94•ΤΟ ΤΕΛΟΣ•

5.2K 294 86
                                    

Τρία χρόνια μετά

Μαρκος

Ήταν καλοκαίρι και είπαμε να έρθουμε όλοι στο εξοχικό του Δημήτρη.Σαν τις παλιές καλές εποχές.

«Βρε μωρό μου μπορώ!»της λέω.
«Δεν μπορείς!Δεν μπορούσες τότε γιατί να μπορείς τώρα;»λέει η Σοφη.
«Έχω αναπτήρα!»φωνάζει ο Δημήτρης.

Τον κοιταω θυμωμένα.
«Θα σε χτυπήσω!Κανονισε!»του λέω.
«Λίγο σεβασμό!Ειμαι μεγαλύτερος!»λέει.
«ΜΟΝΟ 12 ΜΕΡΕΣ!»φωνάζω.

Σηκώνεται και με τον αναπτήρα ανοίγει φωτιά.
«Και πάλι είμαι!»λέει.
«Σου είπα μπορώ!»λέω.
«Νύχτωσε.Κυριολεκτικα»λέει.

Όντως...

Κοιταω μπροστά και βλέπω τα αγόρια τα τρέχουν και να κηνυγανε μια μπάλα.Την μπάλα που τους πήρε η αδερφή μου,η Μελινα.

«Θα ιδρώσει...»λέει η Σοφη διπλα μου.
«Δεν παθαίνει τίποτα...»λέω.

Την κρατάω γύρω μου σφιχτά και ξαπλωνουμε στην αμμο.

«Θυμάσαι εδω;Που σου έριξα άμμο στο ματι;»την ρωτάω.
«Ναι θυμάμαι...»λέει.

«Μην τολμήσεις!»λέει.
«Ώστε δεν ξέρω να μιλάω...»λέω και την βλέπω να παιρνει και αυτή άλλη μια χούφτα.

«Αν την ρίξεις θα στην ρίξω»λέει αλλά είναι αργά.Την έχω ρίξει.

Κλεινει το ματι της.

«Υπερβάλεις»λέω.
«Ρε Μάρκο...μπήκε όλο μέσα...»λέει.

Θα κλάψει;

Την πλησιάζω.

«Αλήθεια;Δεν το ήθελα...»λέω.
«Τσούζει...»λέει.

Μπράβο Μάρκο.
Όχι μπράβο.

«Συγνώμη δεν το ήθελα...»λέω.

Πλησιάζω και άλλο.

«Άσε με να δω...»λέω.
«Δεν μπορώ να το ανοίξω..»λέει.
«Να στο φυσιξω;»λέω και κουνάει το κεφάλι της.

Πιάνω με το χέρι μου το πιγούνι της και το σηκωνω για να δω καλυτερα.

Είμαστε πολύ κοντά.Τοσο που παρατήρησα ότι έχει μια ελιά κάτω από τα χείλη της.Μια μικρή ελιά.

«Άνοιξε τα όσο μπορείς οκ;»της λέω.

Φυσάω απαλά και τα ανοίγει σιγά σιγά μέχρι που άνοιξαν κανονικά.

Κατι Παραπάνω Από ΦίλοιWhere stories live. Discover now