Κεφάλαιο 18

20 7 18
                                    

Ο Σταύρος δεν μου ανοίγει ή μήπως δεν είναι καλά για να το κάνει; Το άγχος ξεχειλίζει από το σώμα μου, το ένστικτο μου ουρλιάζει πως κάτι έχει συμβεί, πως κάτι δεν πάει καλά. Το τηλέφωνο μου εξακολουθεί να είναι κλειστό και επομένως προσπαθώ μια τελευταία φορά να χτυπήσω το κουδούνι. Δίχως αποτέλεσμα..

Είμαι έτοιμη να φωνάξω το όνομα του όταν η πόρτα ανοίγει ελαφρώς αλλά η μορφή του αγοριού μου δεν φαίνεται πίσω της. Εισέρχομαι μέσα και βγάζω τα παπούτσια μου στην άκρη.

«Γύρισα αγάπη μου!» Με το βλέμμα μου ψάχνω τον Σταύρο αλλά δεν υπάρχει πουθενά. Κρεμάω το παλτό μου στον καλόγερο και πηγαίνω στο σαλόνι γεμάτη απορία. Μία παράξενη μυρωδιά εισχωρεί στα ρουθούνια μου και αναζητώ την πηγή της. «Τι μυρίζει έτσι..» Μουρμουρίζω και παρατηρώ τρία άδεια μπουκάλια ουίσκι στο τραπέζι και στο πάτωμα. Πλησιάζω ελαφρώς προς το μέρος τους και σηκώνω το ένα στο χέρι μου. Τι στο καλό..

«Σε περίμενα νωρίτερα ζωή μου!» Αναπηδώ ολόκληρη καθώς η φωνή του Σταύρου ξεσκίζει την ατμόσφαιρα. Στέκεται όρθιος στην κάσα της πόρτας της κουζίνας και με κοιτάζει με συννεφιασμένο βλέμμα.

Χαμογελώ απαλά και κρύβω το μπουκάλι πίσω μου. «Η αλήθεια είναι ότι.. έμπλεξα λίγο στην σχολή. Είχαμε μια ιδέα για την διοργάνωση και έπρεπε να βρούμε τις κατάλληλες φωτογραφίες, να διακοσμήσουμε τον χώρο, να κάνουμε πρόβα. Ε φυσικά κάναμε και κάποια διαλείμματα για φαγητό και ξεκούραση. Ούτε που κατάλαβα πως πέρασε η ώρα. Έχω και καλά νέα όμως..» Τον πλησιάζω διστακτικά και βάζω το ελεύθερο χέρι μου στην τσέπη μου για να βγάλω την κάρτα του καθηγητή μου.

«Σε ποιον τα πουλάς αυτά ε;» Μου φωνάζει και με δύο κινήσεις μειώνει επικίνδυνα την απόσταση μεταξύ μας. Από τον τρόμο μου το μπουκάλι γλιστρά από το χέρι μου και σπάει στο πάτωμα σε χίλια κομμάτια.

«Τι.. τι εννοείς..;»

«Εννοώ πως κάποιος μου έστειλε αυτό.» Μία φωτογραφία μου στην μηχανή του Σωτήρη και εκείνος να μου βγάζει το κράνος. «Α και αυτό.» Μία ακόμη φωτογραφία με τον μεταπτυχιακό δίπλα μου να μου ψιθυρίζει κάτι. «Και τέλος αυτό!» Μία ομαδική φωτογραφία με τα παιδιά της ομάδας στην οποία τυχαίνει να με κρατάει από τους ώμους ένας συμφοιτητής μου.

«Δεν είναι όπως φαίνεται..» Το παγωμένο χέρι του τραβά βίαια το δικό μου και η κάρτα του καθηγητή μου πέφτει στο πάτωμα. Με βιαστικές κινήσεις την μαζεύει και γελάει ειρωνικά, ένα μοχθηρό και απόκοσμο γέλιο.. γέλιο ενός τρελού.

Γιατί με έσωσες;Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα