19 : καλο ταξίδι

807 62 0
                                    

Άνοιξα τα μάτια μου και τα πεταρισα πολλές φορές μέχρι να ξεθολωσει η όραση μου και να πάψει να με τυφλώνει το φως του δωματίου. Ήμουν ξαπλωμένη σε ένα πολύ άβολο κρεβάτι και οι τοίχοι γύρω μου ήταν άσπροι. Τα χέρια μου ήταν συνδεδεμένα με όρους και ένας σπαστικός ήχος ακουγόταν ρυθμικά στο δωμάτιο. Ήμουν σε νοσοκομείο, δεν άργησα να το καταλάβω.
   
Η πόρτα άνοιξε και μπήκε μία νοσοκόμα. Με πλησίασε και ρύθμισε τα υγρά στους όρους, ούτε που κατάλαβα τι έκανε. Μου χαμογέλασε γλυκά. Βγήκε έξω και μόλις έκλεισε την πόρτα, αυτήν ξανά άνοιξε και στο δωμάτιο όρμησαν οι γονείς μου. Από πίσω ερχόταν ο Σάκης με τα κορίτσια.

Κάθισαν γύρω μου.
   
«Τι έγινε ;;» ρώτησα και τότε θυμήθηκα πως ήμουν στο σπίτι της Δανάης πριν φτάσω εδώ.
   
«Μολις μπήκες στο δωμάτιο λιποθύμησες. Ευτυχώς εκείνη την ώρα γύρισαν οι γονείς μου στο σπίτι και σε μεταφέραμε στο νοσοκομείο.» μου εξήγησε η Δανάη.
   
«Ο γιατρός είπε πως έπαθες κρίση πανικού αλλά δεν είναι κάτι σοβαρό.» μου είπε με αυστηρό ύφος ο Σάκης
   
Με κοιταγαν όλοι ανήσυχα. Η μητέρα μου μου έπιασε το χέρι και το έκλεισε μέσα στο δικό της. Φαινόταν πιο αναστατωμένη από όλους. Μετά από λίγη ώρα τα παιδιά είχαν δουλειές και έπρεπε να φύγουν. Είπαν πως θα ξαναπερασουν το βράδυ, κάτι που σημαίνει ότι θα μείνω εδώ μέχρι το βράδυ γιατί θέλουν να μου κάνουν κι άλλες εξετάσεις. Όσες εξετάσεις δεν έχω κάνει τόσα χρόνια θα κάνω τωρα, ευκαιρία βρήκαν οι γονείς μου.
   
Το απόγευμα μετά από μεγάλες πιέσεις δικές μου κατάφερα να τους πείσω να πάνε στο σπίτι να ξεκουραστούν. Αφού ήμουν μια χαρά πλέον, μου είχαν βγάλει τους όρους και απλά θα με κράταγαν εκεί μέχρι να σιγουρευτούν πως είμαι καλά γιατί ζαλιζουμουν λίγο. Έφταιγε και το γεγονός που δεν είχα φάει τίποτα όλη μέρα.

Έτσι τώρα ήμουν στο δωμάτιο μόνη μου. Ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι με κλειστά μάτια μήπως και κοιμηθώ και περάσει λίγο η ώρα.
   
Η πόρτα άνοιξε και υπέθεσα πως θα ήταν καμιά νοσοκόμα ή τα κορίτσια ή οι γονείς μου πάλι. Άνοιξα τα μάτια μου και ανακαθισα στο κρεβάτι.

Αλλά δεν ήταν κανένας από αυτούς που υπέθεσα. Ήταν ο Αχιλλέας. Έκλεισε την πόρτα πίσω του και ξεκίνησε να με πλησιάζει επιφυλακτικά.
   
«Φύγε !!!» του φώναξα και σταμάτησε να περπατάει.
   
«Ηρέμησε.» μου είπε γλυκά και ήρεμα. Προσπάθησα να σταθεροποιήσω ξανά την αναπνοή μου.
   
«Μόλις είδα τον πατέρα της Δανάης να σε βάζει αναίσθητη στο αμάξι του δεν μπορούσα να μην τους ακολουθήσω. Ήρθα πολλές φορές αλλά ήταν πάντα εδώ οι γονείς σου ή κάποιος άλλος και με έδιωχναν αμέσως. Αλλά εγώ ήθελα να σε δω.»
   
«Για να με αποτελειώσεις ;;» τον ρώτησα απότομα και ειρωνικά.
   
«Ακου, δεν τον σκότωσα εγώ. Θα βρω τις αποδείξεις και θα στις φέρω.» με άφησε και έφυγε.
   
Κοιταγα την πόρτα για πολύ ώρα από όταν έφυγε. Για μια στιγμή ένιωσα πως όλα ήταν όπως πριν μάθω την αλήθεια. Γιατί να έρθουν έτσι τα πράγματα ;;
  
Το ρολόι έδειχνε εφτά το απόγευμα όταν ξανά ήρθαν τα κορίτσια. Κάθισαν απέναντι μου στο κρεβάτι.
   
«Εισαι καλά ;;» ρώτησε η Σοφία και έβγαλε τα γυαλιά της να τα καθαρίσει.
   
«Τωρα ναι. Ούτε ζαλίζομαι ούτε τίποτα. Σε λίγο λογικά θα πάρω εξιτήριο.» προσπάθησα να χαμογελάσω αλλά δεν μπορούσα.
   
«Δεν ξέρω αν είναι η κατάλληλη στιγμή να σου μιλήσω αλλά-» άρχισε η Δανάη δειλά.
   
«Ειμαι καλά. Σε ακούω.»
   
«Φεύγω για Αμερική. Αυτό βασικά ήθελα να σας πω σήμερα στο σπίτι μου. Η υγεία της μητέρας μου δεν βελτιώθηκε και ο πατέρας μου αποφάσισε να πάρει δραστικά μέτρα. Θα πάμε στην Αμερική. Η μητέρα μου θα μπει σε μια πολύ καλή κλινική εκεί πέρα και ελπίζουμε να γίνει καλά.»
   
Είχα σοκαριστεί από αυτά που άκουγα. Δεν ήξερα αν μπορούσα να διαχειριστώ όλο αυτό που συνέβαινε.
   
«Ποτε φεύγεις ;;»
   
«Αυριο. Θα σας το έλεγα νωρίτερα αλλά σήμερα το έμαθα. Ο πατέρας μου το κανόνισε πολύ βιαστικά.»
   
«Ποτε θα γυρίσεις ;» την ρώτησα αμέσως.
   
«Δεν ξέρω. Αλλα θα γυρίσω. Αυτό είναι σίγουρο.»
   
«Θα μιλάμε στο τηλέφωνο. Θα μας λες όλα σου τα νέα. Συνέχεια. Σαν να είσαι εδώ.» της είπα με δάκρυα στα μάτια και της έπιασα το χέρι.
   
«Εννοείται. Λυπάμαι που φεύγω σε μια τόσο δύσκολη στιγμή της ζωής σας πραγματικά. Αλλά πρέπει να πάω σπίτι.» είπε δυστυχισμένη και σηκώθηκε.
   
«Δεν μπορείς να μείνεις λίγο ακόμα ;;» είπε με παράπονο η Σοφία
   
«Δυστυχώς όχι. Πρέπει να ετοιμάσω βαλίτσες, μετά να πάμε να δούμε κάτι συγγενείς και να κοιμηθώ νωρίς γιατί η πτήση μας είναι πολύ νωρίς το πρωί.» την ακούσαμε και δεν είπαμε τίποτα.

The dealWhere stories live. Discover now