Επίλογος: Εσύ το κύμα κι εγώ ο αέρας που φυσά

233 14 22
                                    

Από το παράθυρο δε φαίνεται το φεγγάρι, σαν να χάθηκε απόψε. Λες κι έχει ραντεβού σε άλλη συνοικία, με κάποια άλλη τούτη τη νύχτα. Μοιάζει ακόμη πιο μαύρος ο ουρανός απ' ό,τι συνήθως. Ίσα που λαμπυρίζουν λίγα αστέρια μες στη μουντίλα. Έτσι όπως φωτίζουν τα μάτια μιας ψυχής, το σκοτάδι.

Κάπως απότομα ηχεί στα αφτιά μου κάτι όμορφο, μια γνωστή μελωδία που δεν μπορώ ακόμα να διακρίνω, αλλά με γεμίζει τόσο πολύ και γλυκαίνει το μέσα μου. Είναι ερεθιστική και ταυτόχρονα λίγο μελαγχολική, με ταξιδεύει σε μέρη, σε νύχτες που το σκοτάδι μου άγγιζε το σκοτάδι σου, σε μέρες που το φως μου άγγιζε το φως σου.

Το φαγητό που καίγεται με επαναφέρει στο παρόν και μου φωνάζει πως ζω μια σαπουνόπερα. Αναζητώ επίμονα να δω πού κρύβεται το φεγγάρι, σαν να βλέπω μια λάμψη στο βάθος.

Περνά από το μυαλό μου σαν σκιά η θύμησή τους. Έχω καιρό βλέπεις να τους δω και ξεκίνησα να τους λησμονώ, να τους ψάχνω σε μουσικές, σε παραστάσεις.

Να τον ψάχνω σε ξενύχτια με φίλους.

Να τους ψάχνω σε νύχτες που το φεγγάρι σβήνεται τελείως και μαζί του σβήνονται κι εκείνοι, κι εκείνος.

Αναζητώ τη φωνή τους/ του σε δρόμους, πλατείες και μαγαζιά κι όποτε ακούω κάποια που της μοιάζει, γυρνάω το κεφάλι και κάνω μια νοερή αγκαλιά στον εαυτό μου για να προετοιμαστεί ότι δε θα τους/τον ακούσει ούτε σήμερα.

Γυρίζουν στο νου μου οι σκέψεις που ποτέ δεν μπόρεσα να τους εκφράσω, να του εκφράσω. Αυτές που στην δεύτερη περίπτωση δεν θα λατρεύονταν ποτέ.

Το φεγγάρι θα φανεί ξανά αύριο κι εσύ όχι, τα αστέρια θα χαρούν για την παρέα τους κι εγώ θα ψάχνω τη δική μου.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

« Κυρία Αδριανοπούλου...»

« Κυρία Ροδίτη» τον διόρθωσε.

« Με συγχωρείτε. Τα πράγματα είναι σοβαρά...»

Κάθισε για λίγο στο αμάξι και δοκίμασε διάφορα χαμόγελα, μέχρι να αποφασίσει ποιο είναι το καταλληλότερο για να μην κινήσει υποψίες.

Η Μπέλα μόλις την είδε έτρεξε στην αγκαλιά της. «Μου έφερες λεμονόπιτα;»

Της χαμογέλασε και για μια στιγμή νόμιζε ότι η μάσκα που φόρεσε θα διαλυθεί. Της έδωσε την σακούλα από το σούπερ μάρκετ και έτρεξε στο μπάνιο. Την στιγμή που άφηνε το μαλλί της κάτω, άνοιξε την πόρτα η γιαγιά Δάφνη.

Ciao AmoreWhere stories live. Discover now