▪4▪

1.5K 139 26
                                    

Αξελ pov

"Ρε εισαι ηλιθιο;!" αρχιζω να φωναζω μολις εφυγε η Μαντισον.

"Σιγα την γκομενα. Πανε βρες αλλη αν θες" απανταει ο Ελιοτ και ειλικρινα, θελω να τον σκοτωσω εδω και τωρα.

"Δεν ειναι γκο-με-να!
Τι δεν καταλαβαινεις!"

"Και τοτε γιατι ηταν εδω;"

"ΔΕΝ ΦΤΑΙΩ ΕΓΩ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΙΓΟ
ΝΑ ΤΗΝ ΒΙΑΣΕΙ Ο ΝΤΙΕΓΚΟ ΣΕ ΜΙΑ ΓΩΝΙΑ!" ουρλιαζω με θυμο και μενουν
καγκελο.

"Και οι επιδεσμοι;"

"Την γρατζουνισε.. Ασχημα"

"Ωω ρε θα τον γαμησω τον παλιο πουστη" αρχιζει να λεει ο Λιο.

"Ενα θα σου πω" απευθυνομαι
στον Ελιοτ. "Μην τολμησεις να την
ξανα προσβαλεις, αλλιως πεθανες"

Ανεβαινω τις σκαλες και κοπαναω
την πορτα του δωματιου μου.
Καθομαι στο κρεβατι μου και
βαζω τα χερια μου στα ματια μου.

Ξεφυσαω και αρχιζω να ξεντυνομαι.
Φοραω μονο μια φορμα και βγαινω
εξω απο το δωματιο μου.Προχωραω
στο τριτο οροφο σε ενα αλλο δωματιο
για να ξεσπασω.

Φοραω δυο ειδικα γαντια και αρχιζω
να ριχνω μπουνιες στον σακο.

Παλι καλα το εχω πιασει εγω και ειναι μονο δικο μου.

Μετα απο μια ωρα εξασκησης
παω στο μπανιο να κανω ενα ντουζ.
Ξαπλωνω στο κρεβατι του δωματιου
μου και κλεινω τα ματια μου.

Ελπιζω αφου εφυγε να μην εγινε τιποτα κακο.

Μαντισον pov

Μπαινω μεσα στο σπιτι και ξεφυσαω
ανακουφισμενη, ακουμπωντας τις
τσαντες στον παγκο.

Αμεσως παω στο δωματιο μου και
αλλαζω, φορωντας τις πιτζαμες μου.
Αποφασιζω να φτιαξω να φαω
μακαρονια με σαλτσα και
βαζω την κατσαρολα στο ματι.

Την γεμιζω με νερο, ριχνω λιγο
αλατι και βαζω τα μακαρονια.
Φτιαχνω την σαλτσα και, οταν
ηταν βρασμενα, τα μακαρονια τα
σερβιρα σε ενα βαθυ πιατο.

Εβαλα απο πανω τριμμενο τυρι
και αρχισα να τρωω. Τελειωσα
και μαζεψα το τραπεζι.

Κοιταζω την ωρα και παω να
ετοιμαστω για την δουλεια.
Φοραω τα ρουχα μου και
κουμπωνω το παλτο μου.

Παιρνω την τσαντα μου
και βγαινω εξω. Περπαταω
εως το εστιατοριο και
μπαινω μεσα.

Χαιρεταω το αφεντικο μου
και παω σε ενα δωματιακι
στο πισω μερος. Φοραω
την ποδια μου και
μιλαω με την μαγειρισσα.

***

Σημερα βρηκε να πεσει πολλη δουλεια.
Σκεφτομαι κοιτοντας το ρολοι που εδειχνε
μια το βραδυ.

Βλεπω το αφεντικο μου να με πλησιαζει και τριβω τα ματια μου για να μην φαινομαι νυσταγμενη.

"Μπορεις να φυγεις νωριτερα Μαντισον.
Ξεχασα τελειως οτι εχεις σχολειο" λεει ευγενικα και ειμαι ευγνωμων
που δεν ετυχα καποιον αυστηρο.

"Οχι κυριε ειμαι μια χαρα. Εξαλλου
χρειαζομαι τα λεφτα" απαντω, απορριπτοντας την προταση του.

"Δεν θα μειωθει τιποτα απο τον μισθο σου, τωρα σε παρακαλω πηγαινε σπιτι" τα γερασμενα, καλοκαρδα ματια του με
παρακαλουσαν και χωρις να θελω να τον κουραζω, εβγαλα την ποδια μου και την αφησα στον παγκο.

"Να προσεχεις" μου ειπε πριν φυγω και εγνεψα.

Απο τοτε που αρχισα να δουλευω στο εστιατοριο μου ειχε αδυναμια. Ισως γιατι με νιωθει ως την κορη που ποτε δεν ειχε.

Του ειχα πει το πως εφτασα εδω
και αμεσως μου προσφερε βοηθεια. Καμια
φορα μου εδινε και λιγα χρηματα παραπανω. Βεβαια, το εβρισκα αδικο,
αλλα τον ευχαριστουσα ετσι κι αλλιως.

Φτανω στο σπιτι μου και μπαινω μεσα.
Δεν καθισα να φαω τιποτα, μιας και δεν
ειχα χρονο και πηγα κατευθειαν να
διαβασω. Εκανα οτι μπορουσα και
αφησα το κεφαλι μου να ακουμπησει
το μαλακο μαξιλαρι.



Flirting with Danger  Where stories live. Discover now