💵13💵

28 2 2
                                    

Νικηφόρος POV

Άκουσα τον ήχο του κινητού μου και το έβγαλα. Ήταν το νοσοκομείο. Σήκωσα το κεφάλι μου και τους κοίταξα.
"Συγγνώμη... Πρέπει να το σηκώσω" είπα και απομακρύνθηκα.
"Παρακαλω" είπα και περίμενα να ακούσω.
"Καλησπέρα, καλώ από το νοσοκομείο"
"Ξέρω από πού καλεις έχω μια δουλίτσα όμως λέγε τι θες" είπα και την άκουσα να στραβοκαταπινει
"Σας ζήτησε.. κύριε... Και εεεε κάποιος πρέπει να την παραλάβει" είπε και έκλεισα τα μάτια μου. Ένα χαμόγελο ήθελε να σχηματιστεί στα  χείλη μου. 
"Ετοιμάστε την" είπα και έκλεισα το τηλέφωνο.

(•••)

Μπηκα μέσα και έκαναν να με πλησιάσουν οι σεκιούριτι αλλά η νοσοκόμα τους σταμάτησε.
"Είναι μαζί μου" είπε και την ακολούθησα. Πήγαμε στο δωμάτιο της και την κοίταξα. 
"Μπορώ;" Είχε κλειστά τα μάτια της και τα βλέφαρα της έτρεμαν κάτι που πρόδιδε οτι είναι ξυπνια. Φοβόταν να τα ανοίξει και δεν είμαι καν σίγουρος αν ξεχώρισε την φώνη μου στο κεφάλι της.
"Γρηγορα" είπε και έφυγε. Την πλησίασα και έπιασα το χεράκι της. Ένιωσα το σώμα της να τρέμει από το άγγιγμα μου αλλά δεν απομακρύνθηκα.
"Σσσσσς εγώ είμαι μικρή. Μην φοβάσαι" είπα ήρεμα και την ένιωσα να χαλαρώνει ελάχιστα. Είχε αμφιβολία. Είχε αμφιβολία για εμένα και αυτό με σκότωνε. Κατι μέσα μου καιγόταν και γινόταν σταχτη κια όπως ο φοίνικας ξαναζωντάνευε αλλα καιγόταν πάλι μολις ένιωθα το φόβο και την αμφιβολία της.
"Ν-Ν-Νικηφορε πάρε με...πάρε με από εδώ σε παρακαλώ" είπε και άνοιξε τα ματάκια της τα οποία ήταν κόκκινα και ερεθισμένα από το κλάμα.
"Ηρέμησε μικρή σε παρακαλώ. Θα πάω να κάνω τα χαρτιά σου και θα σε πάρω"
"Όχι... Μην φύγεις από εδώ μέσα... Μπορεί να επιστρέψει... " Είπε και εκείνη την ώρα άνοιξε η πόρτα και η νοσοκόμα μπήκε μέσα.
"Υπογράψτε αυτό και μπορεί να φύγει. Γρήγορα όμως... Δεν ξέρω πόση ώρα ακόμη θα τον εξετάζουν"είπε η νοσοκόμα και υπέγραψα το χαρτί. Την βοήθησα να σηκωθεί και την πήρα στα χέρια μου σα μωρό.  Έτρεμε αλλά έπρεπε να πάμε έτσι. Το καροτσάκι θα μας καθυστερούσε και δεν είχαμε χρόνο για χάσιμο. Βγήκαμε από το νοσοκομείο και την έβαλα στο αμάξι. Της φόρεσα ζώνη και μπήκα μέσα στη θέση μου.
"Ηρέμησε... Όλα θα πάνε καλά από εδώ και πέρα" είπα και έβαλα μπρος. Οδηγούσα ήρεμα.
"Που... Που θα με πας;" Είπε και την κοίταξα.
"Σπιτι μου" ειπα και πατησα γκαζι

(•••)

Σταματησα το αμαξι και πηρα μια βαθια ανασα. Γυρισα να την κοιταξω και ηταν κουλουριασμενη στο καθισμα και εκλαιγε. Κατεβηκα και πηγα απο την πλευρα της. Ανοιξα την πορτα και εσκυψα στο υψος της.

Which one...Dove le storie prendono vita. Scoprilo ora