Κεφάλαιο 62

1.3K 70 86
                                    

Αλέξανδρος pov

Εδώ και μια εβδομάδα κάνω τα πάντα για να μου μιλήσει της αφήνω ραβασάκια μέσα στον φωριάμο και στην τσάντα.

Τα πετάει...

Αλλά εγώ συνεχίζω να της στέλνω, κάθομαι δίπλα της στην λογοτεχνία αλλά δεν με κοιτάει ούτε μια φορά και αυτο με σκοτώνει. Παω και κάθομαι στο τραπέζι της την ώρα του μεσημεριανού μερικές φορές φεύγει, άλλες δεν μπορεί να φύγει γιατί δεν υπάρχουν κενές θέσεις και αρχιζω να της μιλάω για τα νέα μου.

Της λέω για την προπόνηση μπάσκετ για το πόσο με δυσκολεύουν μερικά μαθήματα, αν νικάω στους αγώνες μποξ για τα πάντα. Αλλά δεν μου μιλάει μονο τρώει και φεύγει...

Δεν θέλω να φεύγει....

Ήταν λάθος μου που πηγα με άλλη δεν έπρεπε την πλήγώσω και τώρα δεν ξέρω τι να κάνω για να την ξανα φέρω κοντά μου. Με απομακρύνει και δεν το αντέχω.

Αυτο τον καιρό παίρνω συχνότερα αντικαταθλιπτικά χάπια. Και κοιμάμαι με το ζόρι τέσσερις ώρες.

Δεν ξέρω γιατί τα έκανα όλα τόσο χάλια. Ίσως απο το θυμό μου που δεν με εμπιστεύεται, ίσως επειδή πάντα θα ειμαι ο μαλάκας Άλεξ που πληγώνει αυτούς που αγαπάει.

Άμα τα ξανα βρούμε θα της πω τα πάντα και για τους γονείς μου, την κατάθλιψη και τα χάπια δεν θα της κρύψω τίποτα. Θα της κάνω έρωτα και θα προσπαθήσω να της μείνω πιστός.

Γιατί η Ελβίρα έγινε σημαντικό άτομο στην ζωή μου, είναι το κορίτσι που εχω ερωτευτεί και αγαπώ δεν μπορεί να με αφήσει ούτε να την αφήσω για μια μαλακία της στιγμής που δεν σημαίνει τίποτα για εμένα.

Ετσι και αλλιώς είμασταν σε διάσταση μπορούσα να κάνω ότι θέλω. Με τις πράξεις μου όμως την απομάκρυνα και τώρα είμαστε χωριστά. Φταίω μονο εγώ η εμπιστοσύνη θα χτίζονταν με το καιρό,ποτέ θα προλάβαινε σε δυο μήνες που τα είχαμε να με εμπιστευτεί στα τυφλά αυτά θέλουν χρόνο.

Πριν μια ώρα είδα τον Θάνο και το κοριτσάκι μου να μιλάνε στον διάδρομο ήταν πολυ κοντά. Και εμένα μου έρχονταν να παω να σπάσω τα μούτρα του πούστη, συγκρατήθηκα πολυ γιατί ειμαι σίγουρος πως η Ελβίρα άμα πλάκωνα τον φιλο όπως τον αποκαλεί αλλά ειμαι σίγουρος πως δεν είναι δεν θα μου ξανα μιλούσε ποτέ... 

《Που πας ρε ;;》μου φώναξε ο Χρήστος   όταν τελείωσε την διάλεξη ο άλλος ο παπάρας.

《Δεν θα προλάβω να καθήσω δίπλα της》του φώναξα και αυτός στριφογύρισε τα μάτια του ενοχλημένος.

Είσαι το φώς μέσα στο σκοτάδι μου Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα