κεφάλαιο 6

17.5K 1.4K 36
                                    


ΧΡΙΣΤΙΝΑ

Την Κυριακή το πρωί σηκώθηκα με το ζόρι όπως ήταν φυσικό, μετά από τέτοια ξάγρυπνη νύχτα. Συναντηθήκαμε με την Λυδία στο μέρος που συνήθιζε να τρέχει και μετά από μερικές ασκήσεις που μας έβαλε να κάνουμε για ζέσταμα ξεκινήσαμε το τρέξιμο. Επειδή ήταν η πρώτη μου φορά υποτίθεται ότι θα πηγαίναμε χαλαρά, είχαμε πει να πάμε να τρέξουμε, όχι να μη μπορώ να κουνηθώ την επόμενη μερα. Στη διαδρομή δεν μιλούσαμε πολύ, από την προσπάθεια είχα λαχανιάσει και δε μου ήταν εύκολο. Μισή ώρα αργότερα ένιωθα τα πνευμόνια μου να καίνε και αναγκαστικά σταματήσαμε το τρέξιμο, ξεκινήσαμε το περπάτημα και τότε καταφέραμε να μιλήσουμε. 

Η συζήτηση σύντομα έφτασε στο θέμα που την απασχολούσε τις τελευταίες μέρες, στον Ιάσωνα. Της Λυδίας της άρεσε πολύ αλλά δίσταζε να κάνει κάποια κίνηση. Εκείνος έδειχνε να την συμπαθεί όμως πάρα ήταν σοβαρός για να της ζητήσει να βγούνε. Σκέφτηκα ότι ο καλύτερος τρόπος για να μπορέσουν να μιλήσουν ήταν να βρεθούν σε ουδέτερο έδαφος, έτσι ώστε να καταλάβαιναν και οι δύο αν θα μπορούσε να γίνει κάτι μεταξύ τους. Ίσως σε κάποιο μαγαζί ή σε κάποια εκδήλωση... Το συζητούσαμε ξανά και ξανά αλλά λύση δε βρίσκαμε, στο τέλος της ζήτησα να μου δώσει λίγο χρόνο για να το σκεφτώ και της υποσχέθηκα ότι σίγουρα κάτι θα κάναμε για το θέμα της!

Όταν τελειώσαμε, πήγα κατευθείαν στο σπίτι της Όλγας και χτύπησα αρκετές φορές την πόρτα της μέχρι να μου ανοίξει. Έφτιαξα καφέ και στρώθηκα στον καναπέ της μέχρι εκείνη να ετοιμαστεί. Μου διηγήθηκε λεπτό προς λεπτό το ραντεβού τους και έδειχνε πολύ ερωτευμένη. Ίσως τελικά υπήρχε αυτό που ονομάζανε κεραυνοβόλος έρωτας και την είχε χτυπήσει κατακούτελα! Ο Μάνος της είχε πει επίσης, ότι ο Άρης ήταν πολύ καλό παιδί και κακώς τα πράγματα είχαν εξελιχθεί έτσι μεταξύ μας. Όσο και αν προσπαθούσε να με πείσει να του δώσω άλλη μια ευκαιρία και να τον δω με άλλο μάτι δεν τα κατάφερε, στο μόνο που συμφωνήσαμε τελικά ήταν να μη βγούμε ποτέ όλοι μαζί!

Μαγειρέψαμε στο σπίτι της και φάγαμε ακούγοντας μουσική και πίνοντας κρασί που μου είχαν στείλει οι γονείς μου από το νησί. Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο μου και αναρωτήθηκα ποιος ήταν τέτοια ώρα, ο αριθμός ήταν άγνωστος.

«Παρακαλώ!» το ύφος μου ήταν σοβαρό, σχεδόν επαγγελματικό.

«Καλημέρα Χριστίνα!» η αντρική φωνή που άκουγα κάτι μου θύμιζε αλλά αμυδρά.

Βαρέα και ανθυγιεινάWhere stories live. Discover now