14. • ΜΑΡΚΟΣ •

2.5K 230 19
                                    

14.
«Θα σου εκανα μια αγκαλιά αλλά θα μας περάσουν για γκει και έχω και μια φήμη να διατηρήσω»




Τι έγινε μόλις τώρα;

«Έλα γλυκιά μου μην κλαις»της λέει η Σοφη.
«Έγινε κάτι;Τι έπαθε;»την ρωτάω.
«Δεν ξέρω.Μιλαγαμε και ξαφνικά σηκώθηκε και άρχιζε να με ρωτάει αν με χτυπάει και κάτι αλλά περίεργα.Δεν καταλάβαινα τι έλεγε»λέει.
«Για ποιο πράγμα μισούσατε»
«Για διαφορα.Για το όνομα μου,πως βγήκε,είπα ότι με κοροϊδεύαν τα παιδιά στο σχολειο,μετά ρώταγε για τον μπαμπά μου.Δεν καταλαβαίνω...»λεει.

Τρομαξε.
Δεν τον είχε ξαναδεί έτσι.
Λογικο.

«Έλα ηρέμησε...»λέω.
«Αν το ήξερα ότι θα γίνει αυτό δεν θα του έλεγα τίποτα.Εγω μάλλον φταίω.Κατι θα είπα και τον στεναχώρησα»λέει.
«Όχι Ηβη.Δεν φταις εσυ»λέω.

Γυρνάει η Σοφη να με δει.
«Ξέρεις γιατί έκανε έτσι;»με ρωτάει.
«Ναι.Και δεν φταις εσυ.Εχει να κάνει με την μαμά του.Νομιζω πρέπει να πάω να δω αν είναι καλά.Μην στεναχωριέσαι εσυ»λέω στην Ηβη και της χαϊδεύω το μάγουλο.

Είναι η καλή η Ηβη.
Κατευθείαν πήρε την ευθύνη πάνω της.

Τον βλέπω να κάθεται κάτω στην άμμο.
Καθομαι διπλα του και δεν λέω τίποτα.

Έτσι είναι ο Δημήτρης.
Θέλει λίγα λεπτά να ηρεμήσει.
Να καθαρίσει το μυαλό του και μετά μιλάει μόνος του.

Κατάλαβα τι έγινε.
Ο μπαμπάς της μαμάς του την χτυπαγε ότι ήταν μικρή.Ασχημα.Πολυ ασχημα.
Του ηρθαν όλα στο μυαλό μάλλον.Και νόμιζε ότι συμβαίνει το ίδιο στην Ηβη.

Και το θέμα δεν είναι αυτό.
Μετά από δέκα χρόνια έμαθε η μαμά του ότι δεν ήταν ο αληθινός την μπαμπάς.Ολα τα πέρασε από έναν ξένο.

«Τρομαξε ε;»λέει.

Ηρέμησε.

«Λίγο.Απλα δεν ξέρει τι έχει γίνει και νόμιζε ότι αυτή έφταιγε»
«Αλήθεια;»λέει.
«Ναι»

Βάζει τα χέρια του στο κεφάλι και τα ανακατεύει.Το κάνει συχνά.

«Εντάξει είσαι;»λέω.

Αναστενάζει.
«Όχι»λέει ειλικρινά.

Ξέρει ότι δεν μπορεί να μου κρυφτεί.
Το έχουμε περάσει πολλές φορές αυτό.

Γενικά ο Δημήτρης είμαι ήρεμος χαρακτήρας αλλά όταν νευριάζει γίνεται τρελός.Αν κάτι θυμηθεί τον πιάνει μια ψιλικαταθλιψη και κλείνετε στον εαυτό του.

Ειδικα στα γενέθλια του.

Γιατί στα γενέθλια του πέθανε η μαμά του.
Δεν τα περιμένε ποτέ πως και πως όπως όλοι.

Αλλά από την άλλη κανείς δεν πέρασε ότι αυτός.Αρα δεν ξέρουν.Δεν καταλαβαίνουν.

«Μου είπε ότι την κορόιδευαν στο σχολειο»λέει.
«Η Ηβη;»λέω και κουνάει το κεφάλι του.

«Και δεν ξέρω μου ήρθε στο μυαλό η μαμά μου.Αυτα που έγιναν στο σπιτι της πριν γνωρίζει τον μπαμπά μου.Οτι την κορόιδευαν στο σχολειο επειδή είχε υποτροφία.Ηρθαν όλα μαζί και δεν ξέρω»λέει.
«Εντάξει...εγώ ξέρω...»λέω και βάζω το χέρι μου στο ώμο του.

«Μιλά της.Δεν ξέρει για την ζωή σου.Τι έχει γίνει»λέω.
«Που να ξέρει»
«Δεν την χτυπάει όμως»λέω και γυρνάει να με δει.

«Σίγουρα;»με ρωτάει.
«Παιρνει κάθε μέρα τηλεφωνο.Κανενας μπαμπάς εμας δεν μας παιρνει τόσο συχνά.Εχουν τέσσερα παιδιά.Και από ότι ξέρω η μαμά της είναι πολύς καλός άνθρωπος.Αρα δεν νομίζω...»λέω.
«Και η μαμά μου ήταν καλή...»λέει.

Τώρα;
Τι να πω τώρα;

«Ήταν.Θυμασαι τι μας έλεγαν πάντα όταν ημασταν μικροί.Η μαμά σου είναι Άγγελος στον ουρανό»λέω.
«Θα προτιμούσα να ήταν άνθρωπος στην γη...»λέει.

Φυσικά και θα προτιμούσε.

Οι γονείς μπορεί να μην πρόλαβαν να την γνωρίσουν αλλά ο θείος Αλέξης,η Ροζιτα,η θεία Ελεάννα και ο θείος Βασίλης πάντα έλεγαν τα Καλυτερα.Παντα.

Μας έλεγαν ιστορίες.Τι καναν όταν ήταν στο σχολειο,πως περναγανε και εμείς με τον Δημήτρη καθόμασταν και απλά τους ακούγαμε.

Σηκώνομαι.
«Έλα πάμε»λέω.
«Πηγαινε.Θελω να κάτσω λίγο μόνος»λέει.

Το κάνει συχνά αυτό.
Μένει μόνος.

Τον κοιταω.
«Θα σου εκανα μια αγκαλιά αλλά θα μας περάσουν για γκει και έχω και μια φήμη να διατηρήσω»λέω για πλάκα.

Γελάει.
Κάτι είναι και αυτό.

Κατι Παραπάνω Από ΦίλοιΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα