Μάλλον είχες δίκιο

144 17 1
                                    

Με κρατάει στην αγκαλιά του, προσφέροντας μου τα χάδια και τα φιλιά του, σαν το πιο πολύτιμο δώρο που έχει να μου δώσει. Τα σώματα μας είναι γυμνά και αγκαλιασμένα κάτω από το σεντόνι. Το χαμόγελο δεν μπορεί να φύγει δευτερόλεπτο από τα χείλη μου. Απολαμβάνω αυτήν την στιγμή, όσο τίποτα άλλο.
«Χάθηκε να είμασταν έτσι κάθε μέρα; να μην είχαμε καμιά επαφή με τον έξω κόσμο»
Αυτό ακούστηκε περισσότερο σαν ευχή, παρά σαν ερώτηση. Βολεύομαι καλύτερα στο στήθος του.
«Εδώ είμαστε μόνοι μας»
Του υπενθυμίζω. Ένα επιφώνημα γέλιου ακούγεται από μεριάς του, καθώς σφίγγει τα χέρια του γύρω μου.
«Μιλάω γενικά»
Λέει και ρουθουνίζω. Η σκέψη του Μιχάλη έρχεται για να καταστρέψει αυτήν την όμορφη στιγμή μας.
«Είχες δίκιο για τον Μιχάλη»
Παραδέχομαι. Τον νιώθω να τσιτώνεται από κάτω μου.
«Από που ήρθε τώρα αυτό;»
Αναρωτιέται, προσπαθώντας μάλλον να το παίξει άνετος με αυτό το θέμα.
«Ήρθε και με βρήκε»
Δεν είχα σκοπό άλλωστε να του το κρατήσω κρυφό. Δεν θέλω μυστικά ανάμεσα μας, δεν νομίζω ότι μας ταιριάζουν.
«Κι εμένα»
Η απάντηση του πέφτει σαν οδοστρωτήρας επάνω μου. Αμέσως ανακάθομαι.
«Τι εννοείς σε σένα; πως; που σε βρήκε;»
Πετάω την μία ερώτηση μετά την άλλη. Αποφεύγει να με κοιτάξει. Κακό σημάδι αυτό.
«Ήρθε από εδώ Ισμήνη»
Μου αποκαλύπτει. Το πρώτο σοκ με χτυπάει σαν ρεύμα μεγατόνων, διαπερνώντας ακόμα και τον εγκέφαλο μου.
«Δεν ξέρω πως μας βρήκε. Δεν καταλαβαίνω....»
«Μας παρακολουθεί!»
Πετάω αμέσως, κόβοντας την πρόταση του. Τα βλέμματα μας συναντώνται.
«Τι;»
Αναφωνεί, δείχνοντας το ίδιο σαστισμένος με μένα.
«Ναι, αυτό κάνει. Διαφορετικά δεν θα μπορούσε να ξέρει ότι βρισκόμουν σήμερα στο γραφείο του προέδρου»
Μονολογώ, σκεπτόμενη όλα τα σημερινά γεγονότα. Χριστέ μου, δεν το πιστεύω! Ο Μιχάλης να με παρακολουθεί; Μέχρι που φτάνει λοιπόν η τρέλα του; τι ξαφνική εμμονή είναι αυτή; Ο Στράτος ξεφυσά, καθώς ξύνει το σβέρκο του.
«Τι σου είπε;»
Τον ρωτάω, αν και ένα κομμάτι μέσα μου, δεν θέλει να ακούσει την απάντηση. Εστιάζει τα καστανά του μάτια στα δικά μου.
«Μου είπε πως έχω μία ώρα διορία για να επιστρέψω στο χωριό μου και να σε αφήσω ήσυχη»
Κλείνω σφιχτά τα βλέφαρά μου. Δεν μπορεί... δεν γίνεται να μιλάμε τώρα για τον Μιχάλη! Πίστευα ότι τον ήξερα! Δεν μπορεί να τα κάνει τώρα όλα αυτά, δεν μπορεί να έχει χάσει έτσι το μυαλό του. Ξαφνικά ο Στράτος παίρνει τα χέρια μου στα δικά του.
«Μωρό μου, έχεις ασπρίσει»
Παρατηρεί, με την αγωνία να φαίνεται καθαρά στο πρόσωπο του.
«Αρνούμαι να το πιστέψω»
Ψελλίζω. Εκείνος αφήνει μια ανάσα.
«Τόσα χρόνια νόμιζα ότι τον ήξερα, και με αυτά που κάνει, δε....»
Έχω μείνει άφωνη. Με κυριεύουν χιλιάδες συναισθήματα, αυτό όμως που κυριαρχεί, είναι η ανασφάλεια. Ο φόβος ότι μπορεί να κάνει κακό στον Στράτο.
«Πως έπεσα τόσο έξω;»
Αναρωτιέμαι, πριν καλύψω το στόμα με την παλάμη μου.
«Μερικές φορές, νομίζουμε ότι ξέρουμε κάποιους ανθρώπους»
Υποστηρίζει, με τους αντίχειρες του να χαϊδεύουν κυκλικά το δέρμα μου. Η ανάσα μου έχει γίνει πιο ρηχή, και αυτό το τρελό καρδιοχτύπι στο στήθος μου..... έχω την εντύπωση ότι μπορεί να το ακούσει.
«Τον φοβάσαι;»
Με ρωτάει ευθέως. Τον κοιτάζω κατάματα.
«Τώρα πια ναι»
Απαντάω χαμηλόφωνα. Προς έκπληξη μου, παραμένει ψύχραιμος, έως και ανέκφραστος θα μπορούσα να πω.
«Δε θα φοβάσαι. Είμαι εγώ εδώ»
Μου το ζητάει με τόση άνεση. Μάλλον δεν έχει συνειδητοποιήσει την σοβαρότητα της κατάστασης.
«Στράτο, οι αντιδράσεις του είναι απρόβλεπτες. Αυτό αυτόματα.... τον κάνει επικίνδυνο!»
Του εξηγώ όσο πιο ψύχραιμα μπορώ. Η αμφισβήτηση είναι φανερή στο πρόσωπο του.
«Δεν θα τον αφήσουμε να μας τρομοκρατήσει κιόλας»
Υποστηρίζει, κοιτάζοντας με έντονα μέσα στα μάτια. Γαμώτο, έχει πεισμώσει.
«Στράτο, καλύτερα να γυρίσεις στο χωριό»
Του το προτείνω, αλλά ξέρω ήδη την απάντηση του.
«Ξέχασε το! Ειδικά τώρα, δεν σε αφήνω μόνη»
Κι αυτό πρόκειται για δήλωση. Ακουμπάω τα χέρια μου στους ώμους του.
«Στράτο, σε παρακαλώ. Μην με κάνεις να ανησυχώ και για σένα»
Τον εκλιπαρώ, κρατώντας τώρα με τρυφερότητα το πρόσωπο του. Πως κατάφερε μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, να μου γίνει τόσο απαραίτητος; Μέσα σε μια στιγμή, όλη μου η ζωή ήρθε τούμπα, εξαιτίας του.
«Αν δεν έρθεις μαζί μου, δεν έχω να πάω πουθενά»
Άλλη μια δήλωση, έρχεται για να με βάλει σε καινούργιες σκέψεις. Σήμερα είπα στον πρόεδρο ότι παραιτούμαι, έχω μερικές διαδικασίες να κάνω, αλλά πιστεύω ότι θα ξεμπερδέψω εύκολα. Τώρα λοιπόν που δεν θα συνεχίσω την πολιτική μου καριέρα, αρχίζω να σκέφτομαι διαφορετικά. Μήπως να το πάρω πιο ζεστά; να εγκαταλείψω την Αθήνα για πάντα; Ούτως η άλλως, αυτό ήταν ένα όνειρο του πατέρα μου, όχι δικό μου.
«Τι σκέφτεσαι;»
Ζητάει να μάθει. Σηκώνω το βλέμμα μου επάνω του.
«Στράτο, αν σου ζητούσα να φύγουμε μαζί, θα το δεχόσουν;»
Θυμάμαι ότι κάποτε μου είχε κάνει την ίδια πρόταση, εγώ όμως την αρνήθηκα, περιγελώντας τον. Πόσο ειρωνική μπορεί να γίνει μερικές φορές η ζωή. Τώρα με κοιτάζει σαστισμένος, με τα χείλη του να έχουν μισανοίξει από την έκπληξη.

Η πτώσηWhere stories live. Discover now