Να χωρίσουμε;

125 12 0
                                    


«Ισμήνη, τι λες;»
Ο Μιχάλης δείχνει να τα έχει χάσει με το αίτημα μου. Παραμένω ψύχραιμη.
«Θέλω να χωρίσουμε»
Επιμένω στην απόφαση μου. Με κοιτάζει για λίγο, μέχρι που ρουθουνίζει.
«Δεν το εννοείς»
Το λέει με τόση σιγουριά. Τον κοιτάζω σιωπηλή, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος μου.
«Δεν μπορείς να μας το κάνεις αυτό Ισμήνη»
Η έκφραση του δηλώνει σύγχυση τώρα. Χαμηλώνω στιγμιαία το βλέμμα μου στο πάτωμα.
«Ισμήνη, πες μου ότι αυτό είναι αστείο»
Η φωνή του σπάει, προκαλώντας μου μια ψυχική αδυναμία. Σίγουρα δεν περίμενα να το πάρει καλά, αλλά να λυγίσει κιόλας; Περνάνε μερικά λεπτά ησυχίας, μέχρι που ξεσπάει.
«Γιατί;»
Φωνάζει μπροστά στο πρόσωπο μου. Ξεροκαταπίνω.
«Γιατί δεν θέλω άλλο»
«Τι δεν θέλεις ρε; Τόσα χρόνια είμαστε μαζί, και τώρα σκέφτηκες ότι δεν θέλεις άλλο;»
Για πρώτη φορά με προκαλεί να τον φοβηθώ. Ο Μιχάλης ήταν πάντοτε πιο ψύχραιμος από εμένα. Δεν περίμενα να αντιδράσει έτσι.
«Υπάρχει άλλος;»
Με ρωτάει ξαφνικά. Τον κοιτάζω παγωμένη, χωρίς να μπορώ να αρθρώσω λέξη.
«Απάντησε μου....»
Λέει ενώ με πιάνει ταυτόχρονα από τους ώμους. Τρομάζω με αυτή του την κίνηση.
«Υπάρχει άλλος; μίλα μου γαμώτο»
Συνεχίζει να με τρομοκρατεί με την συμπεριφορά του.
«Θέλω απλά να χωρίσουμε»
«Μου οφείλεις μια εξήγηση Ισμήνη. Τόσα χρόνια είμαστε μαζί, δικαιούμαι να ξέρω»
Η ένταση τον έχει καταβάλει. Το πρόσωπο του έχει γίνει σκληρό. Δεν θα θελα να ξέρω τι σκέφτεται αυτή τη στιγμή για μένα.
«Αν δεν ηρεμήσεις, δεν θα καταφέρουμε να συζητήσουμε»
Λέω ενώ κάνω τον προσπεράσω. Το χέρι του γραπώνει τον αγκώνα μου, φέρνοντας με ξανά κοντά του.
«Δεν θέλω να συζητήσουμε, να μου δώσεις απαντήσεις θέλω, και μετά μπορείς να κάνεις ότι στο διάολο θες»
Δείχνει εξοργισμένος τώρα. Ένα αίσθημα προειδοποίησης γεννιέται μέσα μου.
«Λέγε! ποιος είναι;»
Μάλλον έχει βγάλει ήδη το συμπέρασμα του. Σωστά, από την στιγμή που δεν του δίνω μία σαφή απάντηση.
«Άφησε με Μιχάλη»
«Αν δεν μου πεις εσύ Ισμήνη, τότε θα το ανακαλύψω μόνος μου»
Με απειλεί με χαμηλή, σταθερή φωνή. Δεν μπορώ να τον αφήσω να με τρομοκρατεί έτσι ρε γαμώτο. Στο κάτω κάτω είμασταν τόσα χρόνια μαζί, ξέρω ότι με σέβεται, δεν θα μου κάνει κακό. Τον σπρώχνω από το στήθος, με αποτέλεσμα να τον απομακρύνω επιτέλους.
«Όταν ηρεμήσεις, θα μπορέσουμε να συζητήσουμε. Προς το παρόν, φεύγω»
Του δηλώνω και μετά πλησιάζω την είσοδο.
«Θα τον βρω Ισμήνη, να είσαι σίγουρη γι' αυτό»
Με πληροφορεί, με βαριά φωνή. Δεν τολμάω να γυρίσω, δεν έχω το κουράγιο να τον κοιτάξω. Λυγίζω το χερούλι και μετά φεύγω τρέχοντας από το σπίτι. Αισθάνομαι ανακούφιση που δεν είμαι κοντά του, μα η απειλή του έχει μείνει καρφωμένη μέσα στο μυαλό μου. Φοβάμαι ότι θα την πραγματοποιήσει, και αν μάθει για τον Στράτο.... ελπίζω να μην τον μπλέξω σε δικά μου προβλήματα.

Την ίδια ώρα.
Στράτος POV

«Συναντήθηκες μαζί της;»
Η μάνα μου συνεχίζει να με ρωτάει, κι εγώ αισθάνομαι ότι όλο και λυγίζω.
«Μάνα, μην επιμένεις»
Της ζητάω, προσπαθώντας να ξεφύγω από κοντά της. Το χέρι της πιάνει το μπράτσο μου.
«Δεν μου μιλάς πια βρε αγόρι μου, δεν μου μιλάς»
Η απελπισία της με σπάει. Γαμώτο μου, λίγο ακόμη και θα της τα πω όλα.
«Και τι να σου πω βρε μάνα;»
«Την αλήθεια!»
Μου ζητάει με ένταση. Αμέσως κοιτάζω τριγύρω. Ευτυχώς δεν βλέπω τον πατέρα μου κάπου κοντά.
«Και ποια είναι η αλήθεια για σένα;»
Την ρωτάω με χαμηλή φωνή, τοποθετώντας παράλληλα τα χέρια στους γοφούς μου.
«Πήγες να την βρεις, έτσι; με εκείνην ήσουν»
Απορώ, ποιον κοροϊδεύω τελικά; την μάνα μου η εμένα;
«Δεν μιλάμε καν πλέον, δεν ξέρω ούτε τι κάνει, ούτε που είναι»
Προσπαθώ να ακουστώ πειστικός. Η μάνα μου με κοιτάζει έντονα, σταυρώνοντας ταυτόχρονα τα χέρια στο στήθος της.
«Γιατί δεν με πείθεις;»
«Γιατί προφανώς είσαι πολύ καχύποπτη, γι' αυτό!»
Απαντάω λιτά, ανεμίζοντας τα χέρια μου με αγανάκτηση. Θα καρφωθώ από μόνος μου. Χώνω τα δάχτυλα στα μαλλιά μου, τραβώντας τα προς τα πίσω.
«Αγόρι μου.... το ξέρω ότι δεν το πήρα πολύ καλά τις προάλλες, όμως τώρα το έχω χωνέψει. Μπορείς να μου μιλήσεις ελεύθερα για.... για ότι θες»
Λέει, χαϊδεύοντας παράλληλα τους ώμους μου. Πάντοτε θα νιώθω αδύναμος απέναντι της, πάντοτε θα είμαι το μικρό τετράχρονο αγόρι που κρυβόταν στην αγκαλιά της.
«Πες μου, συναντήθηκες μαζί της;»
Με ξανά ρωτάει, με πιο στοργικό τόνο. Στυλώνω τα μάτια μου στα δικά της. Ε λοιπόν και τι θα γίνει αν το μάθει; ξέρει ήδη ότι υπάρχει κάτι, έχει τις υποψίες της, το μόνο που της λείπει... είναι η απάντηση μου.
«Νίκησες...»
Λέω, τοποθετώντας τα χέρια στις θηλιές του τζιν μου.
«Είχες δίκιο, ήμουν μαζί της»
Το παραδέχομαι, νιώθοντας ηττημένος από κάθε άποψη. Ευτυχώς δεν δείχνει να σοκάρεται. Ωραία, τώρα που οι υποψίες της βγήκαν αληθινές, αναμένω και την αντίδραση της. Αν και μέσα μου έχω ακόμα τον φόβο ότι θα αντιδράσει απότομα, χωρίς να σκέφτεται λογικά.

Η πτώσηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα