Κεφάλαιο 4.

65 10 0
                                    

 Έβλεπα πια το χώμα, το αεροπλάνο είχε προσγειωθεί και περίμενα να πάρω τα πράγματά μου.

Ο Χάρης και η Αντιγόνη από νωρίς είχαν αντιληφθεί πως ταξίδευα και κυριολεκτικά και μεταφορικά. Κάποια στιγμή, κατά την διάρκεια της πτήσεις, προσπάθησαν να καταλάβουν που με ταξίδευε το μυαλό μα δεν είχαν επιτυχία, αποφάσισαν να με αφήσουν, σίγουροι πως θα ερχόταν η στιγμή που θα μοιραζόμουν μαζί τους τις σκέψεις μου.

 Άνοιξα την πόρτα του σπιτιού μου, για καλή μου τύχη τα είχαν φροντίσει για ακόμα μια φορά όλα ο Χάρης με την Αντιγόνη, μια γνώριμη θαλπωρή με αγκάλιασε. Όσο και αν μου έλειπε από την καθημερινότητά μου η Τζούλια και ο Μάρκ, ο παράδεισός μου ήταν εδώ και εγώ δεν έβλεπα την ώρα να κλειστώ μέσα του, δεν είχα καταλάβει πως το μυαλό επιζητούσε την μοναξιά με σκοπό να τρέξει ελεύθερο σε εκείνον.

Ο επίμονος χτύπος του κινητού μου δεν με άφηνε να μπω στα μονοπάτια που είχε χαράξει το μυαλό μου, ήταν η Μαρία, πόσο σίγουρη ήμουν γι' αυτό πριν καν το δω;

-Γλυκιά μου έφθασες;

-ΑΧ! Μαράκι μου, μόλις που μπήκα στο σπίτι.

-Ξεκουράσου και το βράδυ σε θέλω έτοιμη για φαγητό έξω, επιτέλους ο Γιώργος θέλει να σε γνωρίσει.

-Δεν ξέρω για απόψε, αυτή την στιγμή είμαι κομμάτια, να το δούμε λίγο αργότερα;

-Οκ, σε αφήνω αλλά θα σε ξαναπάρω και ελπίζω στην θετική σου απάντηση, απόψε θα γνωρίσω και τον μεγάλο του αδελφό και δεν θέλω να είμαι μόνη μου.

-Δεν θα είσαι μόνη σου, θα είσαι με τον Γιώργο.

-Έλα μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις, σου έχω εξηγήσει. Ξεκουράσου θα τα πούμε αργότερα. Σε αγαπώ.

 Ήξερα, μου είχε μιλήσει από την αρχή της γνωριμίας της με τον Γιώργο. 

Πρώτη φορά την άκουγα τόσο ενθουσιασμένη, από την αρχή που γνωρίστηκαν μέχρι και σήμερα η φωνή της χρωματιζόταν κάθε φορά που μιλούσε γι' αυτόν. Μου τον περιέγραφε σαν ένα σπάνιο είδος άντρα, ευγενικό αλλά ταυτόχρονα κυρίαρχο, δεν ήθελα να της το χαλάσω, είχα πάψει από καιρό να πιστεύω σε τέλειους ανθρώπους, την άφηνα να το ζήσει με την ελπίδα να είναι όντως η εξαίρεση αυτός.

 Μπήκα στο ντουζ με μόνη σκέψη το αποψινό ραντεβού, όση κούραση και να είχα, δεν ήθελα να την αφήσω μόνη. Μου είχε μιλήσει για την οικογένεια του Γιώργου, πολύ πλούσιοι και αρκετά σνομπ, αυτή ήταν η σύντομη περιγραφή της που τα έλεγε όλα. Την έφερα στη σκέψη μου, μόνη απέναντι στον μεγαλύτερο αδελφό του, όχι δεν θα την άφηνα να το ζήσει.

Βγήκα από το μπάνιο και ένιωθα να έχει φύγει και το παραμικρό ίχνος της προηγούμενης έντασης που είχε κατακλύσει το κορμί μου. Για καλή μου τύχη τα φορέματα που είχα αγοράσει στο Λονδίνο υποστήριζαν και με το παραπάνω μια τέτοια περίσταση, φυσικά στο μυαλό μου ήρθε ο Ζακ και τα θαύματα που έκανε, δεν είχα την πολυτέλεια να αφήνομαι στα μαγικά του χέρια όποτε το ήθελα, θα έπρεπε να αρκεστώ στις δικές μου ικανότητες.

-Μαράκι, θα έρθω, πες μου ώρα και μέρος.

Για αρκετά λεπτά την άκουγα να βγάζει επιφωνήματα χαράς.

Αφού καταφέραμε να συνεννοηθούμε της το έκλεισα και ξεκίνησα να μεταμορφώνομαι. 

Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που με οδηγούσε στο να θέλω να ξεπεράσω τον εαυτό μου, το δικαιολόγησα ως ανάγκη να βγάλω την φίλη μου ασπροπρόσωπη, βαθιά μέσα μου ήξερα πως το ένστικτό μου με οδηγούσε κάπου, σύντομα θα το μάθαινα. 

Χωρίς ΟίκτοDonde viven las historias. Descúbrelo ahora