφέ; Όσο προχωράει γίνεται πορτοκάλι και μετά κίτρινο. Το γύρω γύρω είναι γκρι σκούρο και κάτι πολύ μικρά τετραγωνάκια είναι σαν μπλε. Άρα από όλα. Απλά φαίνονται μόνο σε φωτογραφία όλες αυτές οι λεπτομέρειες. »

« Καταπληκτικό... Σαν γαλαξίας. »

« Ναι... Θα μπορούσε. »

« Έχεις Facebook ή Instagram; »

« Ναι, έχω. » της δίνω το όνομα μου και θα με ακολουθήσει λογικά.

« Να κανονίσουμε να πάμε για κάνα καφέ! »

« Εε.. ναι, όποτε θέλεις. » λέω και πιθανότατα να έχει κοκκινήσει όλη μου η φάτσα. « Εγώ κατεβαίνω εδώ... Θα τα πούμε. Καλημέρα. » λέω και κατεβαίνω από το λεωφορείο.

Αφού προχωράω για λίγο, δεν βλέπω μπροστά μου και πέφτω σε μια κολώνα. Το μόνο που κάνω είναι να γελάω σα χαζό και συνεχίζω κανονικά να πηγαίνω προς τη σχολή.

« Να πάμε για καφέ μια μέρα. »

Μαύρη ΠεταλούδαWhere stories live. Discover now