Κεφάλαιο 10

72 8 0
                                    

Julian's POV

Κατέβηκα τα σκαλιά ευδιάθετος μέχρι τον όροφο όπου βρισκόταν το γραφείο του Eric και άλλωστε γιατί να μην είμαι ; Ο χρόνος μου με την μικρή πριν την παραδώσω ήταν ευχάριστος, και το γεγονός πως είχα την ευκαιρία να τον επεκτείνω ήταν πολύ καλή. Βέβαια, πολύ απερίσκεπτο από μέρος της να κρυφτεί έτσι από τον ξάδερφο μου, η φασαρία που προκάλεσε, ουφ. Αν είχε μείνει στο κελί της όπως έπρεπε χωρίς να προσπαθεί ηλιθιωδώς να δραπετεύσει, ο θάνατος της θα ήταν πιο γρήγορος -επώδυνος μεν- αλλά γρηγορότερος. Τώρα, χαχ, με τον κόπο που καταβάλει ο πρίγκιπας για να την, ω χοχο, τα νεύρα που του αυξάνει και την υπομονή του που δοκιμάζει δε θα της βγουν σε καθόλου καλό. Ίσα ίσα, έτσι όπως έχει κάνει την κατάσταση της, τώρα είναι που ο θάνατος της, όχι μόνο επώδυνος θα είναι και αργός, αλλά θα εύχεται να είχε πεθάνει μαζί με τον κολλητό της.

Φτάνοντας μπροστά από την πόρτα του γραφείου του, έφτιαξα το σακάκι μου ισιώνοντας το και χτύπησα μια φορά ελαφρά τη μεγάλη δίφυλλη ξύλινη πόρτα. Από πίσω της ένα βραχνό «ναι» ακούστηκε και έτσι άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα στο ασυγύριστο σκοτεινό χώρο που μύριζε λες και κάποιος είχε ψοφήσει εδώ μέσα -πέρα από όλους μέσα στο παλάτι που ήμασταν ούτως ή άλλως νεκροί αφού ήμασταν πλάσματα της νύχτας, βρικόλακες, τουλάχιστον οι περισσότεροι-, α, να γιατί μύριζε έτσι. Πιο περα, δίπλα από την βιβλιοθήκη υπήρχε ένα πτώμα στραγγισμένο από αίμα, μια από τις πολλές υπηρέτριες του παλατιού οι οποίες ήταν όλες άνθρωποι. Από κάπου έπρεπε να τρεφόμαστε κι εμείς. Το χρώμα του προσώπου της είχε χάσει το χρώμα του, από τον λαιμό της μέσα από τις δύο τρύπες που της είχε ανοίξει ο ξάδερφος μου, έτρεχαν οι τελευταίες σταγόνες αίματος που είχαν απομείνει στις φλέβες της. Μπορούσα να το μυρίσω και να νιώσω την πείνα να ξυπνάει. Ένα μειονέκτημα που θα έλεγαν μερικοί, είναι ότι η πείνα για το αίμα δεν ξεδιαλύνει. Για αυτό μερικοί -οι λιγότεροι- τρέφονται από ζώα κι όχι από ανθρώπους. Εγώ, όμως, είχα πάρει το πρωινό μου και τώρα πεινούσα πάλι!

Ξεφύσισα σκεπτόμενος πως στο δωμάτιο θα πάω το βράδυ ξανά κι εκεί με περίμενε η λιχουδιά μου. Καθάρισα τον λαιμό μου ξεροβήχοντας και πλησίασα τον ξάδερφο μου που με ένα ποτήρι ουίσκι καθόταν ακουμπισμένος στο παράθυρο κοιτάζοντας τον κήπο. Τα μαλλιά του ήταν ένα χάλι, το πουκάμισο του ανοιχτό γεμάτο από το αίμα της υπηρέτριας και η γραβάτα του λυμένη κρεμόταν από τον λαιμό του. Τον ακούμπησα απαλά στον ώμο κι εκείνος γύρισε άκρως να με κοιτάξει. Αναστέναξα κοιτώντας τα χάλια του και στάθηκα απέναντι του με τα χέρια μου στις τσέπες.

Bloodline; The Prince And The Hunters {Editing}Where stories live. Discover now