Ενδοιασμούς

206 21 1
                                    

Ισμήνης POV

«Στράτο.... τ τι λες;»
Με έχει αφήσει εμβρόντητη με την πρόταση του.
«Αυτό που άκουσες. Θα το σκάσουμε τώρα, μαζί, αυτή την στιγμή!»
Επαναλαμβάνει, δείχνοντας ενθουσιασμένος με την ίδια του την ιδέα. Κουνάω ελαφρώς αρνητικά το κεφάλι μου. Μάλλον τα αυτιά μου κάνουν πουλάκια, δεν εξηγείται αλλιώς.
«Στράτο....»
«Εφόσον δεν μπορούμε να είμαστε ελεύθεροι εδώ, θα πάμε κάπου αλλού, σε κάποια άλλη χώρα, μακριά από τους ανθρώπους που μας ξέρουν και τους ξέρουμε»
Επιμένει, με τα μάτια του να λάμπουν. Ένα αυθόρμητο γελάκι ξεφεύγει από τα χείλη μου. Θαυμάζω πάντως το θάρρος του.
«Στράτο, ξεφεύγεις»
Λέω σιγανά. Η λάμψη της αισιοδοξίας δεν εγκαταλείπει το πρόσωπο του.
«Σε θέλω σαν τρελός! και ίσως αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να σου το δείξω»
«Έτσι δείχνουμε δειλία»
Τον διορθώνω. Αφήνει έναν αναστεναγμό.
«Δε με νοιάζει τι δείχνουμε στους άλλους. Με νοιάζει τι σκέφτεσαι εσύ»
Αποκρίνεται, γέρνοντας ελαφρώς το κεφάλι του στο πλάι. Επιμένει πάντως στην ιδέα του.
«Θέλεις να το σκάσουμε;»
Επαναλαμβάνει την ερώτηση του, φανερώνοντας μια πιο γλυκιά πτυχή του εαυτού του. Πως γίνεται να μην μου προκαλεί έστω και λίγη εξάντληση αυτός ο άνθρωπος; Ποτέ δεν περίμενα ότι θα καταφέρω να συνυπάρξω με έναν χαρακτήρα τόσο αντίθετο από τον δικό μου. Ώρες ώρες απορώ, πως και έμεινε μόνος του ως τώρα;
«Οποιαδήποτε κι αν σε έχει.... θα είναι πολύ τυχερή»
«Εγώ θέλω να με έχεις εσύ»
Απαντάει αμέσως, χωρίς να μου δώσει το περιθώριο να συνεχίσω. Παίρνω μια βαθιά εισπνοή.
«Λοιπόν;»
Επιμένει. Αφήνω τους ώμους μου να πέσουν.
«Τι θέλεις να σου πω Στράτο; Ότι τα παρατάω όλα για να τρέξω στο άγνωστο μαζί σου;»
Τον ρωτάω, με απόλυτη ηρεμία.
«Σου ζητάω πολλά»
Ευτυχώς το συνειδητοποίησε. Χαμηλώνω τα μάτια μου στα δάχτυλα του.
«Ωραία, αφού δεν θέλεις να το σκάσουμε, τότε.... τι κάνουμε;»
«Καλύτερα να γυρίσουμε πίσω, εκεί όπου ανήκει ο καθένας μας»
Δεν έχω να προτείνω κάποια καλύτερη λύση. Άλλωστε αυτό είναι το σωστό, να γυρίσουμε πίσω στις θέσεις μας.
«Σίγουρα αστειεύεσαι»
Λέει, με ένα χαμόγελο αμφιβολίας στο πρόσωπο του. Τον κοιτάζω κατάματα, δείχνοντας του ξεκάθαρα την πρόθεση μου. Ξεφυσά.
«Δεν μπορεί, δε.... δεν γίνεται να μου το ζητάς αυτό»
Είμαι αναγκασμένη να το ζητήσω. Δεν μπορώ να ενδώσω σε κάτι που δεν έχει συνέχεια.
«Έτσι πρέπει να γίνει Στράτο. Εσύ ανήκεις στο χωριό, κι εγώ ανήκω στην Αθήνα»
Τα καστανά του μάτια με ατενίζουν με πείσμα. Ξέρω ήδη ότι τα λόγια μου πήγαν στον αέρα, σα να μην τα είπα ποτέ.
«Με καλείς σε μια ακόμη δοκιμασία Ισμήνη»
Ώστε έτσι το βλέπει; σαν δοκιμασία; Ρουθουνίζω ειρωνικά.
«Λέω αυτό που βρίσκω απόλυτα λογικό»
«Μπορείς για ένα λεπτό να μη μου μιλάς με την λογική σου;»
Αντιγυρίζει σχεδόν θυμωμένα. Δεν μπορώ να έρθω σε αντιπαράθεση μαζί του τώρα, τον έχει πιάσει το πείσμα του.
«Δεν με αφήνεις να δω καθαρά, να σε δω καθαρά. Κάνω ένα βήμα κοντά σου, κι εσύ υψώνεις αμέσως τοίχους»
Καταλαβαίνω πως το εννοεί. Δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, όμως κι αυτός βρίσκει πάντοτε τον τρόπο να διαπερνά τα τοίχοι μου. Το κύμα του σκάει στις όχθες μου και με διαλύει αργά, κομμάτι κομμάτι.
«Αν νομίζεις ότι με αυτόν τον τρόπο θα καταφέρεις να με απομακρύνεις, κάνεις λάθος»
Επιμένει με πιο έντονο ύφος. Πιστεύει τόσο πολύ στον εαυτό του, στα συναισθήματα του. Ανασαίνω βαθιά.
«Δεν μπορείς να το δεις τώρα, μα θα το καταλάβεις με τον καιρό. Εμείς οι δύο δεν έχουμε μέλλον»
Ελπιζω μονάχα να το δει, πριν να είναι πολύ αργά και για τους δυο μας. Κατεβάζει για λίγο το κεφάλι του, δηλώνοντας απελπισία.
«Με απορρίπτεις πάλι»
«Έτσι πρέπει»
Αποκρίνομαι σχεδόν αμέσως. Τα καστανά του μάτια ανεβαίνουν αργά για να στυλωθούν στα δικά μου.
«Τι φοβάσαι;»
Με ρωτάει ξαφνικά. Παραδόξως, δεν αφήνω το βλέμμα μου να του ξεφύγει.
«Μη χάσω όλα όσα έχω»
Παραδέχομαι τελικά, με χαμηλή, ίσως και τραυλιστή φωνή. Νομίζω πως δεν θα μπορούσα να το θέσω πιο ξεκάθαρα. Τώρα είναι σοβαρός, με τα χείλη του να πιέζονται σε μια λεπτή γραμμή.
«Κι αν πρέπει να θυσιάσεις την παλιά σου ζωή για κάτι καινούργιο;»
Δεν το βάζει εύκολα κάτω, του το αναγνωρίζω αυτό.
«Αυτό το καινούργιο μου φαίνεται επικίνδυνο»
Ένα στραβό χαμόγελο ανεβαίνει ξαφνικά στα χείλη του.
«Με θεωρείς επικίνδυνο δηλαδή;»
Με τρομάζει το γεγονός ότι καμαρώνει γι' αυτό.
«Δεν είναι για να χαίρεσαι»
Τον μαλώνω. Το χαμόγελο όμως δεν τον εγκαταλείπει.
«Αυτό σημαίνει ότι με υπολογίζεις»
Συμπεραίνει, ανασηκώνοντας σκανταλιάρικα το φρύδι του. Υψώνω το βλέμμα μου στον ουρανό.
«Τι θα κάνω μαζί σου, μου λες;»
Αναρωτιέμαι, αν και αυτό πηγαίνει περισσότερο στον εαυτό μου. Σηκώνει το χέρι του, ώστε να ακουμπήσει τον αντίχειρα του στο κάτω χείλος μου.
«Όλο και κάτι θα βρεις»
Λέει με βραχνή φωνή. Ούτε που κατάλαβα για το πότε τον φίλησα, η για το πότε κρύφτηκα μέσα στην αγκαλιά του. Είναι τόσο πρωτόγνωρο όλο αυτό. Δεν τον ξέρω καθόλου, κι όμως μαζί του.... χάνομαι. Πέφτει αργά στο στρώμα, παρασύροντας και μένα, ώσπου βρίσκομαι ξαπλωμένη επάνω του. Οι μεγάλες του παλάμες αγκαλιάζουν τα μάγουλα μου. Τον κοιτάζω μέσα στα μάτια.
«Δεν μπορεί να είσαι αληθινή»
Μουρμουρίζει με μια νότα θαυμασμού στην φωνή του. Τα καστανά του μάτια έχουν γεμίσει με λατρεία, η οποία είναι αφιερωμένη σε μένα. Σκύβω και αφήνω ένα απαλό φιλί στα χείλη του.
«Αυτό μετράει σαν απόδειξη;»
Τον ρωτάω σιγανά. Ένα τρυφερό χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπο του.
«Μάλλον χρειάζομαι κι άλλο»
Ψιθυρίζει, με τους αντίχειρες του να χαϊδεύουν το δέρμα μου. Με ένα χαμόγελο, σκύβω και φυλακίζω ξανά τα χείλη του στα δικά μου.

Η πτώσηWhere stories live. Discover now