ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΚΟΣΙ ΔΥΟ

444 41 15
                                    

''Burned bridges''

'' Ο ποιος; Ο... ο πατέρας σου. Αυτός εκεί έξω ήταν ο πατέρας σου...'' επαναλαμβάνω πιο πολύ στο εαυτό μου.

Ο Στράτος δεν αντιδράει. Απλά κοιτάει με κενό βλέμμα.

'' Τι κάνει εδώ;'' Ρωτάω τελικά

'' Δεν ξέρω...''

Κάνω ένα βήμα κοντά του.

'' Ηρώ αλήθεια. Δεν θέλω να του μιλήσω. Δεν θέλω να το ξανά δω. Θέλω απλά να φύγουμε αύριο.'' Λέει χωρίς ανάσα.

Περνάει το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του και αρπάζει ένα μαξιλάρι στα χέρια του.

Τι πιέζει τόσο δυνατά, που άμα είχε ψυχή θα την έβλεπα να φεύγει από τα μάτια του.

Οι αρθρώσεις του έχουν ασπρίσει. Στο τέλος το πετάει με δύναμη στον τοίχο.

Ακολουθεί ακόμα ένα μαξιλάρι...

Μετά κάθετε στην άκρη του κρεβατιού και βάζει το κεφάλι του ανάμεσα στα χέρια του.

'' Εντάξει; Ξέσπασες κάπως;'' Τον ρωτάω ήρεμα και κάθομαι δίπλα του.

Δεν απαντάει.

Σηκώνομαι όρθια μπροστά του. Τραβάω τα χέρια του από το κεφάλι του και τον σηκώνω.

'' Θέλω να ηρεμήσεις... Να προσπαθήσεις να μην το σκέφτεσαι και αύριο πρωί θα φύγουμε.'' Λέω και καταλαβαίνω ακόμα την ένταση στους ώμους του.

Δεν με κοιτάει καν στα μάτια.

'' Το ξέρω ότι σου είναι πολύ δύσκολο... αλλά πρέπει να χαλαρώσεις.'' Λέω και βάζω τα χέρια μου στους ώμους του.

Τότε με κοιτάει.

Αυτό το ωραίο γαλάζιο τον ματιών του έχει αντικατασταθεί με μια φουρτούνα.

Τυλίγω τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του και απλά τον αγκαλιάζω.

Μετά από λίγο βάζει και αυτός τα χέρια του γύρω από την μέση μου.

Καθόμαστε έτσι για λίγη ώρα μέχρι που κάνει πίσω.

'' Σε ευχαριστώ...'' ψιθυρίζει και του χαμογελάω αμυδρά.

Με αφήνει να ξαπλώσω στο κρεβάτι και αυτός σε ένα καναπέ, ο οποίος είναι γελοία μικρός σε σχέση με το ύψος του Στράτου.

Χαζεύουμε λίγο τηλεόραση μέχρι που τον παίρνει ο ύπνος...

Εγώ;

Στριφογυρίζω εδώ και ώρα αλλά δεν μπορώ να κοιμηθώ... Θέλω τόσο πολύ να τον βοηθήσω πάνω σε αυτό τι θέμα αλλά δεν ξέρω πως.

The winter I lost youWhere stories live. Discover now