VIII - Tail

49 6 2
                                    

Τα μάτια μου άνοιξαν ξαφνικά, λες και με είχε ξυπνήσει ο ήχος από το ξυπνητήρι. Όμως κανένα ξυπνητήρι δεν υπήρχε. Ήθελα μόνο να βεβαιωθώ πως όσα θυμόμουν για χθες το βράδυ ήταν αλήθεια. Τσιμπήθηκα. Το κεφάλι μου πονούσε, ίσως από το πολύ κρασί. Έψαξα με τις άκρες των ματιών μου τη Σούνμι, όμως δεν ήταν στο δωμάτιο. Αγχώθηκα. Είχε φύγει, όπως και τις προάλλες. Κι αν νόμιζε πως αυτό που έγινε ήταν απλά περιστασιακό σεξ και όχι κάτι βαθύτερο;

"Ξύπνησες;" Είδα αμέσως να ξεπροβάλλει ένα κεφάλι από την ξύλινη πόρτα απέναντί μου. Ήταν εκείνη. Οι ρυθμοί της καρδιάς μου επανήλθαν. Στεκόταν εκεί περιμένοντας την απάντησή μου. Φορούσε μια oversized μπλούζα μου κι από κάτω μόνο το εσώρουχό της. Τα μαλλιά της ριγμένα όπως πάντα στους ώμους της, επιμελώς ατιμέλητα. Το βλέμμα της αγουροξυπνημένο.
"Καλημέρα." Ψέλλισα μη μπορώντας να συνειδητοποιήσω πως δεν ονειρευόμουν. "Έμεινες!"

"Ναι, είδες;" Αποκρίθηκε με ένα χαμόγελο στα χείλη της. Με προσέγγισε στο κρεβάτι κι έσκυψε για να μου δώσει ένα φιλί. Με κοίταξε κατάματα. "Θα πρέπει να φύγω όμως σε λίγο, γιατί έχω κάποιες δουλειές."
Αφού σηκώθηκα κι έπλυνα τα δόντια και το πρόσωπό μου, καθίσαμε στην κουζίνα για να φάμε πρωινό. Ο Τζέμπομ είχε ετοιμάσει ένα υπέροχο πρωινό τραπέζι. Σκεφτόμουν βέβαια πως ίσως να ένιωθε κάπως άβολα, που η Σούνμι είχε περάσει το βράδυ σπίτι μας. Θα το συζητούσα με τον ίδιο μετά. Είχαμε γενικά και τον άτυπο κανόνα «όχι κοπέλες το βράδυ στο σπίτι»...

Περάσαμε το πρωινό μας μιλώντας για τη δουλειά και τις ανησυχίες μας. Μου άρεσε να βλέπω αυτή τη γυναίκα να γίνεται μέρος της καθημερινότητάς μου. Την ήθελα στην ημέρα μου. Με έκανε να χαμογελώ και να τη χαζεύω κάθε φορά που μιλούσε. Ο τρόπος που εκφραζόταν μου προκαλούσε ρίγος. Είχε σθένος και επιχειρήματα, ήταν συγκαταβατική και πολύ καλός ακροατής. Πού βρισκόταν τόσα χρόνια!

Όταν έφυγε από το διαμέρισμα έπιασα τον Τζέμπομ για να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα.
«Τζέι;» Τον προσέγγισα διστακτικά.
«Ναι;» Αποκρίθηκε. Δεν με κοιτούσε.
«Είμαστε εντάξει; Ελπίζω να μην ένιωσες άβολα που η Σούνμι έμεινε εδώ.»
Δεν απάντησε. Άρχισε να πλένει τα πιάτα στον νεροχύτη.

«Τζέμπομ;» Προσπάθησα ξανά.
«Τι θέλεις;!» Φώναξε και τότε μόνο γύρισε να με κοιτάξει. Άρχισα κι εγώ να τρέμω.
«Πολύ καλά... Άσε. Κατάλαβα!» Είπα κι έφυγα από το σπίτι τσαντισμένη. Ήθελα να βρίσκομαι οπουδήποτε εκτός από κοντά του.

TAIL 꼬리 • Sunmi 이 선미Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin