{Το κρεβάτι}

318 58 2
                                    

Όλα περνάνε γρήγορα από μπροστά μου.

Εγώ ξαπλωμένη για ώρες στο κρεβάτι τα παρατηρώ.

Καταλαβαίνω γιατί αυτοκτόνησε ο Καρυωτάκης.

Κοιτάω τον έρωτα μου να φεύγει.

Μου κλείνει το τηλέφωνο.

Η αγάπη φευγει από το δωμάτιο και βαράει δυνατά την πόρτα πισω της με αποτελέσμα να σπάσουν μερικά γυαλιά.

Τα γυαλιά καρφώνονται στο δέρμα μου.

Εκεί που υπήρχαν ήδη μερικές πληγές.

Το δέρμα μου δεν θα ήταν ποτέ ωραίο,σκέφτηκα.

Χαμογέλασα.

Η ζέστη που είχε εξω έλιωνε τους τοίχους,τους δείκτες του ρολογιού.

Το τηλέφωνο ήταν κάπου πεταμένο.

Όχι ότι χτυπούσε ποτέ.

Μα η ψευδαίσθηση ότι κάποτε θα χτυπούσε ίσως μείωνε την θλίψη.

Ίσως τελικά αυτό που μου είχε ξεφύγει από την ζωή μου να ήταν ότι εγώ πρώτη είχα κάνει φραγή όλες τις επαφές μου.

Από αυτό φαίνεται ότι το πρόβλημα το είχα εγώ.

Το πρόβλημα μου παρακολουθεί ψυχίατρο,διαβάζει ποίηση,γράφει και παίρνει χάπια.Μέρικες φορές κάνει και το σώμα μου να πονάει.

Μετά από αυτές τις σκέψεις προσπαθώ να γυρίσω πλευρό στο κρεβάτι μου.

Προσπαθώ να κοιμηθώ.

Μα σκέφτομαι ότι σήμερα έχω κοιμηθεί ήδη 14 ώρες.

Ο λόγος που θα αυτοκτονούσα εγώ είναι για να μπορώ να κοιμάμαι για πάντα.

Κάποιοι λένε ότι θα αγαπάνε τον άλλον για πάντα.

Εγώ λέω ότι θέλω να μην ανασαίνω για πάντα.

Ο ρομαντισμός και η κατάθλιψη ποτέ δεν κατάφεραν να συμβαδίσουν στο τέλος.

Ο άνθρωπος που δεν αγαπάει την ζωή δεν αγαπάει και όλες τις πτυχές της.

Πόσο μάλλον τους ανθρώπους.

Τηλεφωνούν στο αγόρι της καταθλιπτικής κοπέλας.

Ο αστυνόμος του λέει πως εκείνη αυτοκτόνησε.

Εκείνος σκέφτεται ότι τον πρόδωσε.

Όχι αγάπη μου δεν σε πρόδωσα.

Η ζωή δεν αντέχεται μερικές φορές.

Η βροχή πονάει.

Και το να σηκώνομαι το πρωί.

Ο οργανισμός δεν μπορεί να τρέφεται μόνο με τσιγάρα.

Το μυαλό δεν μπορεί να περιτριγυρίζεται μονίμως από ψυχικές ασθένειες.

Και εγώ δεν μπορώ να σε βλέπω να τα ζεις αυτά μέσα από εμένα.

Της ευτυχίας δεν της αρέσει να έρχεται εδω.

Ποτέ δεν έγινε αποδεκτή εδω.

Άρχισε να κάνει ζέστη.

Βγάζω το σεντόνι μου.

Έχω ιδρώσει.

Το ίδιο και τα μαλλιά μου.

Νομίζω ότι φωνάζω κάποιον για να με βοηθήσει να σηκωθώ.

Μα ξέχασα ότι τους έχω διώξει όλους εδω και καιρό.

Οι φωνές γίνονται παρακαλητό.

Και οι ψίθυροι ουρλιαχτά.

Και εσυ μια απλή ανάμνηση που μου σπάει την ψυχή σε μικρά κομμάτια και μου την ματώνει.

Αποφασίζω να μείνω στο κρεβάτι σήμερα.

Και κάθε σήμερα.

Θα ήθελα να ξαπλωσεις δίπλα μου.

Μα θυμήθηκα ότι το κρεβάτι ονομάστηκε θάνατος μια νύχτα που έκοψα την φλέβα μου και τα σεντόνια πήραν εκείνο το βαθύ κόκκινο που ήξερα ότι μισείς.

Με αγάπη,
Φρου

ΜαύροWhere stories live. Discover now