01 : άγνωστοι

10.9K 682 127
                                    

Η ώρα στο ρολόι μου δείχνει εφτά παρά πέντε ακριβώς μόλις το τρένο σταματάει στις γραμμές της στάσης μου. Περιμένω ανυπόμονα να κατέβει ο κόσμος και ύστερα μπαίνω μέσα και κοιτάζω γύρω μου. Υπάρχουν μονάχα λίγες κενές θέσεις, όπως πάντα κάθε τόσο νωρίς το πρωί, και προχωράω στο βάθος. Τελικά βολεύομαι σε μία θέση δίπλα από το παράθυρο και βγάζω το βιβλίο της άλγεβρας από την τσάντα μου. Δεν έχω προλάβει να διαβάσω, για το διαγώνισμα, σχεδόν ένα ολόκληρο κεφάλαιο. Η κυρία Morisson θα αρχίσει πάλι την γκρίνια της και δεν έχω καμία όρεξη.

"Με πάτησες" λέει κάποιος. Η προφορά ακούγεται Βρετανική.

Σηκώνω το κεφάλι μου και βλέπω να κάθεται, ακριβώς απέναντί μου, ένα αγόρι με σγουρά, καστανά μαλλιά και πράσινα μάτια.

"Παρακαλώ;" συνοφρυώνω μπερδεμένη.

"Λέω ότι πάτησες τα καινούρια μου παπούτσια και δεν ζήτησες καν συγγμώμη" αναφέρει.

Χαμηλώνω το βλέμμα μου για να κοιτάξω τα πόδια του. Φοράει γκρι μποτάκια, αλλά είμαι σίγουρη πως δεν τα ακούμπησα καν. Πρώτον θα το ένιωθα και δεύτερον έξω έχει βρέξει. Αν τον είχα όντως πατήσει τότε το πάνω μέρος από τα μποτάκια του θα είχε γεμίσει με λάσπη. Αυτά όμως είναι πεντακάθαρα, πιο καθαρά και από όταν η μαμά καθαρίζει τα τζάμια του σπιτιού.

"Λοιπόν, δεν πρόκειται να ζητήσω συγγνώμη εφόσον δεν έκανα τίποτα".

Γυρνάω πάλι στο βιβλίο μου, μα νιώθω το σοβαρό του βλέμμα ακόμη επάνω μου.

"Άρα με βγάζεις ψεύτη;" ρωτάει.

"Απλώς υπερβολικό" τον διορθώνω.

Του παίρνουν μερικά μόνο δευτερόλεπτα για να απαντήσει. Τα μάτια του σκουραίνουν και οι γωνίες στο πρόσωπό του γίνονται λίγο πιο έντονες από πριν.

"Συγγνώμη, αλλά είναι καινούρια και μάλιστα Gucci;" ακούγεται σαν ερώτηση. "Δε μπορείς να τα πατάς και μετά να το παίζεις ανήξερη".

Στροβιλίζω τα μάτια μου. Δε το πιστεύω ότι όλη αυτή η φασαρία συμβαίνει επειδή υποτίθεται ότι πάτησα τα Gucci μποτάκια του. Αυτό όμως που δεν ξέρει είναι ότι είμαι πολύ εγωίστρια για να ζητήσω συγγνώμη και ειδικά για κάτι που δεν έφταιξα ούτε στο ελάχιστο.

"Εντάξει" είναι το μόνο που λέω.

"Εντάξει;" ρωτάει.

"Ναι".

"Δε πρόκειται να μου ζητήσεις συγγνώμη;" πάλι ρωτάει.

"Όχι".

"Καλώς".

Επιστρέφω ξανά στην άλγεβρα. Γυρίζω σελίδα και ξεφυσάω επειδή δεν καταλαβαίνω σχεδόν τίποτα από αυτές τις ηλίθιες εξισώσεις. Πάω να γυρίσω στην επόμενη σελίδα, αλλά ένας οξύς πόνος στο πόδι με διαπερνάει. Ρίχνω το βλέμμα μου χαμηλά και βλέπω το δεξί μου all star λερωμένο με λάσπη.

"Είσαι σοβαρός;" τον κοιτάζω.

"Τι πράγμα;" το παίζει ανήξερος.

"Μόλις με πάτησες" εξηγώ.

"Αυτό δεν είναι αλήθεια".

Νιώθω τα νεύρα μου να χτυπάνε κόκκινο. Από την μία το διαγώνισμα άλγεβρας που θα γράφω σε λίγο και από την άλλη αυτός ο άγνωστος που έχει βαλθεί να μου χαλάσει τη μέρα. Ρίχνω άλλη μία ματιά στο, γεμάτο λάσπη, all star μου και προσπαθώ να συγκρατηθώ και να μην ουρλιάξω που με πάτησε επίτηδες.

"Ξέρεις κάτι; Δε θα ασχοληθώ" λέω.

"Δεν είχα σκοπό να ασχοληθώ, επίσης" αντιγυρίζει.

Μπορώ να νιώσω μερικά άτομα να μας κοιτάνε και στοιχηματίζω πως έχουμε γίνει θέαμα στο μισό βαγόνι. Ένα αγόρι με καστανά μαλλιά κρυφογελάει μαζί μας και δύο κορίτσια συζητάνε ψιθυριστά για το σκηνικό που έχει παιχτεί μεταξύ του αγνώστου και εμένα. Παίρνω μία ανάσα και προσπαθώ να μην πω τίποτα, αλλά δε κρατιέμαι.

"Είσαι κόπανος". Βάζω το βιβλίο πίσω στην τσάντα μου και τραβάω το φερμουάρ για να κλείσει.

"Και εσύ αγενής" λέει.

"Ψώνιο".

"Εγωίστρια" αντιγυρίζει.

Το τρένο σταματάει σε μία στάση πριν από αυτή που είχα σκοπό να κατέβω. Τον κοιτάζω μία τελευταία φορά, άναυδη με όσα έγιναν και όσα ειπώθηκαν, και χωρίς να μιλήσω καθόλου προσπερνάω τον κόσμο και βγαίνω από το βαγόνι γεμάτη νεύρα. Τι ηλίθιος...

Hello, darlings! Καινούρια ιστορία γιατί λογικά μπορώ και δε τη παλεύω. Ευχαριστώ όσες την διαβάσετε. Μη ξεχάσετε να αφήσετε μία ψήφο και ένα σχόλιο παρακαλώ! 🐝

𝐒𝐭𝐫𝐚𝐧𝐠𝐞𝐫𝐬Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα