Μια ύποπτη ερώτηση

195 19 0
                                    

Το ίδιο βράδυ, βρισκόμαστε κρυμμένοι στο δωμάτιο μου. Εκείνος είναι ξαπλωμένος ανάσκελα, ενώ εγώ είμαι μπρούμυτα στην αγκαλιά του, χαζεύοντας τον. Παρακολουθώ την έκφραση του, που φανερώνει μόνο ηρεμία. Καμία ρυτίδα ανησυχίας δεν επισκιάζει το πρόσωπο του, καμία γκριμάτσα, κανένας μορφασμός. Δεν το αρνούμαι, μου είναι δύσκολο ακόμα να εκφράσω τα συναισθήματα μου. Ώρες ώρες απορώ αν θα καταφέρω ποτέ να το κάνω κιόλας. Ασυναίσθητα, απλώνω το χέρι, ώστε να περάσω τα ακροδάχτυλα μου από το δεξί του φρύδι. Παραμένει ήρεμος, χωρίς να κάνει κάποια γκριμάτσα. Έχω δει πολλές φορές αυτά τα φρύδια να σμίγουν, είτε από περιέργεια, είτε επειδή είναι κατσούφης. Τα δάχτυλα μου σέρνονται στην γωνία του ματιού του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον τρόπο που με κοίταξε εκεί, στον Άγιο Γεώργιο. Ίσως εκείνη ήταν η στιγμή που συνειδητοποίησα κι εγώ, ότι κάτι άρχισε να γεννιέται μεταξύ μας. Έχει όμορφα μάτια, εκφραστικά, σε αντίθεση ίσως με μένα. Οι περισσότεροι με θεωρούν ανέκφραστη, καμιά φορά και παγόβουνο. Ταξιδεύω πιο χαμηλά, φτάνοντας στα χείλη του. Ω, έχω τόσα πολλά να πω γι' αυτά τα χείλη. Μου προκάλεσαν πολλά συναισθήματα. Ταραχή, φόβο, ένταση, πάθος, αδρεναλίνη, επιθυμία, τρέλα. Άλλη μια συνειδητοποίηση, έρχεται για να με ταράξει ακόμα περισσότερο από πριν. Ο Στράτος είναι το αντίθετο μου. Είναι παρανοϊκό το γεγονός ότι με ελκύει κάτι τέτοιο. Δεν το αρνούμαι, δεν έχω νιώσει ποτέ μου τόση ένταση. Ένταση όμως που.... που σε κάνει να νιώθεις ζωντανός, κι όχι με την κακή έννοια. Ξαφνικά, τα βλέφαρά του ανοίγουν, επιτρέποντας μου να κοιτάξω τα καστανά του μάτια.
«Γειά»
Μου λέει, με το χαμόγελο να απλώνεται σιγά σιγά στα χείλη του. Ο δείκτης μου ακολουθεί την γραμμή αυτή.
«Γειά»
Αποκρίνομαι. Πιάνει μαλακά το χέρι μου, και αφήνει ένα φιλί στο κέντρο της παλάμης μου.
«Να ξερες μόνο τι μου κάνεις όταν με κοιτάζεις»
Πετάει ξαφνικά, κοιτώντας όμως το δέρμα μου, κι όχι τα μάτια μου.
«Δεν είμαι στο μυαλό σου για να ξέρω»
Αυτόματα η έκφραση του γίνεται πονηρή.
«Ίσως όμως μπορείς να καταλάβεις»
Λέει πριν ακουμπήσει τα χείλη του απαλά στα δικά μου. Η καρδιά μου χορεύει από χαρά. Είναι σωστό όμως να αισθάνομαι έτσι; να χαίρομαι ενώ έχω έναν άνθρωπο να με περιμένει εκεί, πίσω;
«Δε θέλω να φύγεις»
Μου εκμυστηρεύεται σιγανά, ακουμπώντας ταυτόχρονα το μέτωπο του στο δικό μου. Ούτε που κατάλαβα πότε σταμάτησε να με φιλάει. Αφήνω μια ανάσα.
«Πρέπει να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα με την προσωπική μου ζωή»
Τα λόγια μου δείχνουν να τον μπερδεύουν.
«Να αρχίζω να ανησυχώ;»
«Χρειάζομαι ένα ξεκαθάρισμα με τον Μιχάλη»
Του αποκαλύπτω αμέσως, αν και δεν είχα σκοπό να το κάνω. Το χαμόγελο αργεί να ανέβει ξανά στα χείλη του.
«Δηλαδή; θα τον χωρίσεις;»
Με ρωτάει, γεμάτος ελπίδα. Δεν μπορώ να μην χαμογελάσω με αυτήν την παιδιάστικη διάθεση του.
«Δε μου έμεινε κι άλλη επιλογή»
Νομίζω πως πλέον είναι μονόδρομος. Σε μερικά δευτερόλεπτα, το χαμόγελο χάνεται από το πρόσωπο του, και με κοιτάζει απόλυτα σοβαρός.
«Κάτσε, και δεν.... σε στενοχωρεί αυτό;»
Με ρωτάει καχύποπτα. Σκέφτομαι για λίγο την απάντηση μου, πριν του την δώσω τελικά.
«Εντάξει, με τον Μιχάλη.... υπήρχε ασφάλεια, κατανόηση, επικοινωνία, συμβιβασμός....»
«Ενώ μαζί μου;»
Αναρωτιέται, γέρνοντας ελαφρώς το κεφάλι του στο πλάι.
«Με σένα υπάρχει κάτι άλλο. Κάτι που.... με τρομάζει»
Η αποκάλυψη μου δεν δείχνει να τον ευχαριστεί και ιδιαίτερα.
«Άρα μου λες ότι σε τρομάζω»
Συμπεραίνει. Ζυγίζω για λίγο την απάντηση μου.
«Ναι»
Λέω διστακτικά. Δεν ανακουφίζεται.
«Ειλικρινά, περίμενα να ακούσω χίλια άλλα....»
«Είναι φυσιολογικό Στράτο»
Με κοιτάζει σχεδόν λυπημένος. Πω πω, δεν περίμενα να του κάνει τόση ζημιά η αποκάλυψη μου.
«Πως είναι φυσιολογικό;»
Με ρωτάει, σαν παιδί που δεν του κάνανε δώρο τα Χριστούγεννα.
«Εσύ είσαι κάτι καινούργιο, κάτι πρωτόγνωρο. Μου δίνεις πάθος, ένταση, φόβο, αδρεναλίνη....»
«Επιμένω να μη βρίσκω τίποτα το θετικό σε όσα λες»
Αποκρίνεται, με το στόμα του να έχει στραβώσει προς τα κάτω. Άθελά μου, χαχανίζω.
«Κάνεις σαν παιδί»
«Και πως θες να κάνω ρε μωρό μου όταν μου λες όλα αυτά; Με λίγα λόγια... δεν σου προσφέρω τίποτα καλό»
Ακουμπάω τα χέρια μου στα μάγουλα του, φέρνοντας ξανά τα πρόσωπα μας κοντά.
«Με κάνεις να αισθάνομαι ζωντανή. Ποτέ ως τώρα δεν έχω νιώσει έτσι, κανένας δεν κατάφερε να μου το προκαλέσει αυτό....»
Τα λυπημένα, καστανά του μάτια, εστιάζουν με προσοχή στα δικά μου. Χαϊδεύω το δέρμα του με τους αντίχειρες μου.
«Μου αρέσει αυτό που μου δίνεις»
Νιώθω λες και παραδέχομαι κάτι κακό, κάτι αμαρτωλό. Τρίβει αργά την μύτη του στη δική μου, πριν ενώσει τα χείλη μας σε ένα γλυκό φιλί.
«Σε κάλυψα τώρα;»
Τον ρωτάω, μόλις απομακρύνομαι. Δαγκώνει στιγμιαία το κάτω χείλος του.
«Απόλυτα, κυρία βουλευτού»
Απαντάει πειραχτικά. Τον φιλάω ξανά, κρατώντας περισσότερη ώρα την επαφή.

Μετά από δύο μέρες.
Στράτος POV

«Είδατε τελικά; οι περισσότεροι ψήφισαν την μετεγκατάσταση, και αυτό θα γίνει»
Ο κυρ Στέλλιος δείχνει πολύ περήφανος για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
«Ορίστε, το πε και το κανε»
Αποκρίνεται ο Νίκος, ανάβοντας το επόμενο του τσιγάρο. Για να μαι ειλικρινής, δεν με πείραξε και τόσο το αποτέλεσμα. Αισθάνομαι περισσότερο φόβο πλέον, πάρα θυμό. Συνεχίζω να αμφιβάλω για το αν θα γίνει η μετεγκατάσταση του χωριού.
«Ας κρατάμε όμως μικρό καλάθι, γιατί η κυβέρνηση δεν έχει δώσει την δικιά της απόφαση»
Συμπληρώνει ο Νίκος, βρίσκοντας με απόλυτα σύμφωνο. Αφήνω μια ανάσα.
«Η βουλευτίνα πάντως δείχνει αξιόπιστη. Θα την κάνει την δουλειά μας»
Ίσως θα έπρεπε να της τηλεφωνήσω, να δω τι κάνει. Όταν την άφησα στο ξενοδοχείο, φαινόταν λιγάκι αναστατωμένη.
«Γειά σας γειά σας»
Η φωνή του Απέργη με βγάζει από κάθε σκέψη.
«Βρε καλώς τον πρόεδρο»
Τον χαιρετά περιπαιχτικά ο Νίκος.
«Είδες τελικά που το κάνα το θαύμα μου;»
«Καλά, κάτσε να ακούσουμε και τα μεγάλα κεφάλια, και μετά θα μου πεις αν το κανες το θαύμα σου»
Ο Νίκος συνεχίζει να τον αμφισβητεί, προκαλώντας μου μια βαθιά ικανοποίηση. Αφού δεν μπορώ να τα πω εγώ, ας τα ακούσει από κανέναν άλλο.
«Μην ανησυχείς, όλα θα πάνε όπως ακριβώς τα σχεδιάσαμε»
Αποκρίνεται, χτυπώντας τον φιλικά στον ώμο. Έπειτα το βλέμμα του εστιάζει στο πρόσωπο μου.
«Στρατή, μπορώ να σου μιλήσω λίγο;»
Αυτό κι αν είναι σοκ!
«Σε μένα;»
«Ναι. Για λίγο, μην φανταστείς»
Τονίζει ξανά, δείχνοντας χαλαρός. Κοιτάζω με περιέργεια τριγύρω, πριν εστιάσω τελικά πάνω του.
«Αν και δεν βρίσκω τον λόγω.... ας μιλήσουμε»
Απαντάω τελικά. Εκείνος πηγαίνει και κάθεται σε ένα απόμακρο τραπέζι. Υποθέτω ότι έχει τον λόγω του. Τον ακολουθώ.
«Λοιπόν...»
Ρωτάω, ενώ τραβάω την καρέκλα, ώστε να καθίσω δίπλα του.
«Προς τι η τιμή;»
Αναρωτιέμαι, σχεδόν ειρωνικά. Εκείνος με σκανάρει για λίγο με το βλέμμα του, έχοντας μια παγωμένη έκφραση στο πρόσωπο του. Καμία σχέση με αυτό που έβλεπα πριν από μόλις ένα λεπτό.
«Μπορεί να πεις ότι.... δεν μου πέφτει λόγος, αλλά θέλω να ξέρω»
Περίεργος πρόλογος. Ομολογώ ότι με μπέρδεψε.
«Τι;»
Τον ρωτάω, διπλώνοντας τα χέρια μου πάνω στο τραπέζι. Το βλέμμα του δεν με αποχωρίζεται ούτε δευτερόλεπτο.
«Τι τρέχει με σένα και την βουλευτίνα;»
Η ανάσα μου κόβεται, και φοβάμαι πως έχει σταματήσει και η καρδιά μου.

Η πτώσηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα