Μαθαίνουμε να περπατάμε

160 16 0
                                    

Μετά από μία εβδομάδα.

Ο Στράτος ξεκλειδώνει την πόρτα του σπιτιού, μπαίνοντας πρώτος μέσα. Παρατηρώ τριγύρω.
«Έχουμε πολλά χρόνια να έρθουμε τελικά»
Μουρμουρίζει, κοιτώντας σκεπτικός τον χώρο. Όντως, το σπίτι μοιάζει λιγάκι παραμελημένο. Ο ίδιος ο Στράτος όμως μου είπε πως το χρησιμοποιούσαν μονάχα όταν έρχονταν για διακοπές τα καλοκαίρια. Περπατάμε ως την μέση του σαλονιού.
«Δεν πειράζει, μπορούμε να το διορθώσουμε. Λίγη φροντίδα χρειάζεται μόνο»
Υποστηρίζω τοποθετώντας τα χέρια στους γοφούς μου. Ο Στράτος στέκεται μπροστά μου, κρατώντας με από την μέση.
«Αυτό είναι το νέο μας ξεκίνημα»
Λέει σιγανά με την ελπίδα να λάμπει στα βάθη των ματιών του. Ξεκινάω να χαϊδεύω τα μπράτσα του.
«Το ξέρω»
Μουρμουρίζω πριν τα μέτωπα μας ενωθούν. Ξέρω ότι θα είναι δύσκολο μέχρι να προσαρμοστούμε, αλλά κάτι μέσα μου μου φωνάζει να τον ακολουθήσω, κάτι μου δίνει ελπίδα ότι στο τέλος θα τα καταφέρουμε.
«Πως το πήραν οι γονείς σου όταν τους ανακοίνωσες ότι θα μετακομίσουμε στην Κατερίνη;»
Ρωτάω αυτό που με φοβίζει τόσες μέρες. Η επίσκεψη μας στο χωριό ήταν σύντομη, τόσο που δεν κράτησε ούτε μια μέρα. Πήρε απλώς τα κλειδιά και ήρθαμε αμέσως εδώ. Ίσως είναι καλύτερα κιόλας έτσι.
«Δεν τους ανέφερα τίποτα για εμάς, ούτε γιατί ήθελα τα κλειδιά του σπιτιού»
Απαντάει λικνίζοντας με μαλακά στην αγκαλιά του.
«Μην τους αφήνεις με ερωτηματικά Στράτο. Τους κάνεις να ανησυχούν χωρίς λόγω»
«Πρώτα θα τακτοποιηθούμε, κι ύστερα θα λυθεί κι αυτό το ζήτημα με τους γονείς μου, μην ανησυχείς»
Δεν φέρνω αντίρρηση. Κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου, αφήνοντας αυτήν την συζήτηση, προς το παρόν!
«Λοιπόν, τι λες να ξεκινήσουμε από το καθάρισμα;»
Προτείνει ξαφνικά ισιώνοντας την πλάτη του. Χαμογελάω.
«Είναι μια καλή ιδέα»
Συμφωνώ, προκαλώντας του ένα πνιχτό γελάκι.

Μετά από δύο εβδομάδες.

Περπατάμε μέσα στο χωράφι, χαζεύοντας τις ελιές.
«Εντάξει, δεν είναι και μεγάλο το στρέμμα, αλλά θα είναι μια καλή αρχή»
Λέει ο Στράτος καθώς φτάνουμε στο τέλος του χωραφιού.
«Έκανα τα χαρτιά μου σε ένα φροντιστήριο, στην πόλη»
Δεν σκόπευα να του το πω έτσι, αλλά αφού βρήκα την ευκαιρία. Με κοιτάζει, φανερώνοντας μονάχα θαυμασμό.
«Μπράβο μωρό μου. Έτσι θα αρχίσουμε να μπαίνουμε σε μια σειρά»
«Βέβαια, με κοιτούσαν όλοι λίγο παράξενα»
Αναφέρω, νιώθοντας ξανά την ίδια ενόχληση που ένιωσα και όταν βρισκόμουν στο φροντιστήριο. Ο Στράτος με πλησιάζει, ώστε να τυλίξει τα χέρια του γύρω από την μέση μου.
«Γαλανομάτα μου, μην ξεχνάς ότι ήσουν ένα δημόσιο πρόσωπο πριν τα μπλέξεις με τον αγρότη»
Μου αναφέρει περιπαιχτικά. Τον κοιτάζω με σκανταλιάρικο ύφος.
«Ε είχα την ατυχία να συναντήσω αυτόν τον αγρότη»
Τον πειράζω κι εγώ με την σειρά μου. Με τραβάει ακόμα πιο κοντά του, και μετά αφήνει ένα πεταχτό φιλί στο στόμα μου.
«Ελπίζω να μην το μετάνιωσες»
Μουρμουρίζει τρίβοντας αργά την μύτη του στη δική μου.
«Ούτε στιγμή»
Απαντάω λιτά, κλείνοντας τα βλέφαρά μου. Εντάξει, είμαστε ακόμα στο στάδιο της προσαρμογής, αλλά θα βρούμε τους ρυθμούς μας, είμαι σίγουρη γι' αυτό.

Η πτώσηTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon