Το μπουμπούκι ανθίζει (μέρος α΄)

48 6 11
                                    

Λίγο κράτησε η τρυφερότητα της Ολυμπιάδας προς την κόρη της, ώσπου να την απογαλακτίσει, αφού μετά αφοσιώθηκε με πάθος στον μονογενή της, χωρίς ωστόσο να την παραμελεί και εντελώς, μα η μικρούλα Κλεοπάτρα το ένιωθε πως ερχόταν δεύτερη στην καρδιά της μάνας τους, και για να αναπληρώσει τη στοργή που της έλειπε γαντζωνόταν πάνω στην παραμάνα της, την κυρά Θετίμα• ωστόσο, σύντομα επρόκειτο να αποκτήσει μια αδελφούλα, διότι, στο μεταξύ, ο Φίλιππος είχε πάρει και πέμπτη γυναίκα, την πεντάμορφη Νικησίπολη, ανιψιά του τυράννου των Φερών Ιάσονα, θέλοντας να επισφραγίσει την πρόσδεση της θεσσαλικής πόλης στο άρμα της εξουσίας του. Ζήλεψε η βασίλισσα στην αρχή όταν έμαθε για την καινούρια νύφη, θεώρησε ότι με φίλτρα μαγικά ξετρέλανε τον άνδρα της, σαν πώς άκουγε να ψουψουρίζουν στο παλάτι, όμως σαν την είδε από κοντά, η γνώμη της άλλαξε, «να πάνε να χαθούν οι διαβολές, τα μαγικά σου φίλτρα τα 'χεις μέσα σου» της είπε εγκάρδια, μα όχι ίσως και χωρίς συμφέρον, θα 'θελε να τα 'χει καλά μαζί της και να μη νιώθει ότι απειλείται η φιλόδοξη και αγέρωχη Ηπειρώτισσα, αφού μόνο η Νικησίπολις μπορούσε πλέον να την ανταγωνιστεί, η Φίλιννα η Λαρισαία δεν αποτελούσε για κείνη κίνδυνο και το είχε βάλει στόχο να μην αποτελέσει ούτε ο γόνος της, ο Φίλιππος ο νεώτερος ο Αριδαίος, αντίπαλο του δικού της παιδιού στον θρόνο• παντρεύτηκε λοιπόν η νεαρή Φεραία τον Μακεδόνα βασιλιά και γρήγορα έμεινε έγκυος, γεννώντας – προς ανακούφιση της Ολυμπιάδας – ένα κοριτσάκι, το οποίο ο πατέρας του ονόμασε Θεσσαλονίκη, όμως δεν πρόλαβε να χαρεί την κόρη της, γιατί σε είκοσι μέρες μετά τη γέννα πέθανε, τυραννισμένη από επιλόχειο πυρετό, και έτσι η μικρή Θεσσαλονίκη από τα σπάργανά της την Ολυμπιάδα γνώρισε για μάνα και λάτρεψε την κατά δυο χρόνια μεγαλύτερή της Κλεοπάτρα, μεγάλωναν κι οι δυο κάτω απ' τις φτερούγες της Θετίμας και θαύμαζαν το τσαγανό της κανακάρας του κοινού πατέρα τους, της Κυνάνης, του αγοροκόριτσου που φορούσε πάντα κοντούς χιτώνες, ίππευε σαν αίλουρος και προτιμούσε να παίζει με σπαθιά και με ασπίδες...

Σαν ήτανε τεσσάρων η Κλεοπάτρα, περιήλθε στην επικυριαρχία του πατέρα της το βασίλειο της Ορεστίδας της Άνω Μακεδονίας, μαζί με άλλα γειτονικά, και με την παρέμβαση της Ολυμπιάδας που συμπαθούσε τον ηγεμονικό της οίκο (είχαν άλλωστε αποσκιρτήσει λίγα χρόνια πριν οι Ορέστες και ενώθηκαν με το βασίλειο των Μολοσσών) ο Φίλιππος τίμησε τον τελευταίο ηγεμόνα της τον Ορόντη, που πλέον υποβιβάστηκε σε απλό ευγενή, με το να τον καλέσει να μετοικήσει στην Πέλλα μαζί με όλη του την οικογένεια, ώστε οι δύο γιοι του, ο δεκαπεντάχρονος τότε πρωτότοκος Περδίκκας και ο δευτερότοκος Αλκέτας, να ανατραφούν ως βασιλικοί παίδες στην αυλή του• δέχτηκε λοιπόν ο άρχοντας την πρόταση, το αντίδωρο αυτό στην έκπτωση από το αξίωμά του, εξάλλου η γυναίκα του η αρχόντισσα Βερενίκη ήταν αδελφή της Θετίμας, και έτσι εγκαταστάθηκαν στην πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου, χαίροντας της προστασίας της δέσποινάς τους, κι επειδή η παραμάνα συχνά – πυκνά επισκεπτόταν τον γαμπρό και την αδελφή της, παίρνοντας αντάμα της και την κηδεμονευομένη της, κι είχαν κι ο Ορόντης με τη Βερενίκη μια υστερότοκη παιδούλα, την Αταλάντη, που ήταν μόλις ένα χρόνο μεγαλύτερη από την πριγκιποπούλα και γύρευε συντροφιά, σταδιακά μια όμορφη, αγνή και δυνατή φιλία αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο κοριτσιών, καθώς έπαιζαν με τις πλαγγόνες τους, μα και τα δυο αγόρια συμπάθησαν με τον καιρό τη φίλη της αδελφούλας τους, ειδικά ο Περδίκκας...

Κλεοπάτρα η ΜακεδόνισσαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα