{Ήταν πόνος}

809 160 21
                                    

Ήταν πόνος.

Ήταν πόνος.

Μεστος.

Οποιοδήποτε είδος πόνου που θα μπορούσε να νιώσει ενα ανθρώπινο ον.

Ένα βουητο στο κεφάλι.

Ενα μαχαίρι στην κοιλιά.

Μπλεδιασμενο δέρμα στα πλευρά.

Μουδιασμένες άκρες δαχτυλων.

Μια φλέβα κομμένη.

Να στάζει αίμα σαν πηγή λύτρωσης.

Η κόκκινη σταγόνα μόλις άγγιξε το πάτωμα.

Και τώρα τα πάντα είναι κόκκινα.

Αυτό το σκούρο κόκκινο που τείνει προς τα συνορα του μαυρου.

Ουρλιάζω.

Οι φωνές ταλαντευονται στα ντουβάρια.

Και ακούω αλυσίδες να τραβιούνται.

Οι καρποί μου δεμένοι.

Και ο δήμιος με χτυπάει αλύπητα με το μαστίγιο.

Βαθιές χαρακιές στην πλάτη μου.

Κάντο να σταματήσει..ψιθυριζω.

Μα η φωνη μου δεν βγαίνει.

Ήταν πονος.

Τραβάω το σωμα μου προς τα πισω.

Σοκαρισμένη.

Τα δάκρυα έχουν κυλήσει στα μαγουλα μου.

Μα τωρα φοβάμαι και να αναπνεύσω.

Βλέπω την ματωμένη καρδιά μου στο πατωμα.

Οι χτύποι της υποδηλώνουν ότι χαροπαλεύει.

Σε παρακαλώ μην σταματήσεις.

Την παίρνω στην χούφτα μου.

Μα τα τυμπανα σταμάτησαν να ηχούν.

Και η μουσική του κόσμου σώπασε για λίγο.

Οπως σωπασε και το θρόισμα των φύλλων.

Μα ο χρόνος δεν σταματάει ποτέ.

Είχε κάτσει σε μια πολυθρόνα και καπνιζοντας ενα πούρο μετρουσε τα δευτερόλεπτα που μου απεμεναν ακόμα.

Νιώθω οτι πνίγομαι.

Η ανάσα μου κόβεται.

Παλεύω να ρουφήξω οξυγόνο.

Το στόμα μου ξεραινεται.

Τα χείλη μου σαπίζουν.

Ξαπλώνω ανήμπορη πια.

Και το τελευταίο δάκρυ που έσταξα ήταν κοιτοντας το ταβάνι.

Το άσπρο ταβάνι.

Που ποτε δεν μπόρεσα να φτάσω.

Κάτι σου ξέφυγε.

Τα χέρια που τσιτωναν πριν λιγο τον λαιμό μου.

Ήταν τα δικά μου.

Μην το βαφτίσεις αυτοκτονία.

Σε παρακαλώ.

Ήταν πόνος.

Γεια σας.

Μαύρο.

Με αγάπη,Φρου.

ΜαύροWhere stories live. Discover now