25 : συνάντηση

755 57 0
                                    

Την ώρα που μπήκα μέσα η μητέρα μου έστρωνε το τραπέζι και ο μπαμπάς μου κατέβαινε την σκάλα για να έρθει στην κουζίνα. Άφησα το μπουφάν μου και την τσάντα στον καναπέ και πήγα στην κουζίνα.
   
«Ακουω.» κάθισα στο τραπέζι και περίμενα να ξεκινήσει.
   
«Τι περιμένεις να ακούσεις ;; Απλά ζήτησα συγγνώμη, ζήτησε και αυτός ε και κάπως έτσι τελείωσε η κόντρα μας.»
   
«Τι μόνο αυτό ;;» ρώτησα έκπληκτη.
   
«Βανέσσα έχω πολύ δουλειά θα μιλήσουμε κάποια άλλη στιγμή.» σημείωσε κάτι στην ατζέντα του και την έβαλε στον χαρτοφύλακα του. Η μητερα μου σέρβιρε το φαγητό και ξεκίνησα να τρώω με λαιμαργία.
   
«Ποτε φεύγετε ;;» ρώτησα όταν είχα σχεδόν τελειώσει το φαγητό.
   
«Σήμερα κατά τις τέσσερις το απόγευμα. Θα πάμε για τρεις μέρες στο χωριό. Έχουμε να κανονίσουμε κάτι κληρονομικά και επίσης αρρώστησε η γιαγιά σου οπότε θα μείνουμε να την φροντίσουμε. Μετά θα φύγουμε για το Λονδίνο. Θα λείψουμε άλλες τέσσερις μέρες.» είπε η μητέρα μου καθώς μάζευε τα πιάτα.
   
«Άρα θα λείπετε παραπάνω απο μια εβδομάδα.» πολύ βολικό για τα σχέδια μου μου ήρθαν αυτά τα ταξίδια των γονιών μου.
   
Πήγα στο δωμάτιο μου και νωρίς το απόγευμα οι γονείς μου, όπως είχαν κανονίσει, έφυγαν. Το μυαλό μου είχε θολώσει από το πολυ διάβασμα αλλά έπρεπε να έχω τελειώσει πριν να έρθουν τα παιδιά. Την ώρα που μάζεψα τα βιβλία μου χτύπησε το κουδούνι. Στην κάσα της πόρτας ήταν στηριγμένος ο Σάκης και μόλις άνοιξα μπήκε μέσα.
   
«Πρώτα μου πετά την βόμβα και μετά φεύγεις.» ξάπλωσε στον καναπέ και τον κοίταξα απορημένη «Εννοώ αυτό που μου είπες για την Σάρα.»
   
«Αλήθεια είναι. Εγώ προτείνω να κάνεις σήμερα την κίνηση σου. Όταν θα φύγει φύγε μαζί της, οπότε θα είστε οι δύο σας και θα μπορείς να της μιλήσεις.»
   
«Αυτο θα κάνω. Αν και νομίζω πως θα αρχίσω να τραυλίζω μόλις πάω να της μιλήσω.»
   
«Σακη κάνεις σαν κοριτσάκι.» με αγριοκοίταξε. Σιγά σιγά μαζεύτηκαν όλοι τους σπίτι μου.
   
«Σαρα ;;» ρώτησε έκπληκτος ο Αχιλλέας μόλις της είδε να κάθεται στον καναπέ μου. «Δεν ήξερα πως θα είσαι και εσύ εδώ.»
   
«Πως αλλιώς θα πετύχει οτιδήποτε θελήσει να κάνει χωρίς εμένα που με εμπιστεύεται ο Μπλακ ;;» ήταν ρητορική η ερώτηση της. Τίποτα δεν θα πετύχουμε χωρίς αυτήν.
   
«Η Σοφία ήταν αναγκαίο να έρθει ;; Είναι πολύ επικυνδινο.» ακούστηκε από την άλλη άκρη του δωματιου ο Άλεξ και έδειχνε ενοχλημένος.
   
«Δεν είμαι μωρό Άλεξ. Θα κάνω ότι θέλω. Θέλω να ξέρω τι πρόκειται να κάνετε.» πέρασε στην αντεπίθεση η Σοφία.
   
Ξεροβηξα δυνατά για να τραβήξω την προσοχή και σταμάτησαν όλες οι συζητήσεις.
   
«Μηπως να ασχοληθούμε λίγο με το θέμα μας ;;» πήρα την σιωπή σαν θετική απάντηση και κάθισα δίπλα στον Αχιλλέα.
   
«Οπως είπε και η Σάρα πριν δεν υπάρχει τρόπος να μπω στην συμμορία εκτός αν βοηθήσει εκείνη. Θέλω να μιλήσεις στον Μπλάκ για εμένα.» απευθύνθηκα στην ίδια.
   
«Και τι να του πω ;;»
   
«Θα του πεις πως είμαστε παλιές γνωστές, ότι ειμασταν παλιά στην ίδια συμμορία από αυτές που ξεκινάνε όλοι. Θα του πεις ότι σου ζήτησα να μου βρεις ένα όπλο, επειδή ξέρω πως έχεις τις γνωριμίες. Εσύ θα ζητήσεις το όπλο από τον Μπλάκ, θα του εξηγήσεις για εμένα και θα του πεις ότι χρειάζομαι χρήματα. Και τώρα θα αρχίσεις να λες για εμένα.» έκανα μια παύση να σκεφτώ πως θα αρχίσω
   
«Θα πεις ότι με λένε Αθανασία, με φωνάζουν Σία, είμαι δεκαεφτά, ορφανή, με μοναδικό συγγενή έναν θείο στην Αμερική τον οποίο δεν έχω δει ποτέ, μένω μόνη μου στο σπίτι του χωρίς εκείνος να το ξέρει αφού λείπει μόνιμα στην Αμερική αγνοώντας για όλα τα περιουσιακά του στοιχεία στην Ελλάδα. Ειμαι αναγκασμένη να βγάζω μόνη μου χρήματα για να ζω, μου αρέσουν τα όπλα, παλιά ήμουν σε μια συμμορία για να περνάω τον χρόνο μου.» τους κοίταξα όλους έναν έναν.
   
«Λοιπον τι λέτε ;; Είμαι ένα άτομο που δεν θα αναζητήσει κανείς, έχω την θέληση να μπω στην συμμορία, δεν έχει τίποτα να φοβάται από εμένα, ούτε καν χρήματα δεν έχω και επίσης είμαι γνωστή της Σάρας η οποία θα με παινεψει αρκετά.»
   
Κοιταχθηκαν μεταξύ τους σιωπηλοί.
   
«Παρόλαυτα μπορεί πάλι να μην σε δεχτεί.» μίλησε επιφυλακτικά η Σάρα
   
«Αν αυτό δεν γίνει τότε παραδινομαι και συνεχίζω την ζωουλα μου.»
   
«Γιατι να μην το κάνεις αυτό εξαρχής ;;» η Σοφία συνέχιζε να δείχνει την άρνηση της.
   
«Γιατί δεν μπορώ να μείνω άπραγη ενώ ξέρω ποιος είναι ο δολοφόνος του αδελφού μου και ενώ μπορώ να κάνω κάτι.» κοίταξα τα χέρια μου και συγκεκριμένα τα δάχτυλα μου που τα έτριβα μεταξύ τους από το άγχος μου.
    
«Ωραια λοιπόν. Άρα θα πάω εγώ να μιλήσω στον Μπλάκ για εσένα. Θα πρέπει να κανονίσουμε και μια συνάντηση όπου θα σου δώσω το όπλο που υποτίθεται θες.» είχα στέψει όλη την προσοχή μου στην Σάρα «Αν καταφέρουμε να κινήσεις το ενδιαφέρον του Μπλάκ θα έρθει και αυτός όταν θα σου δώσω το όπλο για να σε γνωρίσει. Αν δεν έρθει εσύ θα έχεις κάνει την προσπάθεια σου.» συμπλήρωσε και σηκώθηκε.
    
«Εγω φεύγω. Πάω να βρω τον Μπλάκ. Αχιλλέα θα έρθεις καθόλου από την βάση της συμμορίας ;;»
   
«Δεν πρόκειται να ξανά έρθω.» πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους μου βάζοντας με στην αγκαλιά του «Αντιθέτως έχω λόγους να μείνω εδω.»
   
Η Σάρα ανασηκωσε τους ώμους της και πήγε να φύγει. Κοίταξα με νόημα τον Σάκη και κούνησε θετικά το κεφάλι. Σηκώθηκε, μας χαιρέτησε και έφυγε.
   
«Πρεπει να μάθεις να χρησιμοποιείς το όπλο.» είπε σπάζοντας την σιωπή ο Άλεξ και τον κοίταξα με γουρλωμενα μάτια.
   
«Εχει δίκιο μην τον κοιτάς έτσι. Άμα καταφέρεις να μπεις στην συμμορία ο Μπλακ θα σε στέλνει σε δουλειές. Με τα άτομα που θα συναναστρέφεσαι θα πρέπει να ξέρεις να αμυνθείς.» τα λόγια του Αχιλλέα με τάραξαν αλλά δεν το έδειξα.
   
Με τα παιδιά βάλαμε να δούμε μια ταινία. Η Σοφία με τον Άλεξ είχαν ξαπλώσει μαζί στον έναν καναπέ και εγώ με τον Αχιλλέα ειμασταν αγκαλιά στον άλλον. Με εσφιγκε σφιχτά σαν να φοβόταν πως αν με αφήσει θα χαθώ. Μπορεί να έχει και δίκιο. Λογικά θα το ανακαλύψω τις επόμενες μέρες. Σαν να κατάλαβε την ανησυχία μου γύρισε και με κοίταξε. Του χαμογέλασα και εστίασα την προσοχή στην ταινία.
    
Το επόμενο πρωί με ξύπνησε ένας ήχος που αρχικά πέρασα για το ξυπνητήρι αλλά δεν σταμάτησε όταν το έκλεισα. Η ώρα ήταν εφτά και τέταρτο. Όταν κατάφερα να ξυπνήσω εντελώς κατάλαβα πως αυτό που ακουγόταν ήταν το κουδούνι. Πήγα σέρνοντας τα πόδια μου ως εκεί και είδα από το ματάκι τον Σάκη. Ξεφυσιξα και του άνοιξα.
   
«Καλημέρα.» ακούστηκε πολύ ευδιάθετος. Τον κοίταξα λοξά και πήγα πίσω τα μαλλιά μου που ειχαν βρεθεί μπροστά στα μάτια μου.
   
«Ξερεις τι ώρα είναι ;;» ξεκίνησα να γκρινιάζω «Κοιμόμουν. Ελπίζω να έχεις καλή δικαιολογία.»
   
Πήγα στην κουζίνα να δω μήπως βρω τίποτα να φάω για πρωινό. Αφού με ξύπνησε δεν υπάρχει περίπτωση να καταφέρω να ξανά κοιμηθώ. Με ακολούθησε και κάθισε σε μια καρέκλα του τραπεζιού. Πήρα μερικές μπάρες δημητριακών και κάθισα στον πάγκο της κουζίνας.
   
«Χαρούμενο σε βλέπω.» διαπίστωσα τώρα που τον κοίταζα καλύτερα.
   
«Ειμαι. Χθες όταν έφυγα περπατησα μαζί με την Σάρα. Και την στιγμή που οι δρόμοι μας χώριζαν την φίλησα. Όλο το βράδυ δεν μπόρεσα να κλείσω μάτι, ήμουν τόσο ενθουσιασμένος, δεν μπορούσα να κοιμηθώ.»
   
«Ωραια χαίρομαι.» έφαγα όλη την μπάρα δημητριακών και τον άφησα να πολυλογει για την χθεσινή νύχτα.
   
Ντύθηκα και ετοίμασα την τσάντα για το σχολείο, όσο ο Σάκης περίμενε στην κουζίνα. Μετά πήγαμε μαζί μέχρι το σχολείο και εκεί χωριστηκαμε για να πάει ο καθένας στην παρέα του.
   
Όλη την ημέρα δεν είχα κανένα νέο από την Σάρα, το ίδιο και την επόμενη μέρα. Την Παρασκευή το βράδυ χτύπησε το κινητό μου και η καρδιά μου ξεκίνησε να χτυπάει σαν τρελή όταν είδα το νούμερο της Σάρας.
   
«Έρχομαι από το σπίτι σου. Είσαι εκεί ;;» είπε μόλις σήκωσα το τηλέφωνο.
   
«Ναι σε περιμένω.»  το έκλεισε αμέσως. Η αγωνία μου είχε μεγαλώσει. Διέκρινα μια ταραχή στην φωνή της και δεν μου άρεσε. Όταν ήρθε σπίτι μου η ώρα είχε πάει οκτώ.
   
«Τι έγινε ;;» την ρώτησα ανήσυχη. Κάθισε στον καναπέ και περίμενε να κάτσω και εγώ μέχρι να ξεκινήσει.
   
«Μίλησα για εσένα στον Μπλάκ. Το όπλο δέχτηκε αμέσως να μου το δώσει για να στο δώσω αλλά τον είδα αρκετά διστακτικό όταν του είπα πως θες δουλειά. Σπάνια παίρνει κοπέλες.»
   
«Κατάλαβα. Σου είπε όχι. Δεν πειράζει. Εγώ έκανα την προσπάθεια μου.» ήμουν πολύ απογοητευμένη. Τόσο κοντά στον δολοφόνο του αδελφού αλλά και τόσο μακριά. Με κοίταξε διστακτικά.
   
«Μάλλον το ακριβώς αντίθετο.» έκανε μια παύση και όταν είδε το απορημένο βλέμμα μου συνέχισε «Σήμερα ήρθαν στα χέρια του κάτι όπλα και μου έδωσε το ένα ώστε να στο δώσω. Μαζί μου θα έρθει και ένας άλλο τύπο από την συμμορία, συγκεκριμένα ο αδελφός του Μπλάκ γιατί ο Μπλακ μετά μας έχει αναθεσει μια άλλη δουλειά μαζί.»
   
«Ακομη δεν καταλαβαίνω.»
   
«Νομίζω πως θα είναι και ο Μπλακ κάπου εκεί. Για να δει πως συμπεριφέρεσαι όταν δεν θα είναι αυτός παρόν. Ήρθα να σε προειδοποιήσω. Το έχει ξανά κάνει αυτό σε πολλά άτομα. Πρέπει να φερθεις έξυπνα.»
   
«Τι θα πρέπει να κάνω δηλαδή ;;»
   
Ξεκίνησε να μου εξηγεί τι θα έπρεπε να κάνω. Μου περιέγραψε τον μέρος όπου θα συναντηθούμε. Μετά είχε φέρει μαζί της ένα όπλο. Μου έμαθε να το οπλιζω, να το ασφαλίσω, να το αδειάζω και όλα τα σχετικά. Ελπίζω να μην χρειαστεί να το χρησιμοποιήσω. Μετά από αυτό έφυγε και μου τόνισε να μην αργήσω.
   
Ετοιμάστηκα γρήγορα και μόλις η ώρα πήγε δέκα έφυγα. Είχα ειδοποιήσει τον Αχιλλέα για το τι θα συνέβαινε. Πάνω κάτω μου είπε τα ίδια με την Σαρα. Με πήγε με την μηχανή  περίπου μέχρι το σημείο όπου θα συναντιομασταν.
   
«Να θυμάσαι θα σε περιμενω πιο κάτω στην διασταύρωση για να φύγουμε. Μην δείξεις ότι φοβάσαι ή αγχώνεσαι, θα σε καταλάβουν αμέσως. Καλή τύχη.» με φίλησε πεταχτά και έφυγε.

The dealHikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin