Salted Wound

750 44 15
                                    

     Έχω πιεί δυό ποτήρια Vodka και παραγγέλνω άλλη μια με ακτινίδιο και πολύ πάγο. Στο Club γίνεται χαμός, όπως κάθε Παρασκευή βράδυ άλλωστε. Η παρέα μας είναι συνοστισμένη στον ημιόροφο, σε κάτι δερμάτινους καναπέδες. Το μαγαζί το έχουν οι γονείς της Λίλι και πάντα έχουμε τις καλύτερες θέσεις. Από δίπλα μου η Στεφάνια με κρατάει αγκαζέ και σκανάρει τον χώρο ανταλλάσσοντας πονηρές ματιές με όλους τριγύρω που πληρούν τα απαραίτητα προσόντα. Η Λίλι με την Έλσα πουλάνε μούρη ως συνήθως στην υπόλοιπη παρέα και ο Λίο στέκεται κατσούφικα με όλους αυτούς που μας φορτώθηκαν μετά την πρόσκληση της Λίλι.
"Νάθαν, το τεκνό που σε έφερε κοιτάει συνέχεια προς τα εδώ. Πως και δεν τον έχω πετύχει ποτέ σπίτι σου;"
"Είναι πολυάσχολος, Στεφάνια και δεν συνηθίζει να μένει μέσα." Απαντάω λιτά. Να μείνει μακρυά από τον Ντύλαν η εκμεταλεύτρα!
"Όπως και να έχει." Πίνει λίγο Martini, "Είναι κούκλος και το ξέρει. Τον έχεις τεστάρει;"
"ΟΧΙ" απαντάω και καλά προσβεβλημένος. "Ο Ντύλαν είναι γείτωνας μου, οι γονείς μας είναι φίλοι. Εμείς απλώς μιλάμε. Πως σου πέρασε από το μυαλό κάτι τέτοιο;"
"Οκ, μην εξάπτεσαι! Είναι όμως γαμάτος. Και η παρέα του δεν είναι άσχημη αλλά δεν δείχνουν να έχουν τίποτα special."
     Και ξεκινάει η κριτική της Στεφάνιας Ρεβέρ. Που σημαίνει σκανάρει τους πάντες και βγάζει συμπεράσματα, ποιοί αξίζουν και ποιοί όχι, συνήθως επικεντρώνεται στην εμφάνηση, μετά στην τσέπη και τέλος στις γνωριμίες. Απορώ γιατί μου κάνει εντύπωση αφού και εγώ τα ίδια κάνω. Με έχει μύησει καλά. Δεν δίνω και πολύ σημασία στα λόγια της. Ολόκληρο το ενδιαφέρον μου έχει προσυλωθεί στον Ντύλαν στην απέναντυ μεριά του μαγαζιού. Φαίνεται ανέμελος, ξέγνοιαστος. Χορεύει και πίνει το Whiskey του μαζί με μια αντροπαρέα.
"Αυτό ήταν!" Αγανακτεί η Στεφάνια. "Θα πάμε να μου τους γνωρίσεις!"
"Τι; Γιατί;"
"Γιατί βλέπω ότι τον χαζεύεις τόση ώρα και δεύτερον έχω βαρεθεί με όλους αυτούς. Εκεί θα έχει περισσότερο ενδιαφέρον.Άσε που εδώ είναι το μισό σχολείο, τι θα πουν αν μας δούν με όλους αυτούς τους χαμένους εδω;"
     Το κακό με την κολλητή μου είναι πως ποτέ δεν μπορείς να της αντισταθείς ή να της αλλάξεις γνώμη. Η αλήθεια είναι πως η Στεφάνια τρώει τους losers για πρωινό, οπότε μια αγοροπαρέα δεν πρόκειται να την πτοήσει. Θα τους χορέψει στο ταψί!
"Νάθαν! Κουνήσου! Who's the man?" Ρωτάει το μότο μας και η απάντηση μου έρχεται βαριεστημένη.
"No one."
"Who's the bitch?" Επιμένει χαμογελώντας πονηρά.
"We are!" Απαντάω με αυτοπεποίθηση αυτή τη φορά και σηκώνομαι.
"Αυτός είσαι!" Αναφωνεί και αρχίζουμε να διασχίζουμε το γεμάτο club. Το μόνο που λέμε είναι "κουνήσου" με υφάκι σε όποιον μας μπαίνει στον δρόμο. Γιατί γίνομαι τόσο κακός; θα μπορούσα απλώς να πω ένα "συγγνώμη, περνάω". Ω, ξέχνα το. Απλά πες "κάνε πέρα" και σπρόξε αυτά τα χαμένα κορμιά.
     Φτάσαμε, τον έχω απέναντυ και γυρίζει να με κοιτάξει απορημένος, το ίδιο και όλη του  η παρέα.
"Νωρίς δεν είναι ακόμη;" ρωτάει.
"Ναι. Οκ. Το ξέρω. Ήρθα να σου γνωρίσω την κολλητή μ-"
"Στεφάνια Ρεβέρ!" Πετάγεται και δίνει το χέρι. Ο Ντύλαν με συστήνει στην παρέα του για την οποία αδιαφορώ. Ούτε τα ονόματα τους δεν συγκράτησα, από εκεί να καταλάβεις!
     Ως συνήθως η Στεφάνια βρίσκεται στο επίκεντρο και συζητά με όλους, όσο την αφήνουν τα μπάσα σηλαδή. Ω γαμώτο. Είμαστε ακριβώς κάτω από το ηχείο και αυτό κάνει το στομάχι μου κομμάτια. Ο Ντύλαν το αντιλαμβάνεται.
"Είσαι οκ;"
"Ναι, όλα κομπλέ, σχεδόν..."
"Έλα μαζί μου" μου λέει και με τραβάει μακρυά από την παρέα. Το μόνο που προλαβαίνω να δώ είναι το πρόσωπο της φίλης μου να φωτίζεται και να μου κλείνει το μάτι.
     Βγαίνουμε έξω και νιώθω τον τσουχτερό αέρα να με σκίζει κάνοντας με να τουρτουρίζω. Το γεγονός πως με έβγαλε έξω χεράκι-χεράκι το προσπερνάω γιατί δεν θέλω να ουρλιάξω σαν λυσσασμένος.
"Κρυώνεις;"
"Όχι. Λίγο το κεφάλι μου πονάει, λογικά από το μπάσο."
"Ή από το ποτό. Πόσο ήπιες;"
"Γύρω στα 5 ποτήρια Vodka." Ψέμααα!
"Αν δεν το σηκώνεις μην πίνεις."
"Δεν θα πιω άλλο." Παραπονιέμαι. Έλεος, δεν είμαι και 7!
"Κανονικά δεν πρέπει να πίνεις καθόλου. Απαγορεύεται."
"Το ξέρω" αλλά στα αρχίδια μου! Από το δερμάτινο παντελόνι βγάζω ένα πακέτο Malboro Gold και τον αναπτήρα μου.
"Παλιά συνήθεια" επισημαίνω.
"Το ξέρουν οι δικοί σου;" Ρωτάει.
"Δεν είναι και ποτέ στο σπίτι για να το ανακαλύψουν." Ρουφάω μια τζούρα και ακουμπάω σε ένα αυτοκίνητο πίσω μου. Φαίνεται ο τόνος της φωνής μου τον μαλάκωσε.
"Ξέρεις ότι δεν το κάνουν δίχως λόγο."
"Το ξέρω."
"Θέλεις να πάμε μέσα, να σε πάω σπίτι; τι;" προσπαθεί να απαλύνει την ατμόσφαιρα ή μου φαίνεται; ποιός ξέρει. Εγώ δεν ένιωσα άβολα οπότε για μένα όλα κομπλέ.
"Αν θες μπορούμε να πάμε κάποια βόλτα με το αυτοκίνητο και βλέπουμε."
"Οκ, περίμενε έξω από το αυτοκίνητο. Πάω να πάρω τα πράγματα σου και να πώ πως φεύγουμε."
"Όχι δεν πειράζει!" Αλλά πριν προλάβω έχει αρχίσει να βγάζει το μπουφάν του και μου το πετάει.
"Ευχαριστώ." Του λέω ήρεμα.
"Δεν σου το έδωσα για να ο κρατάς." Απαντάει και απομακρύνεται. Το φοράω γρήγορα και ξαφνικά νιώθω απίστευτα όμορφα. Αυτό το δερμάτινο μπουφάν κρύβει την ζεστασιά του σώματος του, το άρωμα που ψεκάζεται και είναι ότι πρέπει για να διώξει το κρύο που μου φέρνει η τιράντα μου.
     Συνειδητοποιώ πως του είπα ψέματα πριν για τα ποτά και μεγαλοποίησα ελαφρά το γεγονός με τον πονοκέφαλο. Αυτο σημαίνει πως θέλω να τον απομονώσω και να τον τεστάρω. Θα'ναι δύσκολο. Τα αγοράκια στο λύκειο τα κουμαντάρω πιο εύκολα, ο Ντύλαν όμως είναι μεγαλύτερος και γείτονας μου. Οι γονείς μας έχουν πολύ καλές σχέσεις και δεν είναι συνετό να του την πέσω στην ψύχρα. Δεν ξέρω τι να κάνω.
     Τον βλέπω να πλησιάζει και αρχίζω να πηγαίνω και εγώ προς το αυτοκίνητο του παίρνοντας ταυτόχρονα το απλανές βλέμμα της αγελάδας. Πρέπει να δείχνω χαμένος. Μου δείνει το κινητό και ανταλλάζουμε μπουφάν ξανά. Μπαίνω στο αυτοκίνητο και περιμένω να μπει για φύγουμε.
___________________________
     Έχει παρκάρει σε ένα λιμανάκι, από αυτά τα μικρά που εκτείνονται κατά μήκος όλης της Ανατολικής Ακτής. Και τώρα τι; Απλά στέκομαι και τον κοιτάω ενώ αυτός βλέπει μπροστά. Δείχνει σκεπτικός. Σέξυ αλλά σκεπτικός.
"Θέλεις να βγούμε έξω ή να μείνουμε εδώ;" Δεν μπαίνω καν στον κόπο να του απαντήσω, είμαι προσυλωμένος στο να τον χαζεύω με τα μάτια θολωμένα και το στόμα μου μισάνοιχτο. Μένω εκεί, το ίδιο και αυτός, να με κοιτά αποσβολομένος.
"Πριν πόσο καιρό κατάλαβες ότι είσαι γκέι;" Έλα μου; Τι ετώτηση είναι αυτή;
"Εε, δεν ξέρω. Νομίζω από πάντα. Απλά όταν είσαι μικρός δεν γνωρίζεις κάποια πράγματα και δεν μπορείς να το προσδιορίσεις με λέξεις. Αλλά νομίζω γύρω στα 13 το είχα συνειδητοποιήσει. Είχα πάθει ένα μικροσοκ. Στα 15 το αποδέχτηκα και έκανα το coming out στους γονείς μου και μετά σε όλους τους άλλους."
"Και εκείνοι, πως αντέδρασαν;"
"Η μαμά το πήρε πιο ψύχραιμα. Πιστεύω πως κάθε μάνα ξέρει τι έχει το παιδί της στη ψυχή του, οπότε ήταν σαν να το άκουγε δεύτερη φορά. Ο μπαμπάς απο την άλλη φρίκαρε λίγο παραπάνω."
"Ναι, λογικό."
"Τώρα όμως είναι κουλ. Παρόλα αυτά τους βλέπω λίγο επιφυλακτικούς σε μεροικά θέματα."
"Όπως;"
"Το σεξ. Ανησυχούν μήπως με εκμεταλευτεί κάποιος ή μου φερθεί άγρια."
"Και εσύ δεν φοβάσαι;"
"Όχι. Ξέρω τι θέλω και με ποιον το θέλω. Η πρώτη μου φορά για μένα πρέπει να είναι ιδανική." Ω ΓΑΜΩΤΟ! Γιατί έχω την αίσθηση ότι μόλις μου ξέφυγε ότι είμαι παρθένος; Γιατί αυτό έκανα. Καταρχήν γιατί μιλάμε για μένα και την σεξουαλική μου κατάσταση ακόμη δεν μπορω να καταλάβω. Το μόνο που σκεύτομαι αυτή τη στιγμή είναι πως να τον βάλω κάτω και να του αλλάξω τα φώτα. Πρακτικά αυτός θα μου τα αλλάξει, αλλά πάντα μου άρεσε αυτή η φράση και θέλω να την λέω.
"Μπορείς να με πας σπίτι;" ρωτάω.
"Δεν αισθάνεσαι καλά;"
"Όχι καλά ειμαι. Δεν μέθυσα, απλά νιώθω λίγο κουρασμένος."
     Δεν λέει τίποτα, γυρίζει την προσοχή του στο αυτοκίνητο και ξεκινάει πορεία. Στην διαδρομή προς στο σπίτι σκεύτομαι αν είναι σωστό αυτό που πάω να κάνω. Παίζω με την φωτιά και το περίεργο είναι πως θέλω να καώ. Σκεύτομαι να τον καλέσω σπίτι και να τον ρωτήσω στα ίσα αν ενδιαφέρεται να δοκιμάσει. Δεν ξέρω, αυτο που γνωρίζω είναι πως ζαλίζομαι και η μπαταρία μου έχει πέσει. Αν με ακυρώσει ξέρω πως θα με πειράξει και πως κάθε φορά που θα τον συναντάω θα ντρέπομαι να τον κοιτάξω στα μάτια . Και λογικό το βρήσκω να σοκαριστεί και να απομακρυνθεί. Όχι πως τώρα είμαστε κολλητοί αλλά τέλος πάντων. Είμαι σε δίλημμα γιατί σκεύτομαι πως είναι κούκλος ΚΑΙ popular σε ολη τη περιοχή, οπότε είναι κρίμα να τον αφήσω να φύγει. Ειληκρινά δεν ξέρω.
     Φτάνουμε και σταματάει το αυτοκίνητο ανάμεσα στα σπίτια μας. Αυτό ήταν. Όλα ή τίποτα. Η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου!!
"Θες να έρθεις σπίτι μου να αράξουμε;"
... Η ψυχή μου έχει φτάσει στο στόμα και η καρδιά μου σταματάει. Κενό.
"Μπα, είναι αργά. Λέω να πάω σπίτι να την πέσω. Το ίδιο να κάνεις και εσύ. Στην κατάσταση σου χρειάζεσαι ύπνο."
Ω,πίστεψε με θέλω να πέσω αλλά όχι για ύπνο και όχι μόνος. Ξεφέβγειιις...
"Σου είπα, καλά είμαι."
"Οκ, αν είναι τα λέμε..."
     Με διώχνει; Με διώχνει! Ανοίγω την πόρτα και βγαίνω, το ίδιο και αυτός. Η απογοήτευση μου έχει φτάσει στο τέρμα και δεν ξέρω που υπάρχει μια τρύπα να χωθώ και να ξεχάσω την ύπαρξη μου.Μα τι πίστευα, επειδή πήρα το θάρρος να κάνω σεξ θα συμβεί κιόλας; Είμαι τραγικός. Τέλος.
Προχωράω σκεπτόμενος αυτά και άλλα τόσα και δεν καταλαβαίνω πότε τα πόδια μου μπερδεύονται και πάω να πέσω με τα μούτρα στη μέση του δρόμου. Και με κρατάει. Νιώθω το δυνατό του χέρι να σταματάει την πτώση και να με στηρίζει. Έχω γαντζωθεί κακονικά πάνω του με τα χέρια μου στον ώμο και στον λαιμό του. Και είμαστε τόσο κοντά ώστε να ακούω τους χτύπους της καρδιάς του, να μυρίζω το άρωμα του και να αισθάνομαι την ανάσα του πάνω μου.
     Μέσα από τα σκουρόχρωμα μάτια του βλέπω την αντανάκλαση μου. Έχω ένα βλακώδες βλέμμα και μισάνοιχτο στόμα. Παρόλα αυτά μια άργια, έντονη και ανεξέλεγκτη δύναμη με οθεί και του ορμάω, φιλώντας τον στα χείλη. Είναι τόσο αναζωογονητικό, σαν να γέμισαν οι πνεύμονες μου με αέρα. Το γεγονός πως δεν αντιστέκεται κάνει την παρόρμηση μου να φαντάζει ακόμη πιο γλυκιά. ΘΑ ΠΕΘΑΝΩ!!!
     Σταματάει το φιλί μας και με κοιτάει εξεταστικά. οΟ, τι κάνω τώρα, τι λέω τώρα; Πως αντριδρώ; Θα κάνω τον ηλίθιο και θα τον κοιτάω σαν χάνος μέχρι να πεί κάτι. Δεν μιλάει. Απλά κοιταζόμαστε. Δώσε ένα σημάδι το κέρατο μου! Και με ξαναφιλάει, στιρίζοντας με στα πόδια μου αυτή τη φορά. Με κρατάει σφιχτά απο την μέση και με το άλλο χέρι χαιδεύει την περιοχή πίσω από το αυτί μου. Εγώ σαν κλασσικός ξενέρωτος αφήνω τα χέρια μου νεκρά να κρέμονται. Η στιγμή είναι μοναδική και δεν θέλω να τελειώσει.
"Έλα στο σπίτι μαζί μου." Του λέω ικετεύωντας τον με το βλέμμα μου.
     Αποτραβιέται και κοιτάζει δεξιά και αριστερά. Κανείς τριγύρω. Πιάνει το χέρι μου σφιχτά και με οδηγεί προς τα δεξιά, προς το σπίτι μου. Τα δάχτυλα μου τρέμουν και μου έναι αδύνατον να ξεκλειδώσω την ηλίθια πόρτα.
"Γάμησε το." Μου λέει και απράζει το κλειδί ανοίγοντας την επιτέλους. Με το που μπαίνουμε μέσα με καρφώνει στον τοίχο δίπλα μου και κλείνει την πόρτα κλοτσώντας της. Η ανάσα μου έχει χάσει τον ρυμθό της και τα χείλη μου αντιδρούν το υπέροχο, έντονο και αισθησιακό φιλί του. Τον αγκαλιάζω με τόση δύναμη που αδιαφορώ αν τον πνίγω. Το θέλω! Η τεστοστερόνη μου χτυπάει κόκκινο και δεν βλέπω την ώρα να απαλλαγώ από αυτήν.
     Πάω να του βγάλω το μπουφάν αλλά με εμποδίζει.
"Όχι εδώ." Αποκρίνεται με κομμένη την ανάσα. Ξεκολλάει από πάνω μου και με τραβάει, κρατώντας μου το χέρι, προς την σκάλα. Ανεβαίνουμε και στην διαδρομή βγάζω το τζάκετ μου. Μπαίνω μέσα πρώτος και κοκαλώνω στην θέση μου. Είμαι σίγουρος; Πονάει πολύ απο όσο λένε και δεν ξέρω αν είμαι έτοιμος.
     Νιώθω τα καυτά χείλη του να ακουμπούν τον γυμνό λαιμό μου και ξαφνικά όλες μου οι αναστολές εξανεμίζονται. Αρχίζει να με φιλά κατά μήκος του λαιμού μου αφομοιώνοντας την στιγμή κλείνοντας τα μάτια. Δαγκώνει ελαφρά τον λοβό μου και δεν μπορώ να μην αναστενάξω.  Νιώθω παράλυτος στα χέρια του.
     Με γυρίζει και μου βγάζει την μπλούζα. Προσέχω πως έχει βγάλει την δική του. Με σπρώχνει ελαφρά και πέφτω στο κρεβάτι κοιτώντας σαν βλαμμένος τα ταβάνια. Ειλικρινά τωρα, πως ζω ένα όνειρο. Μου βγάζει τα παπούτσια και τις κάλτσες και ανακάθεται πάνω μου,τόσο κοντά που νιώθω τα σώματα μας να ηλεκτρίζονται. Είμαι τελείως έξω από τα νερά μου εδώ πέρα, έχω φανταστεί την πρώτη φορά γύρω στις εκατομμύρια φορές και τώρα που ήρθε η ώρα είμαι στα χαμένα.
"Θέλω να μου πεις τα πάντα. Ότι νιώσεις, ότι αισθανθείς. Πόνο, ενόχληση, ηδονή. Πρέπει να ξέρω..."
"Εντάξει." Απαντάω ξέπνοος φιλώντας τον πάλι, ακόμη πιο παθιασμένα ενώ χαϊδεύω το υπέροχο σώμα του, τις πλάτες, το στήθος, την κοιλιά.
     Η μεγάλη στιγμή πλησιάζει, το αισθάνομαι. Το χέρι του ξεκουμπώνει το παντελόνι μου και πηγαίνει ακριβώς στο σημείο που περίμενα, τρίβοντας την περιοχή. Το έχω αισθανθεί κι άλλες φορές και είναι ωραία. Το πρόβλημα είναι όταν το δάχτυλο μπει. Εκεί η αίσθηση μοιάζει ξένη και ο πόνος ιδιαίτερος. Μια φορά μου το έχουν κάνει και δεν με ενθουσίασε, όμως μαζί του θα το κάνω. Ξέρω πως όλο αυτό γίνεται για να μην πονέσω στη συνέχεια οπότε θα το υπομείνω.
     Και έρχεται! Το λεπτό και μαλακό δαχτυλό του χώνεται λίγο μέσα μου. Η αίσθηση είναι ασυνήθιστα ευχάριστη. Λίγο επίπονη αλλά οκ. Το δάχτυλο του είναι αρκετό για να προκαλέσει τον αναστεναγμό του έτσι όπως εισέρχεται και εξέρχεται μέσα στον πρωκτό. Δεν ξέρω πως να αντιδράσω μαζί του, είμαι ανύμπορος, παθητικός με όλη την έννοια της λέξης, δέχομαι την εισβολή του, το φιλί του, το χάδι του και το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να αναστενάζω το όνομα του και να αγγίζω το σώμα του.
     Ανακάθεται και βγάζει με μια κίνηση το παντελόνι και το εσώρουχο μου. Χριστέ μου, είμαι γυμνός! Πάντα είχα θέματα με το σώμα μου αλλά αυτή δεν είναι η κατάληλη ώρα να κουβεντιάσω τα κόμπλεξ μου. Απλα ντρέπομαι απίστευτα. Κάνει το ίδιο και με τα δικά του ρούχα και ήδη αισθάνομαι καλύτερα. Τσούλα!
Τώρα πια δεν είμαι ο μόνος εκτεθυμένος εδώ πέρα και μπορώ να θαυμάσω την ομορφιά του σε όλο της το μεγαλείο. -Ας μου το βουλώσει κάποιος. Χμμ, ίσως αυτός μεε-. Βάζω φρένο στις ανάρμοστες σκέψεις μου, δεν είναι η κατάλληλη ώρα τώρα. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική στιγμή της ζωής μου και δεν θα αφήσω την παράνοια που με δέρνει να μου την χαλάσει!
     Ο Ντύλαν σκίβει και βγάζει από το τζάκετ του μια συσκευασία προφύλαξης. Την φοράει και κοιτάω τόσο περίεργος, σαν μωρό που βλέπει ταινία για μεγάλους. Ουφ! Ήρθε η ώρα. Με διαπερνάει τέτοιο ρίγος που νομίζω είμαι νεκρός.
"Χαλάρωσε" μου λέλει χαϊδεύοντας το πιγούνι μου. "Σου είπα, πρέπει να ξέρω τα πάντα. Αν πονάς πες το."
     Δεν απαντώ, απλά σηναινώ με το κεφάλι μου. Επανέρχεται πάλι πάνω μου και με φιλάει πιο γλυκά και τρυφερά αυτή τη φορά. Προσπαθεί να με χαλαρώσει χαϊδεύοντας ολόκληρο το σώμα μου, αλλά δεν τα καταφέρνει. Τι θα κάνω; Γιατί φρικάρω έτσι;
"Σκέψου μια παραλία, τα πόδια σου να τα τυλίγει η χρυσή άμμος και τον ήλιο να σου ζεσταίνει το πρόσωπο." Ποιός νοιάζεται για παραλίες τώρα; και μόνο ο τόνος της φωνή του κάνουν τα κύτταρα μου να πέσουν σε νάρκη και κάνω τις λέξεις του εικόνα.
     Και ξαφνηκά το νιώθω μέσα μου, να διαπερνάει αργά την είσοδο φέρνοντας μου μια απίστευτη δυσφορία και μετά... Η φωνή μου να σπάει σαν πέτρα ενώ ουρλιάζω, τα δοντια να τρίζουν και τα χέρια να ψάχνουν κάπου να χωθούν. Ο πόνος είναι απίστευτος αλλά αυτό που μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι η αίσθηση πως έχω χωριστεί στα δύο, το γέγονος πως δεν μπορώ να σφιξω τον ποπό μου.
     Έχει κολλήσει πάνω μου και δεν κουνιέται, μένει εκεί, στηριγμένος στους αγκώνες, κρατώντας τα δυό μου μάγουλα, περιμένοντας να αφομοιώσω την πληθώρα αισθήσεων που με διακατέχουν. Και αργά αλλά σταθερά αρχίζει να κινήται. Ω ΓΑΜΩΤΟ! Είναι τοσο περίεργο, πονάω αλλά συνάμα μου αρέσει. Έχω γίνει ένα μαζί του. Αναπνέουμε την ίδια στιγμή, κοιταζόμαστε την ίδια στιγμή και κολλάμε ο ένας το σώμα του με τέλοιο τρόποο στον άλλο. Τα πόδια μου και τα χέρια μου γύρω από την λεκάνη και τους ώμους του και η μέση του που πηγαίνει ρυθμικά μέσα και έξω. Με κάθε είσοδο θένω να του πώ να σταματήσουμε, με κάθε έξοδο να του πω να πάει πιο πολύ και πιο πολύ και πιο πολύ ακόμη! Και χάνομαι σε αυτή τη παραζάλη από τα φιλιά του, τον αναστεναγμό του και την κίνηση του που αυξάνεται όλο και πιο πολύ κάνοντας με να βογκάω και να σπαρταράω από κάτω του. Μια μίξη αφόριτου πόνου και απόλυτης ευχαρίστισης συνάμα.
     Η είδοδος του γίνεται όλο πιο απότομη, σταθερή αλλά απότομη. Μίσο δεπτερόλεπτο έξω και μετά πάλι μέσα, πάλι και πάλι. Ο πόνος μου έχει αντικατασταθεί απο την ηδονή η οποία αδημονεί να βγεί από μέσα μου. Με την λεκάνη του να κουνιέται μόνο, μου είναι αδύνατο να αγγίξω τον εαυτό μου και έτσι το κάνει αυτός αφήνοντας ένα μικρό κενό ανάμεσα στα σώματα μας. Οι πύλες του παραδείσου ανοίγουν όσο συνεχίζει να εισχωρεί και ταυτόχρονα να παίζει με το μόριο μου. Και πετάω, πετάω σκούζοντας και πιπιλόντας το αυτί του. Και μένω εκεί τελειώνοντας καθώς φωνάζω το όνομα του.
     Συνεχίζει την παλινδρομική κίνηση ακόμη πιο έντονα μέχρι που σφίγγει τα βλέφαρα και αφήνει ένα ξεφωνιτό ανακούφισης που με κάνει να ξυπνήσω από την νάρκη μου.Η ανάσα μου κόπηκε. Τα πόδια μου διαλύθηκαν.
Τα μάτια μου θόλωσαν. Και η φωνή μου ράγισε. Το μόνο που μπορώ να ακούσω μέσα από τη βουβή ησυχία είναι η βαθειά και έντονη ανάσα του που πεύτει πάνω στα μαλλιά μου. Το μόνο που μπορώ να αισθανθώ είναι ο ανδρισμός του που ακουμπάει τον προστάτη μου και το ιδρωμένο κορμί του να στάζει.
___________________________
Αναγνωστόπουλα μου!! Δεν άργησα, έτσι; Δεύτερο κεφάλαιο που στάζει μέλι! Εξελίξεις για την δράση έρχονται στο επόμενο καθώς ο μικρός μας διπολικός Νάθαν θα πρέπει να προσέξει την πορεία του. Δεν λέω περισσότερα, απλά σκάω! Σας υπερλατρεύω και ευχαριστώ για τα καθημερικά σας μυνήματα στο τσατ και την αγάπη που μου δείχνετε. Ας κάνουμε αυτή την αγάπη πιο δυνατή με ένα μικρό-τόσο-δα-αλλά-λαμπερό αστεράκι! Το τρίτο κεφάλαιο, επίσης με τίτλο τραγουδιού έρχεταιιιιιι!! ❤️😍

I know you love me.

XOXO Gossip Boy 💋💋💋

G. A. Y. LoveWhere stories live. Discover now