Κεφάλαιο 5.

727 59 0
                                    

Τα μάτια του, συναντούν για μια στιγμή τα δικά μου. Προσεύχομαι να μην πει ή κάνει τίποτα μπροστά στην Ursula.

"Είναι εδώ ο Miguel;"ρωτάει και για κάποιον λόγο ανακουφίζομαι. Ξέρω πως δεν ήρθε εδώ για εμένα αλλά όταν το επιβεβαιώνω νιώθω ελαφρύτερη.

"Όχι. Θα έρθει όμως όπου να 'ναι."του χαμογελάει. "Κάτσε."

Πλησιάζει και κάθεται στην άλλη άκρη του καναπέ. Από άμυνα αποτραβιέμαι. Μόλις συνειδητοποιώ όμως την κίνηση μου χαλαρώνω και ανακάθωμαι.

"Συμβαίνει κάτι;"ρωτάει η Ursula.

"ΟΧΙ!"πετάγομαι γρήγορα. Από την έκφραση της καταλαβαίνω πως δε την πειθώ. Ελπίζω να μην το συνεχίσει.

"Θέλετε ένα καφέ;"ρωτάει.

"Εγώ ναι. " λέει ο Jaime, εγώ απλώς κουνάω το κεφάλι μου αρνητικά.

Όταν η Ursula μπαίνει στη κουζίνα, η ατμόσφαιρα βαρένει ακόμη περισσότερο.

"Πρέπει να φύγω."λεω και σηκώνομαι. "Φεύγω."φωνάζω στην Ursula και βγαίνω από το σπίτι. Πριν προλάβω να διασχίσω την αυλή νιώθω ένα χέρι στον καρπό μου.

"Περίμενε."ο Jaime.

Γυρίζω τα μάτια μου και στρέφω το σώμα μου προς αυτόν. Τον κοιτάζω στα γκρι μάτια. Σε αυτά τα γκρι μάτια που κάποτε αγάπησα.

"Συγγνώμη για εχθές."απολογείται. "Δεν έπρεπε να συμβεί αυτό.."Κουνάει το χέρι του ανάμεσα μας."..μεταξύ μας."γνέφω. "Έγινε όμως."λέει και ανασηκώνει τους ώμους του. Δεν μιλάω. Η φωνή μου έχει εγκαταλείψει το σώμα μου και το μόνο που κάνω είναι να χαζεύω τον τρόπο που το πρόσωπο του τσαλακώνεται σε ένα μικρό γέλιο. Νιώθω ξανά το πρόσωπο του να πλησιάζει και τα χείλη του να τυλίγουν τα δικά μου. Η πικρή γεύση του καπνού κυριαρχεί και νιώθω το σώμα του ενάντια στο δικό μου. Κάνω μερικά βήματα πίσω, ως που η πλάτη μου ακουμπάει στην κολώνα της εισόδου του  σπιτιού της Ursula.

Η Ursula! Σπρώχνω ελαφρά με τα χέρια μου τους ώμους του Jaime για να διακόψω το φιλί μας. Αντιστέκεται. Πριν προλάβω να ασκήσω ξανά δύναμη, ξεχνάω τον λόγο που τον έσπρωχνα εξ αρχής.

Τα χέρια του κατεβαίνουν από τον λαιμό μου στους γοφούς μου. Τους πιάνει και με σηκώνει έτσι ώστε να τυλίξω τα πόδια μου γύρω από τη μέση του. Τον νιώθω σκληρό. Πάντα ήταν σκληρός. Ευτυχώς δεν φαινόμαστε από τον δρόμο. Τα δέντρα πλάι στις κολώνες εισόδου αποδείχτηκαν χρήσιμα για μια φορά.

Την στιγμή που απομακρύνεται για να αναπνεύσει, βρίσκω για λίγο τα λογικά μου. Ξετυλίγω τα πόδια μου και πατάω στο έδαφος. "Πρέπει να φύγω."λέω και τον αφήνω μόνο του.

Ο Γάμος.✔Where stories live. Discover now