Η αρχή της αδιαφορίας

44 6 2
                                    



Είπε πράγματα που δεν θα έπρεπε να πει

Μα δεν μίλησα και το άφησα να αλλοιωθεί.


Όταν προσπάθησα να φτιάξω κάτι που είχε διαλυθεί,


Δεν το πίστευα, το αρνήθηκα και νόμιζα πως ήθελε να προσποιηθεί.


Να προσποιηθεί κάτι που δεν του άρμοζε.


Άφησε να ειπωθεί ο εγωισμός του και η ανασφάλειά του,


Αλλά δεν ήξερε ότι ήταν ισχυρά και φαίνονταν από μακριά.


Και όταν τον είδα κατάλαβα πως δεν ήταν αλήθεια.


Ο εγωισμός ήταν φανερός, μα η ανασφάλεια είχε γίνει αδιαφορία


Και η αδιαφορία ξεπερνούσε τον εγωισμό και ήταν μελαγχολικό.


Μελαγχολούσα κι εγώ την αδιαφορία,


Περίμενα να εμφανιστεί.


Είχα βαρεθεί τα συναισθήματα.


Είχα κουραστεί.


Αναζητούσα την αδιαφορία και ίσως γι'αυτό να έψαχνα κι εκείνον.


Μα τώρα, αφού βρήκα την αδιαφορία, το πήρα απόφαση.


Ο χρόνος, του ήταν αδιάφορος και για 'μένα, σημαντικός.


Η υπομονή, μειονέκτημα και των δύο,


Αλλά δεν την εκμεταλλεύτηκε.


Με αποτέλεσμα να εκμεταλλευτεί κάποιον άλλον που μπορούσε να πληγωθεί.


Και έτσι, λοιπόν, αποφάσισα να βάλω ένα τέλος.


Ένα τέλος στα άλυτα θέματά μας, στις συζητήσεις μας


Και στις σκέψεις μου που με ταξίδευαν κάπου που δεν υπήρχε.


Αυτό, λοιπόν, είναι για εσένα,


Που πίστεψα πως θα μπορούσα να δω διαφορετικά,


Αλλά ήταν μεγάλη η καταστροφή.


Εύχομαι να μπορέσει κάποιος να δει αυτό που δεν είδα εγώ.





Σε εσένα που κατάφερες να με πετάξεις τόσο γρήγορα

από τα ψηλά σύννεφά μου.




Dead PoetryWhere stories live. Discover now