Χαλάει η συμφωνία μας

124 17 1
                                    

«Θα μου πεις τώρα καμία ιστορία;»
Με ρωτάει, πριν φέρει άλλη μια φράουλα κοντά στα χείλη μου. Χαχανίζω.
«Αν συνεχίσεις να με ταΐζεις, δεν θα μπορέσω να σου απαντήσω ποτέ»
Σχεδόν του παραπονιέμαι. Ένα βραχνό γελάκι ακούγεται από μεριάς του.
«Σε θέλω καλό-συντηρημένη»
Γυρίζω απότομα το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω.
«Και τι είμαι Στράτο; μηχανή;»
Γέρνει το κεφάλι του στο πλάι.
«Βρε μωρό μου, πρέπει να τρως, να έχεις δυνάμεις»
Επιμένει, μετακινώντας την φράουλα στα δικά του χείλη.
«Τέλος πάντων, τι με ρώτησες;»
Μασάει για λίγο και μετά απαντάει.
«Να μου πεις καμιά ιστορία από τα παιδικά σου χρόνια στην Κοζάνη. Το πως ήρθε η πολιτική στην ζωή σου, όλα»
Αφήνει το κοτσάνι στον δίσκο, και μετά πιάνει μια άλλη φράουλα.
«Δεν θυμάμαι πολλά. Έφυγα σε μικρή ηλικία....»
Απαντάω, ατενίζοντας σκεπτική το κενό.
«Η μόνη ανάμνηση που μου έχει μείνει, είναι η ευωδιά της παλιάς μου γειτονιάς, και τα παιχνίδια που παίζαμε με τα παιδιά»
Συμπληρώνω, με την εικόνα να ζωντανεύει θολά μέσα στο μυαλό μου. Πράγματι, δεν θυμάμαι σχεδόν τίποτα. Και τώρα είναι η πρώτη φορά που σκέφτομαι ότι.... ίσως αν είχαμε μείνει στην Κοζάνη, να ήταν διαφορετική η ζωή μου. Ίσως και να μην ακολουθούσα την πολιτική.
«Που χάθηκες;»
Με ρωτάει ξαφνικά ο Στράτος, προκαλώντας την προσοχή μου.
«Σκέφτομαι πως ίσως η ζωή μου να ήταν εντελώς διαφορετική... αν έμενα εδώ, στην Κοζάνη»
Εκείνος τυλίγει το χέρι του γύρω από τους ώμους μου, τραβώντας με κοντά του.
«Ε τότε... θα είχες προλάβει να με γνωρίσεις»
Σχολιάζει περιπαιχτικά, με ένα στραβό χαμόγελο να στολίζει την υπεροπτική του έκφραση. Ακόμη και όταν σου προκαλεί εκνευρισμό, είναι γοητευτικός.
«Μπορεί όμως και όχι»
Αποκρίνομαι, ανασηκώνοντας αινιγματικά το φρύδι μου. Και ξαφνικά, βλέπω την έκφραση του να αλλάζει, να γίνεται σκεπτική. Μπορώ να δω τα γρανάζια του μυαλού του να δουλεύουν μανιωδώς.
«Μη μου πεις ότι σε πείραξε αυτό που είπα»
«Έχεις νιώσει ποτέ.... να αναγνωρίζεις έναν άνθρωπο που δεν έχεις ξαναδεί στην ζωή σου, αλλά ο οποίος υπήρχε στο πίσω μέρος του μυαλού σου;»
Ομολογώ ότι μπερδεύομαι από την ερώτηση του.
«Τι προσπαθείς να μου πεις;»
«Την ημέρα που πήγαμε μαζί στον Άγιο Γεώργιο....»
Ξεκινά να εξηγεί, με ένα σκανδαλιάρικο χαμόγελο να παιχνιδίζει στις άκρες των χειλιών του. Μοιάζει σαν να ζει εκείνη τη στιγμή ξανά, μαζί μου.
«Ένιωσα την μοίρα μου να με καλεί, μέσα από αυτόν τον κατά γάλανο ουρανό που κρατάς φυλακισμένο μέσα στα μάτια σου»
Δεν μπορώ να κρύψω την έκπληξη μου.
«Και ποιητής βλέπω»
Παρατηρώ, ανασηκώνοντας ελαφρώς το φρύδι μου. Ένα αυθόρμητο γελάκι του ξεφεύγει, καθώς χαμηλώνει το βλέμμα του στο στρώμα.
«Λέω απλά αυτά που νιώθω»
Μου εξομολογείται, και νομίζω ότι βλέπω ένα κοκκίνισμα να βάφει τα μάγουλα του. Δεν το πιστεύω αυτό που βλέπω! ένας άντρας ντρέπεται; και ειδικά ο Στράτος; τον είχα για πιο σκληροτράχηλο. Ίσως αυτή η σκέψη μου γεννήθηκε επειδή ξέρω ότι είναι από χωριό.
«Στράτο, μιλάς σαν ερωτευμένος»
Τολμώ τελικά να του κάνω την παρατήρηση μου. Τα καστανά του μάτια σκαρφαλώνουν δειλά δειλά στο πρόσωπο μου.
«Ίσως και να είμαι»
Απαντάει βραχνά, ανασηκώνοντας αθώα τους ώμους του. Η εικόνα του θυμίζει ένα μικρό παιδί, απονήρευτο, αθώο. Σκύβω και του αφήνω ένα απαλό φιλί στα χείλη. Μόλις απομακρύνομαι, κατεβάζει ξανά τα μάτια του στο στρώμα.
«Δεν περιμένω να νιώθεις το ίδιο, ούτε το απαιτώ φυσικά.....»
Λέει, αποφεύγοντας ακόμα το βλέμμα μου. Ασυναίσθητα, απλώνω το χέρι μου για να το ακουμπήσω στο αξύριστο μάγουλο του.
«Χαίρομαι που μοιράζεσαι έστω και ένα μικρό κομμάτι της καθημερινότητας σου μαζί μου»
Μου εξομολογείται, ρίχνοντας μου κάποιες κλεφτές ματιές τώρα. Δεν περίμενα ότι ο Στράτος θα εξέφραζε μια τόσο.... ευαίσθητη πλευρά. Δεν ήξερα καν ότι υπήρχε ένα τέτοιο κομμάτι μέσα του. Σκύβω για να αφήσω ένα φιλί στην γωνία του ματιού του. Η αποκάλυψη του με κάνει να αισθάνομαι παράξενα. Όλα έχουν γίνει ένα μπερδεμένο κουβάρι μέσα μου, μα η σκέψη του κυριαρχεί.
«Σε ευχαριστώ»
Ψελλίζω, αν και δεν αναγνωρίζω ακόμα τον λόγο που του το είπα αυτό. Σηκώνει το χέρι, ώστε να χαϊδέψει τον καρπό μου.
«Θα με ταΐσεις καμιά φράουλα τώρα;»
Μου πετάει, με τρυφερό ύφος. Χαμογελάω, καθώς απλώνω το ελεύθερο χέρι μου για να πάρω μια φράουλα από την πιατέλα.
«Για άνοιξε στόμα»
Του ζητάω, με παιχνιδιάρικο τόνο. Τον παρακολουθώ να γελάει, πριν ακολουθήσει την εντολή μου.

Την ίδια ώρα στην Αθήνα.
Αγάπης POV

Ανοίγω την πόρτα, νιώθοντας σοκαρισμένη που βλέπω τον Μιχάλη να στέκεται στην είσοδο.
«Γειά σου πεθερούλα»
Η φωνή του ακούγεται περίεργη, ίσως και ειρωνική.
«Έλα Χριστέ μου! τι θέλεις τέτοια ώρα εσύ εδώ;»
Τον ρωτάω, χωρίς να κρύβω την έκπληξη μου. Εκείνος περνάει ξυστά από δίπλα μου, ώστε να μπει μέσα στο σπίτι.
«Περνούσα από την γειτονιά, και αφού είδα φως....»
Κάνει παύση και γυρίζει από την άλλη, κοιτάζοντας με κατά πρόσωπο.
«Είπα να πω μια καλησπέρα»
Συμπληρώνει την πρόταση του. Φυσικά αναγνωρίζω το ψέμα του. Δεν είμαι δα και τόσο ανόητη όσο πιστεύει. Σταυρώνω τα χέρια στο στήθος μου.
«Τι θέλεις Μιχάλη;»
Αφού σκανάρει τον χώρο τριγύρω με το βλέμμα του, εστιάζει την προσοχή του πάνω μου.
«Μίλησες καθόλου με την Ισμήνη;»
Φτάνει τελικά στην ρίζα του προβλήματος. Το σκέφτομαι για μερικά δευτερόλεπτα, μέχρι να του απαντήσω.
«Όχι, δεν με πήρε κανένα τηλέφωνο. Εσύ; μιλήσατε καθόλου;»
Αντιγυρίζω, κρατώντας μια ουδέτερη έκφραση. Τον παρατηρώ να ξύνει το αξύριστο πιγούνι του.
«Ναι, αλλά την άκουσα κάπως περίεργη»
Μια μικρή τσιμπιά πανικού χτυπάει το στήθος μου.
«Όταν λες περίεργη, τι εννοείς;»
Τον ρωτάω. Αποφεύγει να με κοιτάξει, και αυτό δεν το χω για καλό.
«Κάτι μου κρύβει»
Απαντάει τελικά. Παίρνω μια βαθιά εισπνοή.
«Όπως;»
«Δεν ξέρω. Το μυαλό μου πάντως πηγαίνει σε πολλά»
Λέει τοποθετώντας τα χέρια στους γοφούς του. Τον κοιτάζω κατά πρόσωπο.
«Ωραία, και από εμένα τι ζητάς;»
Τα ανέκφραστα μάτια του, μου προκαλούν εκατομμύρια σκέψεις.
«Η συμφωνία μας αρχίζει να χαλάει Αγάπη»
Μου εξομολογείται τελικά αυτό που τον βασανίζει. Ρουθουνίζω ειρωνικά.
«Αν και είναι αβάσιμη η υποψία σου, θα συμφωνήσω απλά, και θα σε ρωτήσω: εμένα τι με νοιάζει;»
Αφήνει ένα ειρωνικό γελάκι.
«Όχι και τι σε νοιάζει Αγάπη! Μάλλον ξέχασες ότι χωρίς εμένα θα ήσασταν τώρα στον δρόμο»
Κλείνω σφιχτά τα βλέφαρά, πιέζοντας τα νύχια στο δέρμα μου.
«Όχι, δεν το ξέχασα»
Απαντάω ψυχρά.
«Ωραία, φρόντισε τότε να διορθωθεί αυτό το πρόβλημα»
Λέει και μετά φεύγει από το σπίτι, κοπανώντας την πόρτα πίσω του. Αφήνω μια ανάσα ανακούφισης, μα ο κόμπος στο στομάχι μου έχει γίνει πιο σφιχτός από ποτέ. Εύχομαι η Ισμήνη να μην έχει άλλα μπλεξίματα, διαφορετικά.... είμαστε χαμένες.

Η πτώσηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα