Κεφάλαιο 2ο

45 10 18
                                    

Οι ώρες πέρασαν βασανιστικά αργά μέχρι να φτάσω στο υπέροχο και σχετικά ήρεμο μπαράκι, το οποίο ανακαλύψαμε εγώ και η κολλητή μου πριν από δύο βράδια.

Πρώτα από όλα έκανα ένα κρύο ντουζ για να συνέλθω από την απρόσμενη συνάντηση μου με τον παλιό μου συμμαθητή. Δεν περίμενα ότι θα τον ξανασυναντούσα γενικότερα στην ζωή μου, αφότου εγκατέλειψα την Θεσσαλονίκη για τις σπουδές μου. Ούτε περίμενα ότι θα έβαζε μυαλό και θα φερόταν λιγότερο ειρωνικά, επιθετικά και εγωκεντρικά.

Στην συνέχεια έκανα ένα απαλό μακιγιάζ και φόρεσα μια κομψή κόκκινη ολόσωμη φόρμα με μαύρες γόβες. Διάλεξα στην τύχη μια μικρή τσάντα και αφού ψέκασα λίγο άρωμα, ξεκίνησα για τον προορισμό μου.

Εδώ και είκοσι λεπτά περιμένω τον παράξενο νεαρό, καθισμένη στο ξύλινο σταντάκι του μπαρ και τσεκάρω σε τακτά χρονικά διαστήματα τις κλήσεις μου. Δεν το πιστεύω ότι με έστησε ένα άτομο που επέμεινε τόσο πολύ για να βγούμε! Ειλικρινά αν δεν είχα παραγγείλει το αγαπημένο μου κρασί, θα είχα φύγει προ πολλού!

《Συγγνώμη που άργησα! Μου χάλασε το αυτοκίνητο στην μέση του δρόμου και περίμενα να φτάσει η οδική, πήρα αμέσως ταξί αλλά όπως φαίνεται άργησα λίγο..》Μία αντρική σχετικά απαλη και απολογητική φωνή ακούγεται από πίσω μου. Γυρίζω προς το μέρος του και παρατηρώ έκπληκτη τον νεαρό άντρα μπροστά μου. 《Είμαι ο Σταύρος, Σταύρος Γρηγορίου..》Απλώνει το χέρι του μπροστά μου για μια χειραψία.

Είναι λίγο πιο ψηλός από εμένα, γύρω στο ένα εβδομήντα πέντε, με γαλάζια ψυχρά μάτια και εβένινα σκούρα μαλλιά τα οποία είναι περιποιημένα. Φοράει ένα μαύρο τζιν και ένα σκούρο πράσινο πουκάμισο. Αυθόρμητα ένα χαμόγελο στολίζει τα χείλη μου και ο εκνευρισμός που ένιωθα πριν σαν να εξανεμίστηκε με μιας από μέσα μου.

《Είμαι η Λυδία, αν και λογικά το ξέρεις ήδη αυτό..》Απαντάω απαλά και ακουμπάω το χέρι μου στο δικό του. Εκείνη την στιγμή μια ζεστασιά εξαπλώνεται στο κορμί μου και ένα χαμόγελο στολίζει τα χείλη μου. Απομακρύνω το χέρι ,ου από το δικό του για να μην καταλάβει τις σκέψεις μου γι αυτόν.

《Κανένα πρόβλημα.. απλά πίστευα πως άλλαξες γνώμη.》 Παραδέχομαι με λίγη πικρία στην φωνή μου. Μόλις αντιλαμβάνομαι πόσο απελπισμένη ακούστηκα, κουνάω λιγάκι το κεφάλι μου και του δείχνω την καρέκλα απέναντι μου.《Κάθισε, μην στέκεσαι όρθιος. Εγώ έχω παραγγείλει αλλά θα τον φωνάξω και για σένα.》Χαμογελάω πιο αληθινά από κάθε άλλη στιγμή που έχω περάσει στην Αθήνα και με το χέρι μου τραβώ την προσοχή του σερβιτόρου. Αφού παραγγείλει και ο Σταύρος, το βλέμμα μου καρφώνεται στο δικό του και όλο μου  το άγχος εξαφανίζεται. Πλέον νιώθω ήρεμη, χαλαρή και έτοιμη για συζήτηση.

Γιατί με έσωσες;Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα