Κεφάλαιο 78

72 14 6
                                    

Δεν έχει την παραμικρή ιδέα πού την πηγαίνει και πραγματικά δεν θέλει να μάθει. Προσπαθεί να ξεφύγει από τα δεσμά του, αλλά η τόση δύναμη που ασκεί στον καρπό της δεν της το επιτρέπει. Ο λαιμός της έχει πιαστεί από τις δυνατές φωνές της, αλλά κανένας δεν βρίσκεται εδώ, για να την βοηθήσει κι, έτσι, ακολουθεί αυτόν τον απαίσιο άντρα παρά την θέληση της.

Ξαφνικά, στο τέλος του διαδρόμου βλέπει ένα φως να βγαίνει μέσα από τον τοίχο κι αρχίζει πάλι να φωνάζει, αλλά ούτε τώρα φαίνεται να την ακούει κανείς. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, βρίσκονται μπροστά από το φως και τώρα είναι φανερό πως προέρχεται από μια μισάνοιχτη πόρτα. Αντιστέκεται για λίγο στην δύναμη του, αλλά τελικά καταφέρνει και την σπρώχνει μέσα στο δωμάτιο.

Το φως μπορεί να μην είναι και τόσο φωτεινό, αλλά είναι αρκετό ώστε να βλέπει ξεκάθαρα τα πάντα εδώ μέσα. Είναι όντως ένα σαλόνι, ακριβώς όπως της είχε πει ο Άνταμ. Βέβαια, τα πάντα εδώ μέσα φαίνονται πολύ παλιά, πραγματικές αντίκες που εάν τις πουλούσε κάποιος, θα έβγαζε μια ολόκληρη περιουσία. Αυτό που της προκαλεί, όμως, εντύπωση είναι η παρουσία του Κόνραντ, ο οποίος είναι καθισμένος στον πανάρχαιο καναπέ, χωρίς να φοβάται ότι με την παραμικρή κίνηση θα σπάσει και θα βρεθεί πεσμένος στο πάτωμα. Βέβαια, με ένα νόημα του αδερφού του, αυτός σηκώνεται και πηγαίνει κοντά του.

«Πήγαινε κάτω, για να εμποδίσεις τους φίλους της από το να έρθουν εδώ. Εάν χρειαστεί, πυροβόλα και κανέναν», τον διατάζει μόλις στέκεται δίπλα του.

«Αφού της είχες πει να μην φέρει κανέναν μαζί της. Δεν νομίζω να είναι τόσο χαζή».

«Αυτή μπορεί να μην είναι, αλλά οι φίλοι της σίγουρα είναι. Πήγαινε να τους σταματήσεις είπα», υψώνει την φωνή του αναγκάζοντας τον να βγει από το δωμάτιο και να κλείσει την πόρτα πίσω του. «Και τώρα οι δυο μας!» στρέφει το βλέμμα του στην Κάσι, η οποία στέκεται ακίνητη σε ένα σημείο προσπαθώντας να φανεί ψύχραιμη. «Κάθισε», της δείχνει μια πολυθρόνα.

Ο φόβος δεν της επιτρέπει να εξεγερθεί κι, έτσι, πηγαίνει αμέσως στην πολυθρόνα ελπιζοντας πως όλα θα πάνε καλά. Κάθεται κι ο Άνταμ απέναντι της και μένουν σιωπηλοί για αρκετή ώρα. Θέλει τόσο πολύ να τον ρωτήσει τον λόγο που τα κάνει όλα αυτά, αλλά το όπλο που βρίσκεται στο σακάκι του δεν της επιτρέπει να αρχίζει τις ερωτήσεις. Αυτή η ησυχία που επικρατεί την τρομάζει ακόμα περισσότερο γιατί δεν μπορεί να καταλάβει τον λόγο που την έφερε εδώ.

Κυνήγι Ψυχών | Η τριλογία των ψυχών: Βιβλίο Πρώτο #Wattys2016WinnerWhere stories live. Discover now