Απέτυχα

118 13 0
                                    

Σταματάω το αυτοκίνητό στο Λυκαβηττό, στο σημείο όπου σίγουρα δεν θα συναντήσουμε δημοσιογράφους. Άσε που ο ήλιος έχει σχεδόν πέσει, σιγά πόσοι θα καταφέρουν να μας αναγνωρίσουν, ιδιαίτερα με το αμάξι του Στράτου.
«Με έφερες όντως σε βουνό»
Συμπεραίνει, χαζεύοντας το τοπίο γύρω μας. Χαμογελάω.
«Είπες ότι δεν σε νοιάζει, παρά μόνο να είμαστε έξω από τοίχους»
Του υπενθυμίζω. Γυρίζει το κεφάλι στο πλάι, εστιάζοντας τα καστανά του μάτια επάνω μου.
«Και το εννοούσα! Όταν είσαι εσύ δίπλα μου, ακόμα και η έρημος μου μοιάζει με εξωτικό τοπίο»
Δεν μπορώ να συγκρατήσω το χαμόγελο μου.
«Κάπου τα διαβάζεις όλα αυτά, δεν με ξεγελάς»
Τον πειράζω, γέρνοντας το σώμα μου κοντά στο δικό του. Ένα συνεσταλμένο χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπο του, χαμηλώνοντας ταυτόχρονα το κεφάλι του.
«Απλώς μου βγαίνουν»
Δεν το πιστεύω, έχει κοκκινίσει!
«Τέλος πάντων, βγαίνουμε έξω; να μου δείξεις και καλύτερα την Αθήνα;»
Του χαμογελάω, πριν του γνέψω θετικά. Ανοίγω την πόρτα μου ώστε να βγω έξω. Με την άκρη του ματιού μου όμως, βλέπω ότι ο Στράτος δεν έχει κουνηθεί καθόλου.
«Άντε, δεν θα βγεις;»
«Δωσ' μου πέντε λεπτά»
Μου ζητάει, με ένα στραβό χαμόγελο στο πρόσωπο του. Το ύφος του μου δίνει την υποψία πως κάτι ετοιμάζει.
«Καλά λοιπόν»
Συμφωνώ τελικά, κλείνοντας την πόρτα πίσω μου. Πηγαίνω στην άκρη του γκρεμού, χαζεύοντας την υπέροχη θέα που απλώνεται από κάτω μου. Τρίβω ασυναίσθητα τους ώμους μου. Μέσα σε λίγα λεπτά, δύο χέρια τυλίγονται γύρω μου, και η πλάτη μου ενώνεται με το στήθος του. Κλείνω τα μάτια, απολαμβάνοντας όσο τίποτα αυτήν την αγκαλιά.
«Είσαι πανέμορφη»
Ψιθυρίζει κοντά στο αυτί μου. Ένα χαζό χαμόγελο ανεβαίνει αυτόματα στα χείλη μου.
«Σ' ευχαριστώ που ήρθες. Το είχα ανάγκη να σε δω»
Πρώτη φορά παραδέχομαι στην ζωή μου ότι έχω ανάγκη κάποιον, έστω και για μια στιγμή. Τι έχει αλλάξει με μένα;
«Τι συνέβη;»
Με ρωτάει χαμηλόφωνα. Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Δεν ξέρω και πως να του το ανακοινώσω αυτό. Φοβάμαι την αντίδραση του, φοβάμαι για την απάντηση που θα λάβω.
«Σήμερα μίλησα με τον πρόεδρο, για το θέμα της μετεγκατάστασης....»
Κόβω επίτηδες την πρόταση μου, περιμένοντας από εκείνον κάποια παρατήρηση.
«Και;»
Με ρωτάει, ακουμπώντας το πιγούνι του στον ώμο μου. Παίρνω άλλη μια βαθιά ανάσα. Εύχομαι να το πάρει καλά.
«Μου είπε πως.... υπάρχει περίπτωση....»
Ω, γιατί είμαι τόσο δειλή; απλά πες το Ισμήνη!
«Να μη γίνει η μετεγκατάσταση»
Προς έκπληξη μου, ο Στράτος συμπληρώνει την πρόταση μου. Γυρίζω το κεφάλι, ίσα ίσα για να τον κοιτάξω.
«Πως το κατάλαβες;»
Παρακολουθώ το στήθος του να φουσκώνει αργά, και μετά να πέφτει απότομα, καθώς αφήνει μια μακρόσυρτη ανάσα.
«Το περίμενα βασικά»
Μου αποκαλύπτει, αποφεύγοντας τώρα να με κοιτάξει. Δεν είναι καλή κίνηση αυτή.
«Τι εννοείς;»
«Ισμήνη, από την αρχή δεν πίστεψα στην λύση της μετεγκατάστασης. Και δεν σου κρύβω πως.... δεν αισθάνομαι καθόλου περήφανος που βγήκα τελικά αληθινός»
Μου εξηγεί, σφίγγοντας με λίγο παραπάνω στην αγκαλιά του.
«Απέτυχα Στράτο»
Ξεστομίζω αυτό που δεν θα τολμούσα ποτέ μου να πω. Χαμηλώνω με απογοήτευση το κεφάλι μου.
«Ίσως πίστεψα περισσότερο στις ικανότητες μου απ' όσο θα 'πρεπε»
Σχεδόν μουρμουρίζω. Σε δευτερόλεπτα, τα χείλη του αγγίζουν το μάγουλο μου, φιλώντας με απαλά.
«Δεν περνάνε όλα από το χέρι μας....»
Λέει και μετά μου αφήνει άλλο ένα φιλί.
«Εσύ έκανες ότι καλύτερο μπορούσες»
«Το αποτέλεσμα όμως θα μετρήσει για τους κατοίκους»
Αισθάνομαι τόση απογοήτευση, σκεπτόμενη το πόσο θυμό θα προκαλέσω σε αυτούς τους ανθρώπους, πόση θλίψη.... πόσες αμφιβολίες. Αλλιώς ξεκίνησα την πολιτική μου καριέρα, και τελικά ανακαλύπτω κάτι το εντελώς διαφορετικό.
«Είμαι μαζί σου σε όλα. Θα σε στηρίξω σε ότι κι αν χρειαστείς»
«Οχι! Δεν θέλω να μπεις σε φασαρίες εξαιτίας μου»
Τον κόβω αμέσως, πριν προλάβει να μου πει κι άλλα. Έρχεται στο πλάι ώστε να με κοιτάζει κατά πρόσωπο.
«Νομίζεις ότι ξέχασα την χαζομάρα που έκανες τότε με τον Απέργη για να με βγάλεις από την φυλακή;»
Κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου.
«Δεν είναι το ίδιο Στράτο. Εδώ μιλάμε για πολιτικές αποφάσεις. Δεν πρόκειται να σε μπλέξω στα προβλήματα μου»
Το τελευταίο που θέλω, είναι να τραβολογάνε και τον Στράτο για δικές μου υποθέσεις. Μπορεί να μην γνωριζόμαστε πολύ καιρό, όμως ξέρω ότι είναι ικανός να τσακωθεί με ολόκληρο το χωριό για χάρη μου. Ούτε σαν σκέψη δεν το θέλω αυτό.
«Δεν χρειάζεται να είναι μονάχα δικά σου προβλήματα»
Μου λέει, με μια υποψία χαμόγελου στα χείλη. Χωνομαι στην αγκαλιά του, θέλοντας με κάποιον πιθανό τρόπο να αποφύγω αυτήν την συζήτηση.
«Έλα, πάμε μέσα στο αυτοκίνητο. Δεν θέλω να μου κρυώσεις και να 'χουμε άλλα»
Λέει, μπλέκοντας παράλληλα τα δάχτυλα του με τα δικά μου. Βαδίζουμε μαζί προς το αμάξι. Μόλις βολευόμαστε στις θέσεις μας, όλη του η προσοχή στρέφεται επάνω μου. Παρατηρώ τα φρύδια του να σμίγουν.
«Έχεις κάτι εδώ»
Μου ανακοινώνει, δείχνοντας το μάγουλο του. Σαστίζω.
«Που;»
«Εδώ εδώ»
Λέει, επιμένοντας στο ίδιο σημείο. Αμέσως σηκώνω το χέρι, ώστε να ανοίξω το καθρεφτάκι του αμαξιού, με αποτέλεσμα να πέσει κάτι κόκκινο στους μηρούς μου. Τότε παρατηρώ ένα μικρό, κόκκινο τριαντάφυλλο. Το παίρνω στο χέρι μου.
«Το είχα δει σε μια ταινία αυτό»
Πετάει με εύθυμο τόνο. Γυρίζω το κεφάλι για να τον ξανά κοιτάξω κατάματα.
«Είναι πολύ όμορφο»
Βασικά όλη η μικρή διαδικασία ήταν όμορφη, ρομαντική. Αισθάνομαι ότι ξαφνικά... άρχισα να αναπνέω. Πέφτω στην αγκαλιά του, τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του.
«Σ' ευχαριστώ»
Δεν θέλω να του εξηγήσω το γιατί, αλλά έχω την ανάγκη να του το πω αυτό το ευχαριστώ. Με το χέρι του χαϊδεύει τρυφερά την πλάτη μου, και ευτυχώς δεν λέει κάτι. Τα επόμενα λεπτά περνούν έτσι, με εμάς αγκαλιασμένους, και την μέρα να φεύγει, να ξεγλιστρά κάτω από τα πόδια μας.

Η πτώσηWhere stories live. Discover now