Κεφάλαιο 17

159 14 2
                                    

Μετά από λίγο ο Βασίλης κοίταξε κάτι στην οθόνη του κινητού του.

-Έλα ας πάμε σπίτι. Οι άλλοι θα μας περιμένουν.

Εγώ συμφώνησα με ένα νεύμα και αφού σηκωθήκαμε πήραμε το δρόμο για το σπίτι. Στην διαδρομή δεν μιλήσαμε πολύ.

Όταν μπήκαμε μέσα τους βρήκαμε όλους να συζητούν ανήσυχοι. Ήταν όλοι εκεί εκτός από τον Ορέστη.Τον αναζήτησα με το βλέμμα μου, αλλά εκτός του ότι δεν τον βρήκα πουθενά η Ειρήνη και η Μαιριτίνα με αγκάλιασαν με θέρμη μιλώντας χωρίς να τις πολυκαταλαβαίνω.

-Πού ήσουν?, είπε η Ειρήνη σκουπίζοντας τα δάκρυα από τα μάτια της.

-Ανησυχήσαμε τόσο πολύ ρε Μάγια! Δεν φαντάζεσαι πόσο!, είπε η Μαιριτίνα με παραπονεμένο ύφος.

-Ηρεμήστε! Είμαι καλά., τις καθησύχασα

Σειρά τώρα είχε ο Μίλτος.

-Να μας πεθάνεις έχεις σκοπό ρε μικρό?, είπε αγκαλιάζοντάς με σφιχτά.

-Όχι! Είμαι καλά Μίλτο μου., είπα αγκαλιάζοντάς τον.

Μετά με πλησίασε ο Άγγελος.

-Τα παιδιά μου είπαν τι έχει γίνει και λυπάμαι πολύ.

-Α σου είπαν?, είπα κοιτάζοντας απειλητικά τους υπόλοιπους που κάθονταν στους καναπέδες και με κοιτούσαν ένοχα!

-Ναι! Ελπίζω να μην σε πειράζει...

-Όχι! Είναι Ok! Μην ανησυχείς!

Και για να ελαφρύνει την φορτισμένη ατμόσφαιρα ο Βαλάντης σηκώθηκε , με αγκάλιασε και είπε δυνατά.

-Ρε δεν σας τα 'πα? Πάλι θα γύρναγε! Κακό σκυλί ψώφο δεν έχει!

Εγώ του σήκωσα το μεσαίο μου δάχτυλο και όλοι ήταν σκασμένοι στα γέλια!

-Απαπαπα Μάγια τι πράγματα είναι αυτά μικρό παιδί?, με ρώτησε εκείνος και εγώ άρχισα να γελάω μαζί με τους άλλους.

Ξαφνικά θυμήθηκα τον Ορέστη. Αλλά επειδή δεν ήθελα να νομίζει κανείς ότι με νοιάζει ρώτησα διακριτικά στο αυτί την Ειρήνη.

-Πού είναι ο Ορέστης?

-Θα ερχόταν να σε βρει. Ανησύχησε πολύ.

Και μετά από λίγο συμπλήρωσε

-Μάγια, μήπως ήρθε η ώρα να μιλήσετε οι 2 σας? Ίσως βοηθήσει λίγο.

-Δ-δ-δεν ξέρω... Θα δούμε, είπα προσπαθώντας να αποφύγω την συζήτηση.

-Καλά, είπε λίγο απογοητευμένη

Να με προσέχεις... Where stories live. Discover now