Κεφάλαιο 18

1.2K 148 1
                                    

Αν ψάχνεις κάτι να διαβάσει δες τις ιστορίες της SerenityR0se. Είναι κάτι παραπάνω απο υπέροχες. ❤

*.......................*


Θυμάμαι την μητέρα μου να μου λεει ιστορίες με το κάστρο. Πόσο ζηλευτό ήταν, για τους θησαυρούς του και την αρχιτεκτονική του. Μετά από δεκαεννιά, χρόνια τώρα κλειδωμένη σε αυτό το κάστρο, σταμάτησε να με ενθουσιάζει η αρχιτεκτονική του.

Μα τώρα, έπειτα από τόσο καιρό στεκόταν εκεί επιβλητικό και.... πανέμορφο. Στις τέσσερις άκρες της σκεπής βρίσκονταν γλυπτοί άγγελοι. Από μακριά φαίνονταν σαν σιωπηλοί προστάτες του κάστρου. Γύρω μου απλώνονταν τεράστιοι κήποι. Οι θάμνοι έκαναν λαβύρινθους που κάποτε απολάμβανα να παίζω κρυφτό με τους γονείς μου. Τότε που όλα ήταν απλά και αθώα. Όχι πια όμως.

Οταν μπήκα μέσα στο κάστρο, αυτή τη φορά, δεν ήμουν πια ένα μικρό κοριτσάκι που δεν ήξερε τίποτα. Ήμουν μια ηγέτης. Ο Τζάκσον, ήταν ακριβώς από πίσω μου και ελαφριά έσπρωχνε την πλάτη μου. Θα φοβόταν να μην φύγω ξανά, όχι τώρα που με βρήκε, δεν θα το ρισκάριζε. Απορώ ενώ ήμουν κάτω από τη δικιά του ευθύνη πως δεν του είχε κάνει κάτι ο μπαμπάς μου.

"Που με πας;" τον ρώτησα. "Στην αίθουσα του θρόνου." η φωνή του κόφτη και αυστηρή. Η συνηθισμένη του. Ότι συμπάθεια μου έδειξε στην άμαξα, τελείωσε μόλις μπήκαμε από την πύλη του κάστρου. "Το ξέρουν πως είμαι εδώ;" Δεν θα τους έλεγα γονείς μου γιατί δεν αξίζουν αυτόν τον τίτλο. Απλά ελπίζω να έχω δύναμη εκείνη την στιγμή να πω ότι θέλω. "Οι Μεγαλειότατοι δεν το ξέρουν. Μόνο όσοι στρατιώτες ήταν μαζί μου, σας είδαν." Έγνευσα και συνέχισα να περπατάω χωρίς να κάνω άλλες ερωτήσεις. Όταν είχαμε φτάσει στη καρδιά του κάστρου, υπηρέτες πέρναγαν από δίπλα μας. Στην αρχή δεν με είχαν καταλάβει, μα όταν άρχισαν... ήταν τόσο αστείο. Με κοίταζαν σαν φάντασμα. Απορώ αν μου είχαν κάνει κηδεία. Αν είχαν πει πως είχαν βρει το άψυχο σώμα της καημένης πριγκίπισσας. Αν είχε γίνει έτσι για εκείνους είμαι φάντασμα. Πόσο ήθελα να πάω διπλά τους και να τους κάνω "Μπου!", κρίμα που δεν θα με άφηνε όμως. Άρχισα να γελάω και αμέσως μου κόπηκε όταν είδα την ξύλινη πόρτα.

Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά και τα χέρια μου είχαν ιδρώσει. "Περίμενε εδώ." μα προφανώς δεν θα με άφηνε μόνη αφού με ένα νεύμα του στούς φρουρούς δεξιά και αριστερά στη πόρτα, ήρθαν δίπλα μου.

Αυτή την ώρα της μέρας συνήθως οι γονείς μου δέχονταν χωρικούς για προβλήματα σε περιουσίες, αδικίες. Τρέλα πράγματα και πολλές φορές έλεγαν αν έχουν δει κάποιον ξεχωριστό. Τότε ο πατέρας μου έστελνε του φρουρούς στο σπίτι του "ενόχου" και αυτός που έδωσε τη πληροφορία έπαιρνε χρήματα.

Royal SecretDonde viven las historias. Descúbrelo ahora