Part 5

220 12 2
                                    

Μια εβδομάδα, επτά ολόκληρες μέρες και νυχτιές πέρασε ο Αντρέι εκτός Πύργου. Είχε τελικά ακολουθήσει τον Κανέλλο στην Καλαμάτα με προτροπή του Μιχαήλ και είχε βρει και ευκαιρία να γνωρίσει αφεντάδες και καπεταναίους. Ο Δραγουμάνος είχε αποδειχθεί άξιος και είχε σκαρφαλώσει ψηλά στη λίστα του.

Όμορφη πόλη μα υποδουλωμένη, δύσκολα μπορούσες να ξαποστάσεις ανενόχλητος στο μυαλό και στην πραγματικότητα. Στον γυρισμό κάθισαν στην Αρεόπολη και έμειναν ωσπου να τελέψει η συμφωνία με τον Μπέη και να γίνει το συμβούλιο. Ο Αντρέι εμπορεύτηκε μερικά πράγματα που χρειαζόταν για εκείνον και τον Μπακού ώσπου να γυρίσει ο Κανέλλος με τον Μιχαήλ που τους είχε απαντήσει εκεί και ύστερα ξαποστασε στο πανδοχείο.

Είχε βάλει πολύ πιοτί στα σωθικά του. Τόσο που ακόμη και ο Κανέλλος είχε αρχίσει να το παρατηρεί. Για έναν άνθρωπο που είχε γνωρίσει τη ζωή μονάχα σαν μια πληγή, είχε βρεθεί ξανά ανύποπτα διαλυμένος. Επειδή τώρα ήξερε· τοσον καιρό ζούσε με βάσανο, σκοτάδι και ψέμα. Τώρα βάσανο, σκοτάδι και αλήθεια. Δεν ήξερε τι ήταν καλύτερο. Η αλήθεια. Η αλήθεια πάντα ελευθέρωνε.

«Επιτέλους σπίτι.» σχολίασε ο Κανέλλος με το που πέρασαν τις πύλες. «Δεν ξανά φεύγω.»

Τους περίμεναν οι γυναίκες εκτός από τη Μεταξία με χαμόγελα και ενθαρρυντικά λόγια για το γυρισμό τους. Ο Μπακού του φανέρωσε ότι ο Μάρκος τον είχε πάρει υπό τη δούλεψη του Πύργου και ήταν πλέον ένας από τους φρουρούς.

Στο δείπνο εξιστορήθηκαν τις μέρες τους με τον ίδιο να συνεισφέρει μόνο με νεύματα του κεφαλιού ενώ η απουσία της Θεοφανως τριγύριζε στο μυαλό του.

«Η Θεοφανώ που είναι;» ρώτησε τη Μορφούλα όσο του σέρβιρε κρασί αργότερα στην σάλα.

«Ήταν λίγο άρρωστη, αφέντη και η κυρά της είπε να ξεκουραστεί από νωρίς.» του απάντησε. «Να την φωνάξω;»

«Όχι, όχι. Ευχαριστώ Μορφούλα.» της είπε ευγενικά και την άφησε να φύγει.

Ο Κανέλλος είχε τα μάτια του επάνω του και το 'νιώσε, μα προτίμησε να το αφήσει να πέσει κάτω. Έτσι, απήλαυσε το κρασί του και αποσύρθηκε στον όντα του όσο πιο γρήγορα. Του ήταν δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο, να αποκοιμηθεί αλλά δεν περπάτησε τον Πύργο εκείνη τη βραδιά.

«Καλώς τον! Καλωσόρισες πίσω, Αντρέα.» ο σιδεράς του είπε καλοσυνάτα, ενώ κρατούσε την φλοκάτη με το αριστερό χέρι.

Εκείνος ο ΛάσκαρηςWhere stories live. Discover now