Κεφάλαιο 31

4.2K 233 0
                                    

Η Ηλέκτρα καθόταν στο δωμάτιό της και σκεφτόταν.
Τι να εννοούσε ο Ανδρέας με το "ότι σκεφτόταν και για τους δύο τους"; Σχετικά με ποιό πράγμα;
Όπως και να είχε, ένιωθε άσχημα που του φέρθηκε έτσι. Είχε καταλάβει ότι τον πλήγωσε. Ένιωθε ανόητη και αφελής που πίστεψε ότι θα κατάφερνε να αποδράσει.
Αλλά ήταν τόσο κοντά.
Τώρα απλά έκανε ακόμα χειρότερα τα πράγματα.
Είχε καταφέρει να κερδίσει μια πιο ευνοϊκή συμπεριφορά από τον Ανδρέα, έστω και ασυναίσθητα και τώρα την έχασε. Έπρεπε να επανορθώσει.
Αποφάσισε να πάει στο δωμάτιό του για να εξιλεωθεί.

Άνοιξε σιγανά την πόρτα.
Περίμενε να τον βρει να κοιμάται, αλλά αυτός στις τέσσερις τα χαράματα ήταν στο λάπτοπ και δούλευε. Εξεπλάγει που την είδε, αλλά εκεί που ένιωθε κάπως να ηρεμεί, ο θυμός φούντωσε πάλι μέσα του.

- Γιατί δουλεύεις ακόμα; Χρειάζεσαι ύπνο.
Είπε ήρεμα και με στοργή.
Δεν μπορούσε όμως να τον συγκινήσει
- Ηλέκτρα βγες έξω!
- Οχι! Ανδρέα σε παρακαλώ. Έχεις δίκιο σε όλα! ~Τον πλησίασε.~ Συγχώρησέ με!

Είχε κάτσει στα γόνατά της, βρισκόταν λίγο πιο χαμηλά από αυτόν. Τοποθέτησε το χέρι της στο πρόσωπό του και εκείνος ένιωσε να ηλεκτρίζεται.
Δεν σταμάτησε να την κοιτάει μέσα στα μάτια. Προσπαθούσε να την αποκρυπτογραφίσει.
Ακούμπησε το χέρι του πάνω στο δικό της και το απομάκρυνε από το μάγουλό του. Πιάνοντάς της το χέρι σηκώθηκαν και την κατεύθυνε προς την πόρτα.

Η Ηλέκτρα σταμάτησε.
- Μην με διώχνεις. Ξέρω ότι ήμουν λάθος, αλλά σημαίνεις πολλά για μένα!

Ο Ανδρέας αιφνιδιάστηκε.
Τον φίλησε, αλλά εκείνος δεν αντέδρασε. Την έπιασε βίαια από το λαιμό και τη κόλλησε στη πόρτα.
Η Ηλέκτρα τρόμαξε.
- Μην τολμήσεις να ξανανοίξεις το στόμα σου για να πεις κάτι που δεν εννοείς! ~Της μιλούσε άγρια και τα πρόσωπά τους απείχαν ελάχιστα μεταξύ τους.~ Τα κάνεις όλα σκατά και μετά μ' ένα φιλί νομίζεις πώς όλα θα είναι όλα εντάξει; Τέτοια είσαι τελικά. Τώρα αποκαλύπτεις τον αληθινό σου εαυτό. Κρίμα! Νόμιζα ότι ήσουν διαφορετική από τις άλλες!

Είχε πληγωθεί παραπάνω από όσο νόμιζε η Ηλέκτρα.
Παραπάνω απ' όσο νόμιζε ο ίδιος.
- Πάντα ήμουν ο εαυτός μου. Δεν θα άλλαζα για κανένα και για τίποτα. Το ξέρεις αυτό! ~Το ήξερε αυτό.~ Δεν σου έχω πει ποτέ ψέματα. ~Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια της κοιτούσε στο πάτωμα και μετά στα μάτια του.~ Ό,τι σου έχω πει το εννοούσα. Δεν έχω ξανανιώσει έτσι για κανέναν άλλο!
Της είχε χαλαρώσει το κράτημα για να μπορεί να μιλήσει και τώρα που είπε αυτά, δεν ήξερε πώς να αντιδράσει.

- Δεν αφορούσε εσένα. Δεν έφυγα από σένα! Έφυγα από το σπίτι και την καταπίεση που το συνοδεύει. Πρέπει να με καταλάβεις.
Ξανακοίταξε κάτω. Ο Ανδρέας αποτραβήχθηκε.
- Ηλέκτρα, φύγε.
- Δεν θα σε συγχωρήσω ποτέ που με έφερες πίσω!
- Δεν θα σε συγχωρήσω ποτέ που έφυγες!
- Δεν ήθελα να σε πληγώσω.
Και έφυγε από δωμάτιο.

- Δεν με πλήγωσες. Μου ράγισες τη καρδιά.
Είπε στη κλειστή πόρτα και μόλις συνειδητοποίησε τί είπε, γύρισε έξαλλος και πέταξε με δύναμη το ποτήρι με το ουίσκι στη πόρτα.

Δυο μέρες τριγυρνούσαν μέσα στο σπίτι και τον ελαιώνα, αλλά μόνο ματιές αντάλλασσαν.
Ο Ανδρέας δεν είχε πει πουθενά για το περιστατικό με την Ηλέκτρα. Δεν ήθελε να αποκτήσει προβλήματα, γιατί η αλήθεια ήταν ότι ό,τι και να έκανε αυτός δεν μπορούσε να σταματήσει απλά να νοιάζεται και να την θέλει σαν τρελός.
Το γεγονός ότι προσπάθησε να φύγει τον συντάραξε πολύ και τον πλήγωσε βαθύτατα. Απογοητεύτηκε, γιατί είχε προσδοκίες για τη σχέση τους.
Και ξαφνικά εκεί που την παρακαλούσε αυτός να είναι μαζί, τώρα τον παρακάλεσε εκείνη.
Όσο και αν ήθελε να τα αφήσει όλα πίσω του και να την πάρει αγκαλιά, ο πληγωμένος του εγωισμός και το μυαλό του, τού υπαγόρευαν το αντίθετο.

Και οι δύο σκέφτονταν πολύ αυτές εκείνες τις μέρες.
Ο Ανδρέας φοβόταν, μήπως δεν εννοούσε αυτά που του είπε εκείνο το βράδυ, αλλά από την άλλη του έδιναν ελπίδες και αυτοπεποίθηση. Ήθελε να είναι ο μοναδικός γι' αυτήν, όπως ήταν και αυτή γι αυτόν.
Η Ηλέκτρα δεν ήξερε τι ένιωθε. Σίγουρα τον ήθελε, όμως πάντα υπήρχε ένα "αλλά" στο πίσω μέρος του μυαλού της. Το γεγονός ότι την τράβηξε πίσω λίγο πριν γευτεί την ελευθερία, την έκανε έξαλλη.

Το βράδυ καθόταν ο Ανδρέας με τον αδελφό του και έβλεπαν τα παιδιά του να παίζουν παραδίπλα.

Σε λίγο έφυγε το ένα από το σαλόνι και γύρισε με την Ηλέκτρα, να την τραβάει από το χέρι για να έρθει να παίξει μαζί τους. Αυτή γελούσε, αλλά σοβάρεψε απότομα όταν είδε τον Ανδρέα, ο οποίος την κοιτούσε έντονα.
Έκατσε στο πάτωμα μαζί με τα παιδάκια και άρχισε να παίζει μαζί τους χωρίς να δίνει σημασία στους άντρες του δωματίου.
Κάποια στιγμή σήκωσε το βλέμμα της και ο Ανδρέας ακόμα την κοιτούσε. Αυτή γύρισε το βλέμμα της αλλού.

- Πρόσεχε αδελφέ. Θα πάθουν τίποτα τα μάτια σου. ~Ψιθύρισε και ο Ανδρέας γύρισε να τον κοιτάξει.~ Συμβαίνει κάτι που δεν ξέρω;
- Τίποτα σπουδαίο.
- Εμένα ποτέ δεν μπόρεσες να με ξεγελάσεις! Σας έχω πάρει χαμπάρι, μπορεί και οι υπόλοιποι. Εγκρίνω αν σ' ενδιαφέρει.
Ο Ανδρέας τον κοίταξε έκπληκτος. Τον έκανε ένα νεύμα ευγνωμοσύνης και με ένα άλλο του φανέρωσε ότι η κατάσταση ήταν μπερδεμένη και σκατά.
- Τα πράγματα είναι πιο απλά από ότι νομίζεις. Αρκεί να θέλεις.
- Θέλω.


Η ΕγγύησηWhere stories live. Discover now