Η αμυγδαλιά

59 3 0
                                    


Είχα μια ανθισμένη αμυγδαλιά

στον κήπο μου, πλάι σ΄ένα θάμνο

κι όσο όμορφα ήταν τα λουλούδια τα λευκά

τόσο άσχημα ήταν τα αγκαθωτά κλαδιά του




Είχα στο σπίτι μου πλάι στην φωτιά

ένα χελιδόνι φυλαγμένο σ΄ένα βάζο

κι όσο όμορφα ήταν τα μαύρα του φτερά

τόσο δεν άντεχα να βλέπω τα πικρά τα δάκρυα του



Είχα στο σπίτι μου σ΄ένα δωμάτιο μυστικό

ένα μαχαίρι τυλιγμένο σε λευκό σεντόνι

κι όσο ακονίζω το μαχαίρι και γίνεται πιο κοφτερό

τόσο το λευκό σεντόνι αλύπητα ματώνει



Περνάνε οι μέρες⋅ γίνονται άντρες τα παιδιά

Την θάλασσα ατενίζω⋅ αντικρύζω θεριά


Νιώθω την ανάσα στον λαιμό μου

σαν μου ψιθυρίζουν τα βουνά⋅

και ανατριχιάζω

ένα ρίγος με διαπερνά



Είχα μια ανθισμένη αμυγδαλιά

στον κήπο μου πλάι σ΄ένα θάμνο

κι όσο όμορφα ήταν τα λουλούδια τα λευκά

τόσο άσχημα ήταν τα αγκαθωτά κλαδιά του



Είχα για φάρο στην στέγη μου έναν αετό

που μου κρατούσε και συντροφιά κάθε βράδυ

μιλούσαμε σαν άπλωνε τα μεγάλα του φτερά

κεντημένα με κάθε λογής διαμάντι


Περνάνε οι μέρες⋅ γίνονται άντρες τα παιδιά

Την θάλασσα ατενίζω⋅ αντικρύζω θεριά


Περνάνε τα χρόνια⋅ τα μωρά γίνονται γυναίκες

- οι γυναίκες πλέον κρατάνε μωρά -

την ανάσα τους νιώθω στον λαιμό μου να μου ψιθυρίζουν

λόγια ερωτικά,

οι εραστές μου τα βουνά

Λόγια Μιας Μπερδεμένης ΨυχήςWhere stories live. Discover now