Κεφάλαιο 59

1.1K 73 24
                                    

Μετα απο δύο μέρες...

Άλεξανδρος pov

Ειμαι σε μια καφετέρια μαζί με τον Χρήστο και περιμένουμε και τον Ζήση.

Εδώ και ώρα με κοιτάει ενα ξανθό κορίτσι απο το διπλανό τραπέζι, ωραία είναι μια φάση θα την έκανα. 

《Εεε τι σκέφτεσαι ;;》φώναξε ο φίλος μου

《Τίποτα...τίποτα》και απομάκρυνα το βλέμμα μου απο κορίτσι.

《Τι έγινε ρε ο παλιός Άλεξ ξανα ξύπνησε;;》με ρώτησε γελώντας.

《Ο παλιός Άλεξ πάντα εδώ ήταν》απάντησα θιγμένος.

《Όχι και πάντα σε είχε μην πω που η Ελβίρα》

《Πουθενά δεν με είχε βάλει και κοίτα τα μούτρα σου που τρέχεις πίσω απο την Μάρθα》του είπα και έκανε πως δεν το άκουσα το τελευταίο.

Ακριβώς εκείνη την στιγμή μπήκε στην καφετέρια ο Ζήσης πολυ κεφάτος και αεράτος.

《Τι έγινε ρε ;;》του και έκατσε δίπλα μου.

《Έκανα σεξ με μια αλλο πράγμα》είπε και απλώθηκε τελείως στην καρέκλα.

《Για πες, για πες》του είπε ο Χρήστος.

《Την ξέρετε ρε》μας είπε

《Ποια είναι ;;》τον ρώτησα με ανυπομονησία.

《Η Μάρθα ρε η φιλη της δικιάς σου》είπε και το βλέμμα του κολλητού μου σκοτείνιασε.

《Και ήταν καλή;;;》τον ρώτησε ψυχρά.

《Θέα ήταν》απάντησε χαμογελαστά.

《Ηρέμησε》ψιθύρισα στον Χρήστο.

《Το ήξερες πως η Μάρθα είχε αγόρι έτσι ;;》του είπα.

《Όχι δεν είπε τίποτα,γιατί ποιο είναι το αγόρι της ;;》

《ΕΓΏ ΡΕ ΠΟΥΣΤΗ》του φώναξε ο Χρήστος και τον σήκωσε απο τον γιακά.

《ΔΕΝ ΤΟ ΉΞΕΡΑ ΡΕ》του είπε με την σειρά του ο Ζήσης.

Εντωμεταξύ ολο το μαγαζί μας κοίταζε.

Πριν το καταλαβω καλά-καλά ο Χρήστος ξεκίνησε να τον βαράει δυνατά στο πρόσωπο και εγώ προσπαθούσα να τους χωρίσω.

《ΡΕ ΜΑΛΑΚΆ ΠΟΥ ΝΑ ΉΞΕΡΑ ΠΩΣ ΈΧΕΙ ΑΓΌΡΙ ΔΕΝ ΜΟΥ ΕΊΠΕ ΤΊΠΟΤΑ ΔΕΝ ΦΤΑΊΩ ΕΓΏ ΠΟΥ Η ΔΙΚΙΆ ΣΟΥ ΑΠΟΔΕΊΧΤΗΚΕ ΠΟΥΤΆΝΑ》είπε ένας ζαλισμένος Ζήσης γεμάτος αίματα όταν τους χώρισα.

Ο Χρήστος πήγε να του ξανα ορμήξει αλλά τον σταμάτησα ψιθυρίζοντας
《Τι κάνεις ρε ο Ζήσης μια χαρά παιδί είναι, εγώ σου προτείνω να πας να χωρίσεις την γκόμενά σου. Γιατί όταν πηδιόνταν με άλλον δεν σε σκέφτονταν καθόλου》και τον έσπρωξα μακριά και πηγα να βοηθήσω τον άλλον.

Χρίστος pov

Με νεύρα έφυγα απο την καφετέρια και πήρα τηλέφωνο το κορίτσι μου που μου είναι τόσο πίστη.

《Που είσαι ;;》την ρώτησα κατευθείαν όταν το σήκωσε.

《Στο δωμάτιο μου γιατί ;;》

《Έρχομαι》της είπα και χωρίς να την αφήσω να πει τίποτα της το έκλεισα στα μούτρα.

[...]

Χτύπησα δυνατά την πορτα της και όταν άνοιξε την έσπρωξα προς τα πίσω.

《Αου τι κάνεις είσαι τρελός ;;》με ρώτησε με νεύρα και έκλεισα με την πορτα πίσω μου.

《Άκου να δεις κοριτσάκι εμείς οι δυο χωρίζουμε. Εγώ δεν θέλω μια σάπια γκομενα που ανοίγει τα πόδια της  στον πρωτο τυχαίο που βρει》της λέω με απάθεια και αηδία.

Η Μάρθα αμέσως χλώμιασε και με κοίταξε εκπληκτικά.

Μάλλον κατάλαβε γιατί λέω...

《Να σου εξηγήσω》ψέλλισε  πήγε να έρθει κοντά μου.

《ΜΗΝ ΤΟΛΜΉΣΕΙΣ ΑΝ ΜΕ ΒΑΡΙΌΣΟΥΝ ΝΑ ΜΟΥ ΤΟ ΈΛΕΓΕΣ ΚΑΙ ΌΧΙ ΝΑ ΜΕ ΚΕΡΑΤΩΝΕΣ》ούρλιαξα.

《Χρήστ-》πήγε να μου πει αλλά την σταμάτησα.

《Εμείς οι δύο τέρμα》έφτυσα μία-μία τις λέξεις.
Και έφυγα απο εκεί...

Συνεχίζεται...

Είσαι το φώς μέσα στο σκοτάδι μου Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα