~12~

1.4K 162 19
                                    

Μετά από τέσσερις μέρες

"Σταχτοπούτα χρυσό μου, φέρε μας το τσάι" η μητριά αναφώνησε. Ένα χαμόγελο προστέθηκε στο πρόσωπό της, ενώ έκανε νόημα στην Έλλα.

Εκείνη αμέσως υποκλίθηκε και έφυγε από το μεγάλο σαλόνι. Οι δύο αδερφές κοιτάχτηκαν στην προσπάθεια τους να συγκρατήσουν το γέλιο τους και να παραμείνουν σοβαρές μπροστά στην καλεσμένη τους.

"Πραγματικά λυπάμαι για τον χαμό σας, είναι θλιβερό να χάνεις μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα κι τους δύο συζύγους σου τον έναν μετά τον άλλο. Γνώριζα τον Πολ από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου. Δεν μπορούσα να το πιστέψω πως έχασε την γυναίκα του τότε και δεν μπορώ να πιστέψω πως χάθηκε τώρα " ακούμπησε το χέρι της στην άκρη της πολυθρόνας όπου και καθόταν. Ο σφιχτός κορσές δεν της επέτρεπε να πάρει σταθερές ανάσες, αφού τα κυλά της ήταν παραπανίσια. Το στήθος της ίσα που μπορούσε να καλυφθεί από το φόρεμα της.

Κοίταξε την μητριά μέσα από τα γαλανά της μάτια. "Έχω ακούσει πως ψάχνεται να βρείτε γαμπρούς για τις κόρες σας. Να μου πείτε είναι λογικό, δεν μπορούν να συντηρούνται πια και οι τρεις τους από τα λεφτά που άφησε πίσω του ο συγχορεμένος. Πάντως εγώ για αυτό είμαι εδώ για να σας βοηθήσω. Έχω ήδη κάποιους ενδιαφερόμενους. Θα βοηθήσω όσο μπορώ την οικογένεια του πολυαγαπημένου μου φίλου " σούφρωσε τα χείλη της όταν η Έλλα έκανε την εμφάνισή της.

Τα παλιά ρούχα που φορούσε, ο ατημέλητος κότσος των μαλλιών της, οι μπαλαρίνες της που από την συνεχή χρήση είχαν φθαρεί και τα λερωμένα χέρια της, έκαναν τον οποιοδήποτε να την περάσει για δουλικό. Κρατούσε γερά στα χέρια της τον δίσκο με το τσάι. Σέρβιρε την κάθε μία ξεχωριστά και κάθισε όρθια σε μια απομακρυσμένη θέση.

Διαταγή της μητριάς της να παραμείνει όρθια και να μην επέμβει στην συζήτηση.

"Αυτή δεν είναι η κόρη του;Παραλίγο να μην την αναγνωρίσω. Έχω να την δω από όταν χάθηκε η μητέρα της. " έδειξε με το κεφάλι της προς την Έλλα, ενώ δάκρυα σχεδόν ξέφυγαν από τα μάτια της. Η μητριά προσπάθησε να παραμείνει ψύχραιμη.

"Ναι αυτή είναι" είπε πίκρα και γύρισε να κοιτάξει την Έλλα θυμωμένη. Ευχόταν να μην είχε  εμφανιστεί για να μην κατέληγε ποτέ η συζήτησε σε αυτήν.

"Το δύσμοιρο κορίτσι πραγματικά θα είναι πολύ δύσκολο για εκείνη να μένει ορφανή πλέον. Φαντάζομαι θα αποκαταστήσεις αυτή πρώτα σωστά; Φυσικά και δεν θα είναι δύσκολο αν περιποιηθεί τον εαυτό της. Έχει ένα όμορφο σώμα και πρόσωπο, πανέμορφα κάστανα μαλλιά, όπως ακριβώς η μητέρα της. Σίγουρα κάθε φορά που θα κατεβαίνετε στην πόλη τα αγόρια θα γυρνούν να την κοιτούν " ένα χαμόγελο χαράχθηκε στα χείλη της γυναίκας και κοίταξε την Έλλα για άλλη μια φορά με συμπόνια.

" Δεν ξέρουμε ακόμα, Σαρλότ, δεν έχουμε αποφασίσει τι θα κάνουμε με τα κορίτσια. Όπως τα φέρει ο καιρός ας γίνουν " η μητριά προσπάθησε να κρύψει τον θυμό της και να συγκρατηθεί μπροστά στην καλεσμένη της.

Ένα μικρό μειδίαμα χαράχθηκε στα χείλη της Σαρλότ, σαν να το απολάμβανε όλο αυτό.

"Που θα κοιμηθώ; Θα ήθελα να εξερευνήσω αυτό το σπίτι. Έχω τόσα χρόνια να έρθω που έχω ξεχάσει πως είναι να ζεις σε αυτό το τεράστιο μέρος "αναφώνησε η καλεσμένη και σηκώθηκε από την θέση της μονομιάς. Στηρίχθηκε πάνω στα τακούνια της και πλησίασε την Έλλα.

"Θα μου δείξεις γλυκιά μου;" προσπέρασε την μητριά που έβραζε από τον θυμό της και τις δύο αδερφές που δεν έδιναν σημασία στα γεγονότα.

Η Έλλα υποκλίθηκε και προχώρησε μπροστά υποδεικνύοντάς της τον δρόμο. Όταν πλέον είχαν απομακρυνθεί από το οπτικό πεδίο των υπολοίπων η Σαρλότ άφησε μια βαθιά ανάσα να ξεφύγει από τα χείλη της αναγκάζοντας το μεγάλο στήθος της να ανεβοκατεβεί.

"Επιτέλους δεν τις αντέχω αυτές τις γυναίκες. Αλήθεια πως μπορείς και ζεις μαζί τους τόσο καιρό ;" είπε και γέλασε τρανταχτά. Η Έλλα την κοίταξε με απορία,καθως ανέβαιναν την μαγαλη σκάλα.

Πως μπορούσε να είναι τόσο ευδιάθετη και να μιλά τόσο άνετα;

"Είναι η γυναίκα που επέλεξε ο πατέρας μου, πρέπει να ζήσω μαζί της " η Έλλα είπε ότι θεωρούσε σωστό και άνοιξε την πόρτα του παλιού της δωματίου.

"Είσαι ακριβώς όπως η μητέρα σου και ο πατέρας σου. Τόσο ευγενική και καλή, ακολουθείς πάντα το σωστό, αλλά μερικές φορές είναι καλό να παραβιάζουμε και λίγο τους νόμους " το βλέμμα της περιπλανήθηκε στον χώρο. Τα κρεβάτια των δύο κοριτσιών ήταν στην μια άκρη του δωματίου και το δικό της σε μια γωνιά. Γύρισε να κοιτάξει έκπληκτη την Έλλα.

" Αυτό δεν ήταν το δωμάτιό σου; " αναφώνησε έκπληκτη και η Έλλα την κοίταξε με απορία.

"Πως το ξέρεις;" ρώτησε και κατάπιε ηχηρά.

Ποία είναι αυτή η γυναίκα;

"Ξέρεις μικρή μου πόσα βραδιά έχω περάσει εδώ στην προσπάθεια μου να σε κοιμήσω όταν οι γονείς σου πήγαιναν ταξίδια; Όμως γιατί κοιμούνται οι καρακάξες εδώ;" είπε επικριτικά και κάθισε στο κρεβάτι που προοριζόταν για αυτή, με αποτέλεσμα το ίδιο να βυθιστεί από το βάρος της.

Σταχτοπούτα (Cinderella) Where stories live. Discover now