52. • ΔΗΜΗΤΡΗΣ •

2.6K 235 28
                                    

Έχω ινσταγραμ!
Στο προφίλ μου θα το δείτε.
Εκει ανεβάζω και τους πρωταγωνιστες και νέα των βιβλίων μου.
Οποίος θέλει 💕

Σιγκινηθηκα λίγο γράφοντας αυτό το κεφάλαιο η αλήθεια είναι.
Ελπίζω να σας αρεσει.


52.
«Δεν έπρεπε να με γεννησεις...»


Έχω να έρθω από το Πάσχα εδώ.
Είναι περιεργο.
Κάθε φορά πονάει το ίδιο.

«Εντάξει είσαι;»λέει ο μπαμπάς μου διπλα μου.
«Ναι»λέω ψέμματα.

Πλησιάζω και φιλάω την εικόνα της και καθομαι κοντά.

«Γεια σου μανούλα μου...»λέω σιγά.

«Αγαπη μου»λέει ο μπαμπάς μου και την φιλάει και αυτός.

Το να με βλέπει με αυτήν την εικόνα,με τα ίδια μπλε μάτια που έχω και εγώ,και να χαμογελάει πονάει.Ξεροντας ότι μόνο ως εδώ μπορώ να την δω.Σε μια φωτογραφία.

«Τελείωσα την πρώτη χρόνια μαμά.Στο πανεπηστημιο»λέω και πλησιάσω και άλλο.
«Και μάντεψε;Δεν έμεινα σε κανένα μάθημα»λέω.

«Ξέρω ξέρω.Δεν πρέπει να σκέφτομαι έτσι αλλά ήταν δύσκολα.Εκανα και φίλους μαμά.Καλους φίλους.Γνωρισα δυο κοριτσια  και γίναμε μια παρέα με τον Μάρκο.Αμα τους γνώριζες θα τους λατρεύες ολους.Ειδικα την Ηβη...»λέω.

«Σου μοιάζει λίγο ξέρεις...»λέω και κοιταω την μπλούζα μου που είχε γίνει μούσκεμα από τα δάκρυα μου.

«Δημήτρη...»
«Καλά είμαι μπαμπά»λέω.

' ΖΩΗ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ'

Έτσι έλεγε πάνω.
Όχι Ιωάννου.
Γιατί ποτέ δεν ενοιωθε Ιωάννου.

«Το φαγητο δεν είναι σαν της Ροζιτας αλλά ποτε είναι;Τρωω καλά όμως.
Ο μπαμπάς από την άλλη τρώει ακόμα κεικ σοκολατας.Του λέω να προσέχει αλλά δεν με ακούει.Αν ήσουν εδώ θα....»

Δεν μπορούσα να συνεχίσω.
Τα λόγια έβγαιναν με δυσκολία.

Σκουπίσω τα μάτια μου.
«Δεν έπρεπε να με γεννησεις...»λέω σιγά και μετά νιώθω τα χέρια του μπαμπά μου να με τραβάνε και να με αγκαλιάζει.

Έκλαιγε και αυτός.

Τελικά όσα χρόνια και αν περάσουν πάντα θα νιώθω έτσι όταν έρχομαι.
Αιτία.
Η Αιτία που η μαμά μου πέθανε.
Που εγώ είμαι εδώ και αυτή στο χώμα.

Όταν ήρεμουμε φιλάω άλλη μια φορά την εικόνα της και φεύγουμε.

«Εντάξει είσαι;»μου λέει.
«Ναι...»λέω.
«Αγορι μου μην λες τέτοια πραγματα.Μην λες ότι δεν έπρεπε να σε γεννήσει...»λέει.
«Άδικο έχω;»λέω.

Σε όλη την διαδρομή δεν είπαμε τίποτα.
Και όταν φτάνουμε σπιτι με τραβάει από το χέρι  και με πάει στην αυλή.

«Που πάμε;»
«Θέλω να σου πω κάτι»λέει και με βάζει να κάτσω στον καναπέ κουνια.

Αυτός ο καναπές έχει ιστορία.
Και για να κρατήσει μέχρι τώρα και να κρατάει το βάρος μου πέρασε πολλά.

«Εδώ πέρα καθόμασταν με την μαμά σου!»λέει θυμωμένα.
«Το ξέρω μπαμπά...»
«Όχι!»με διακόπτει «Τίποτα δεν ξέρεις»λέει.

«Κλείναμε τα μάτια και οι δυο και σε φανταζόμασταν.Ξερεις πως σε βλέπαμε;Σαν κάποιο πανέμορφο παιδί,με καθαρο βλέμμα,καθαρή ψυχή,καλος με ολους,ευγενικος και στοργικος!»λέει.

Το βλέπω ότι έχει θυμωσει μαζί μου.
Και ξέρω και το γιατί.

«Δεν θα λες ότι δεν έπρεπε να σε γεννήσει!Ποτε μην το λες αυτό!Ηξερε ότι θα γινόταν αυτό και παρόλα αυτά σε γέννησε.Και ξέρεις κάτι;Το ίδιο θα εκανα και εγώ!»λέει.
«Μπαμπά...»
«Δημήτρη...»λέει και κάθεται στα γονατα «Η μαμά σου ήταν απίστευτη.Ο πιο καλός άνθρωπος που έχω γνωρίσει και βλέπω στοιχεία της σε εσένα.Και μαρεσει αυτό που παρόλο που δεν είναι μαζί μας κατα κάποιο τρόπο υπάρχει μέσα από εσένα.Και είσαι όλα αυτά που φανταζόταν ότι θα είσαι.Θα είναι περήφανη για σένα...»λέει.
«Δεν νομίζω...»λέω.
«Θα είναι.Ειμαι σίγουρος...»λέει.

Σκουπίζω τα μάτια μου.
«Θα μου πεις άλλη μια φορά την ιστορία;»λέω.

Γελάει.
«Όλα ξεκίνησαν εκείνη την μέρα.Την πρώτη μέρα στο σχολειο.Δεν ήθελα να πάω.Το φαντάζεσαι;»λέει.

Τα μάτια του λάμπουν.

«Η μέρα που πήρε νόημα η ζωή μου.Της έπεσαν τα βιβλία και την βοήθησα.Και τότε το είδα....»λέει.

Ξέρω τι θα πει.
Την έχω ακούσει τόσες φορές αυτήν την ιστορία και την έχω μάθει απέξω.
Αλλά δεν μιλάω.
Θέλω να την πει ο μπαμπάς μου.
Που τα έζησε.

«Τα ματια της Δημήτρη.Ήταν ένα μείγμα ωκεανού και ουρανού μαζί.Ακριβως σαν τα δικά σου...»λέει.

Κατι Παραπάνω Από ΦίλοιWhere stories live. Discover now