15

33 1 3
                                    

2 μήνες μετά

Κοίταξα την πόρτα του σπιτιού μου και πήρα μια βαθιά ανάσα. Ξέρω πως μου είπε να τον περιμένω  αλλά πρέπει να μπω μέσα μόνη μου. Πρέπει να αντιμετωπίσω αυτό το φόβο τουλάχιστον. Έβαλα τα κλειδιά στην πόρτα και άνοιξα. Πήρα μια βαθιά ανάσα και μπήκα μεσα.
"Γεια σου μικρή" Η φωνή του. Ο τραχύς ηχος της. Ειναι  εδω. Ειμαστε στον ιδιο χωρο. Δεν έστρεψα το βλέμμα μου να τον ψαξω. Έκανα να βγω αλλά η πόρτα πίσω μου έκλεισε απότομα. Το σωμα μου τρανταχτηκε απο τον ηχο της. Εμεινα ακινητη στη θεση μου και ακουσα τα βηματα του να με πλησιαζουν. Πώς διάολο μπήκε εδώ μέσα; Πόσο καιρό είναι εδώ μέσα;
"Σ.... Σταμάτη;"
"Εγώ είμαι μικρή μου"
"Τι... Τι θες;"
"Nα εισπράξω αυτο που μου χρωστας" είπε και έκλεισα τα μάτια μου. Με πλησιασε και με γύρισε έτσι ώστε να τον κοιτάω. Το πρόσωπο του... τα άγρια χαρακτηριστικά του..  με κοιτούσε με τον ίδιο θυμό που είχε εκείνο το βράδυ. Τα μάτια του είχαν εκείνο το σκούρο χρώμα. Δεν σκεφτόταν καθαρά πάλι... Το χερι του αφησε το μπρατσο μου και ξεκινησα να κανω βηματα πισω. Το σωμα μου κολλησε στον τοιχο . Ένιωσα το χέρι του στον ώμο μου. Κατέβασε την τιραντα μου και άφησε ένα φιλί εκεί.

"Σταμάτη... Σε παρακαλώ" 
"Σσσσσς" είπε και έβαλε το κεφάλι του στο λαιμό μου. Ξεκίνησαν δάκρυα να κυλούν στα μάτια μου και τα κρατούσα κλειστά. Ενιωθα τα χείλη του να με ακουμπάνε, να ρουφανε την επιδερμιδα μου με μανια. Ήξερα ότι θα συμβεί ξανά. Το ένιωθα. Ένιωθα την κάψα στο στομαχι, τον πόνο που  ενιωσα τότε. Προσπάθησα να το σπρώξω, να τον απομακρυνω απο πανω μου. Δεν μπορουσα να το αφήσω να συμβεί ξανά...όχι ξανα
"Άσε με σε παρακαλώ" ειπα μεσα απο τα δακρυα μου. Αρχισε να ακούγεται ένας δυνατός ήχος. Κάποιος βαρουσε την πόρτα ώστε να πέσει. Ο Νικηφόρος. Εσφιξα τα ματια μου οταν ενιωσα τα χερια του να σφιγγουν το σωμα μου. 
"ΤΟΝ ΦΩΝΑΞΕΣ;" Ρώτησε φωνάζοντας και με κοίταξε. Ένα άγχος είχε κυριεύσει τα μάτια του. Δεν απάντησα απλά κοιτούσα τα μάτια του ενώ τα δικά μου είχα αρχίσει να θολώνουν. Πεταξε το σωμα μου στο πατωμα. Μαζεψα τα ποδια μου και κουλουριάστηκα σε μια γωνιά. Κοιτουσα τρομοκρατημένη και αυτόν και την πόρτα. Ο ήχος της πόρτας που χτυπούσε, η φιγούρα του κοντά μου. Η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα. Ήθελα να ανοίξει η πόρτα και να μπει μέσα. 
Τον ακουσα να γελαει. 

"Σε ρωτησα κατι" ειπε και με πλησιασε. Τα χέρια του ήταν σφιγμένες γροθιές και ήξερα ότι αν δεν απαντούσα θα τις έτρωγα κανονικά.
"Οχι" ειπα και γελασε. Πλησίασε το παράθυρο μου που ηταν ανοιχτο. Έτσι μπήκε; Με κοίταξε με το αλαζονικό του ύφος και εβγαλε ενα ποδι εξω

Which one...Where stories live. Discover now