Η έβδομη σύζυγος (α΄ μέρος)

42 4 13
                                    

Τις επόμενες μέρες, ο Αλέξανδρος και οι σύντροφοί του που είχαν πολεμήσει στη Χαιρώνεια μετέβησαν στα θερμά λουτρά της Αλμωπίας*, για να ξεκουράσουν τα σώματά τους από τη φοβερή καταπόνηση. Βούλιαζαν όλοι τους με τις ώρες στις γούβες με το ευεργετικό ζεστό νερό, που μαύλιζε τα κορμιά και χαύνωνε τη σκέψη, ο Περδίκκας όμως ένιωθε να μην έχει ανάγκη τίποτα από αυτά, μήτε τα λουτρά μήτε τις ηδονικές περιποιήσεις της Χαριτούς που έσπευσε να του τις προσφέρει απλόχερα από την πρώτη νύχτα που έγειρε στον οίκο του πατέρα του, έκλεινε τα μάτια του μες στη θαλπωρή του υγρού στοιχείου και ξανάφερνε στον νου του το πρώτο τους κρυφό ερωτικό αγκάλιασμα με την Κλεοπάτρα, αυτό τον είχε αναπαύσει πιο πολύ απ' όλα...

«Ε, Περδίκκα! Κοιμάσαι;» του φώναξε πειραχτικά ο Λυσίμαχος. «Ξύπνα, μέρα είναι ακόμα...»

«Ασ' τον να το απολαύσει, Λυσίμαχε, να χαλαρώσει... Θα έχει να εκτελέσει συζυγικά καθήκοντα οσονούπω» σχολίασε τώρα ο Πτολεμαίος, όλοι γέλασαν και ο Περδίκκας τσίνησε:

«Τι λες, Πτολεμαίε; Ποια συζυγικά καθήκοντα; Σας είπε κανείς ότι νυμφεύομαι;»

«Έτσι έμαθα, ότι ο κυρ - Ορόντης σχεδιάζει να σε νυμφεύσει με την ανιψιά του στρατηγού Άτταλου, την Κλεοπάτρα... Προχθές μόλις η μάνα μου η Αρσινόη κουβέντιαζε τη δική σου...»

«Αλήθεια λέει ο Πτολεμαίος, Περδίκκα;» ρώτησε και ο Σέλευκος. «Θα πάρεις την ανιψιά του Άτταλου; Να ετοιμαζόμαστε να σου ψάλουμε τον υμέναιο και να πιούμε στο γαμήλιο συμπόσιο;»

«Ότε και αν πρόκειται να νυμφευτώ, θα το μάθετε, Σέλευκε... Αφήστε με τώρα ήσυχο» τούς αποπήρε σκασμένος ο Περδίκκας και έγειρε πάλι πίσω, επιχειρώντας να σφαλίσει τα βλέφαρά του...

«Εγώ πάντως δε συμφωνώ με την επιλογή του πατέρα σου για σένα, φίλε μου Περδίκκα... Είναι ωραία η ανιψιά του Άτταλου στο σώμα, αλλά κακομαθημένη και ξιπασμένη, αν ήταν στο χέρι μου, θα έπειθα τον πατέρα μου να σου δώσει για σύζυγό σου την άλλη γνωστή μας Κλεοπάτρα, την αδελφή μου» παρενέβη αυθόρμητα ο Αλέξανδρος, και ο γιος του Ορόντη σάστισε χειρότερα από πριν στο όνομα της καλής του...

«Μα τους θεούς, ξάδελφέ μου Αλέξανδρε, αυτός, μόλις ανέφερες την Κλεοπάτρα, κοκκίνισε σαν κορίτσι και μαντεύω πως δε φταίει το ζεστό νερό!» έκανε πάλι ο Πτολεμαίος. «Τι συμβαίνει, εταίρε μας; Επιθύμησες την κόρη του Φιλίππου και της Ολυμπιάδας, και θαρρείς πως αυτή θα γύριζε ποτέ να σε κυττάξει;»

Κλεοπάτρα η ΜακεδόνισσαWhere stories live. Discover now