( Μέρος ΙΙΙ ) Η σιωπή που κομματιάζει την καρδιά μου

146 15 57
                                    

Κλείσε τα παράθυρα, ακόμη βρέχει. Η μυρωδιά, πάντα η ίδια. Ούτε αυτή συνηθίζεται, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Σαν σημείο αναφοράς, σαν την αρχή. Τον ενθουσιασμό της αρχής, την τρέλα της νεότητας και την ελευθερία των δεκαοχτώ. Έτσι μυρίζει κι αυτό θυμίζει. Όπως αισθάνεσαι όταν κοιτάς μια παλιά φωτογραφία, όταν γυρνάς στο σπίτι σου μετά από καιρό.

Είναι τόσο περίεργη η ζωή, τελικά, που όλα τα «ποτέ» και τα «με τίποτα» είναι γραμμένα για να σε ξεγελάσουν. Στο τέλος, πάντα καταλήγεις να γελάς με την ομπρέλα δεμένη και κρεμασμένη στο χέρι σου. Με τα χάλια σου. Αυτά που σε κάνουν ωραιότερο.

Λένε, πως όταν σταματήσει η καταιγίδα δε θυμάσαι τι συνέβη, πόσο βράχηκες, σε ποια λακκούβα πάτησες, πόση ώρα σου πήρε να στεγνώσεις τα μαλλιά. Σε νοιάζει, απλώς, που πέρασε. Δεν ξέρω πόσα «σβήνει» η βροχή. Εγώ τα βλέπω όλα πάνω μου και πάνω σου. Πάνω μας, σαν ανεξίτηλο μαρκαδόρο.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

« Γιατί αγαπάς τόσο την βροχή, τους ωκεανούς, τα ποτάμια;»

« Διότι σε αντίθεση με τους ανθρώπους που έπρεπε να με αγαπήσουν καλύτερα, το νερό δεν φοβήθηκε ποτέ να με αγγίξει. Ακόμα κι όταν ήμουν κατεστραμμένος και σπασμένος»

Το αγόρι με τις ξανθές μπούκλες περίμενε μαζί με τους γονείς του στο δωμάτιο τους γιατρούς. Όλους τους, τους είχε λούσει κρύος ιδρώτας. Το μέλλον του μικρού κρινόταν από τις ανακοινώσεις των γιατρών που θα έρχονταν από λεπτό σε λεπτό. Η μητέρα του, του έσφιγγε το χέρι, ενώ ο πατέρας του προσπαθούσε να είναι γενναίος, να δείξει το καλό παράδειγμα στον γιό του. Το σωστό πρότυπο κι όντως τα κατάφερνε,5 χρονών παιδί παρηγορούσε την μητέρα του αντί να γίνεται το αντίθετο.

«Κύριε και κυρία Αδριανοπούλου μπορούμε να σας μιλήσουμε;» Η αναμονή είχε τελειώσει. Όλα κρίνονταν στα επόμενα λεπτά.

« Απόλλων μου θα μείνεις εδώ ήσυχος να περιμένεις την μαμά και τον μπαμπά εντάξει;» τον φίλησε στο μέτωπο. Το αγόρι έγνεψε. Οι γονείς του ακολούθησαν τους γιατρούς στο γραφείο του διευθυντή της παιδιατρικής ενώ το αγόρι κοιτούσε τα σημάδια στο δέρμα του.

« Θες καμία καραμελίτσα;» του πρόσφερε μια νοσηλεύτρια αλλά εκείνο αρνήθηκε ευγενικά. «Μην τα πειράζεις» του φώναξε πλησιάζοντας τον και κατέβασε τα μανίκια της ζακέτας του για να καλύψει τα μελανώματα.

Ciao AmoreWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu