~13~

1.4K 162 63
                                    

Την επόμενη μέρα...

Τίναξε το λευκό φόρεμα της αδερφής της και μικρές σταγόνες νερού έπεσαν τριγύρω, καθώς το στήριξε πάνω στο σχοινί για να στεγνώσει.

Τα μαλλιά της ήταν ατίθασα από τον ύπνο. Τα μάτια της είχαν μικρούς μαύρους κύκλους κάτω από αυτά, ενώ ήταν φανερά πρησμένα. Όποιος και να την αντίκριζε αυτό το πρωινό θα ορκιζόταν πως δεν είχε κοιμηθεί δευτερόλεπτο. Σίγουρα δεν θα είχε άδικο.

Η καλή μητριά της είχε αναθέσει να έχει το σπίτι στην εντέλεια για όσο θα παραμείνει εκεί η παιδική φίλη του πατέρα της, Σαρλότ, αλλιώς η θέση της στο σπίτι θα επιβαρυνόταν ακόμη περισσότερο.

Είχε ξυπνήσει πολύ πριν κάνει την εμφάνισή του ο λαμπρός ήλιος. Είχε καθαρίσει το πάτωμα ολόκληρου του σπιτιού, είχε προετοιμάσει τρία φαγητά, είχε ταΐσει τα ζώα και μόλις είχε πλήνει τα λαμπρά φορέματα των πολυαγαπημένων αδερφών της.

Η πόρτα της κουζίνας που οδηγούσε προς την πίσω αυλή έτριξε, αναγκάζοντας την Έλλα να γυρίσει και να κοιτάξει πίσω της. Η καλεσμένη βρισκόταν εκεί, τα μαλλιά της πετούσαν από εδώ και από εκεί, το λευκό φόρεμα της, που είχε χρησιμοποιήσει το προηγούμενο βράδυ ως νυχτικό κάλυπτε τις μεγάλες καμπύλες της.

"Αυτές οι κοπέλες δεν μπορούν να ησυχάσουν δευτερόλεπτο" η παραπονεμένη φωνή της Σαρλότ ακούστηκε. Έβαλε το χέρι της μπροστά στο πρόσωπό της, κάνοντας σκιά στα μάτια της.

"Έλλα τι κάνεις πρωί πρωί εδώ έξω;" πλησίασε την Έλλα και στάθηκε δίπλα της. Μικρές τσίμπλες βρίσκονταν στα μάτια της προδίδοντας πως μόλις είχε ξυπνήσει. Η Έλλα συγκράτησε το γέλιο της και την κοίταξε σοβαρά.

"Υπάρχουν δουλειές τις οποίες πρέπει να κάνω και δεν πρόκειται ποτέ να τελειώσω αν δεν ξεκινήσω από νωρίς" είπε και τίναξε άλλο ένα φόρεμα μπροστά στην Σαρλότ. Εκείνη την κοίταξε με απορία και θυμός άρχισε να αναβλύζει από μέσα της.

"Δηλαδή σε αφήνουν να κάνεις όλες τις δουλειές μόνη σου χωρίς καμία απολύτως βοήθεια; " ο τόνος της έντονος. Πείρε από τα χέρια της Έλλα το φόρεμα και το κρέμασε εκνευρισμένη.

"Ναι, που είναι το περίεργο;" η Έλλα την κοίταξε με απορία. Πρώτη φορά έβλεπε τέτοια αντίδραση από άνθρωπο, πόσο μάλλον από μια γυναίκα αυτής της ηλικίας. Συνήθως ήταν ουδέτερες και απέφευγαν να ανοίξουν συζητήσεις.

"Που είναι το περίεργο; Αυτές οι τρεις κυρίες κάθονται και κοιμούνται στα όμορφα και ζεστά σκεπάσματά τους, ενώ εσύ τους προσφέρεις ότι χρειαστούν; Αν είναι δυνατόν πάλι καλά που ήρθα δηλαδή" συνέχισε να απλώνει τα ρούχα το ένα μετά το άλλο ξεσπώντας τον θυμό της.

~~~~

Πλέον ο ήλιος βρισκόταν στην υψηλότερη θέση, που σήμαινε πως ήταν ώρα για φαγητό. Η μητριά και οι αδερφές είχαν καθίσει στο τραπέζι τους περιμένοντας την Έλλα να σερβίρει το φαγητό.

Βήματα ακούστηκαν στον χώρο και γύρισαν όλες τους να κοιτάξουν την Έλλα που κρατούσε μια μεγάλη κατσαρόλα γεμάτη σούπα. Στο τραπέζι υπήρχε ήδη μια σαλάτα. Ακριβώς πίσω από την Έλλα ήρθε και η Σαρλότ έχοντας στα χέρια της μια μεγάλη πιατέλα με κοτόπουλο και μικρές ξερό ψημένες πατάτες. Πλησίασαν το τραπέζι και κάθισαν σε αυτό.

"Σταχτοπούτα τι κάνεις ακριβώς;" η μητριά κοίταξε έκπληκτη την κοπέλα που είχε καθίσει απέναντί της και μικρές ρυτίδες εμφανίστηκαν στο πρόσωπό της. Η Έλλα ετοιμάστηκε να απαντήσει ανάλογα, το χέρι όμως της Σαρλότ που ήρθε σε επαφή με το δικό της την σταμάτησε.

" Νομίζω πως δεν έχει θέση στην κουζίνα αλλά σε αυτό εδώ το  τραπέζι. Άλλωστε είναι η βιολογική κόρη του ιδιοκτήτη, αν ήθελε θα μπορούσε να σας έχει διώξει" έβαλε μια μπουκιά στο στόμα της και κοίταξε την μητριά με ένα μικρό χαμόγελο. Η ίδια είχε μείνει κοιτώντας μια την Έλλα και μια την καλεσμένη της.

Θα τα καταστρέψει όλα αυτή η γυναίκα.

Οι αδερφές δεν έδιναν σημασία στο τι γινόταν, ήταν άλλωστε αδιάφορο για αυτές. Το μόνο που έκαναν ήταν να τσακώνονται επανειλημμένα για ανόητα ζητήματα.

"Έλλα θα πάμε το απόγευμα στην πόλη, έχω καιρό να κατέβω" η Σαρλότ κοίταξε την κοπέλα η οποία κοιτούσε την όλη κατάσταση έκπληκτη. Δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς γινόταν. Δεν είχε συνειδητοποιήσει πως μόλις τώρα κάποιος την είχε υπερασπιστεί.

Ποια είναι αυτή η γυναίκα; Αυτή η ερώτηση επαναλαμβανώταν μέσα της από την στιγμή που την είχε αντικρίσει.

Συμφώνησε μαζί της και κοίταξε το πιάτο της. Ένα μικρό χαμόγελο χαράχθηκε στα μικρά της χείλη.

Ίσως και να είχε ελπίδα.

Αγαπημένοι μου αναγνώστες ελπίζω να σας αρέσει η ιστορία  μέχρι στιγμής.

Εάν όχι θα ήθελα πολύ να ακούσω την γνώμη σας.

Επίσης πείτε μου εάν θα σας άρεσε να σας ενημερώνω σε κάθε κεφάλαιο τι επρόκειτο να γίνει στο επόμενο.

Αυτά από εμένα 🧡🧡

Σταχτοπούτα (Cinderella) Where stories live. Discover now