Ξέρω ότι κάνω το σωστό

116 18 0
                                    

Στράτος POV

«Άντε ρε Στράτο! κόκαλα έχει ο μεζές;»
Οι φωνές απέξω με αφυπνίζουν, κάνοντας με να τιναχτώ από την θέση μου.
«Τώρα τώρα!»
Αντιγυρίζω αυτόματα, τρέχοντας ως την κουζίνα. Γαμώτο, είμαι πολύ πιο αφηρημένος απ' όσο θα πρεπε.
«Τι έχεις πάθει εσύ σήμερα; μύγα σε τσίμπησε;»
Η μάνα μου δείχνει να πνίγεται μέσα σε μια κουταλιά νερό. Αναστενάζω διακριτικά.
«Τι παραγγελίες έχουμε;»
«Πολλές, κι εσύ αργείς!»
Μπορώ να καταλάβω την υπόνοια στον τόνο της. Παίρνω τον δίσκο μου, έτοιμος να σερβίρω.
«Έφυγα»
Της ανακοινώνω και έπειτα βγαίνω έξω.
«Άντε ρε μαλάκα μια ώρα, τι κάνεις; κοιμάσαι;»
Ο Νίκος μου παραπονιέται, λες και άργησα εκατό χρόνια.
«Σιγά ρε γκρινιάρη»
Αποκρίνομαι, αφήνοντας τον μεζέ και το τσίπουρο στο τραπέζι του.
«Να σου πω, τι είναι αυτό το βλέμμα της αγελάδας;»
Τον στραβοκοιτάζω.
«Ε όχι και αγελάδα! εντάξει, είπαμε»
Είμαι αφηρημένος, αλλά όχι κι έτσι! Ένα πονηρό χαμόγελο απλώνεται στο πρόσωπο του.
«Μήπως είσαι ερωτευμένος πουλάκι μου;»
Ο πανικός μου βγαίνει στην επιφάνεια, σαν σπίρτο που μόλις έχει πάρει φωτιά.
«Τι είναι αυτά που πετάς ρε μαλάκα;»
Αποκρίνομαι χαμηλόφωνα, ευχόμενος να μην τον άκουσε κανένα άλλο αυτί.
«Το μάτι σου γυαλίζει, το βλέπω εγώ από μακριά»
Τόσο πολύ το δείχνω λοιπόν; Γαμώτο, σίγουρα δεν μπορώ να το ελέγξω.
«Μπορεί να φταίει το ποτό»
Δικαιολογούμαι. Ένα ειρωνικό ρουθούνισμα έρχεται για να αμφισβητήσει τα λόγια μου.
«Ο παλιός ξέρει μικρέ. Κάτι παίζει»
Επιμένει, με απόλυτη σιγουριά αυτήν την φορά. Σίγουρα ο Νίκος είναι ένας καλός τύπος, όμως δεν θα κάτσω να συζητήσω τα προσωπικά μου μαζί του. Κανένας δεν πρέπει να ξέρει, μέχρι να το αποφασίσουμε μαζί με την Ισμήνη.
«Δεν τρέχει τίποτα, σε διαβεβαιώ»
Προσπαθώ να φανώ άνετος, αλλά δεν ξέρω αν τα καταφέρνω.
«Καλά, ότι πεις»
Αποκρίνεται, φέρνοντας το ποτήρι με το τσίπουρο στα χείλη του. Αποφασίζω να επιστρέψω στην μάνα μου, αγνοώντας την ανακάλυψη του. Το τελευταίο που θέλω τώρα, είναι να καρφωθώ. Είμαι τόσο ευτυχισμένος, που θέλω να το φωνάξω παντού! όμως βρισκόμαστε ακόμη υπό δοκιμή. Το γεγονός ότι επιστρέφει στην Αθήνα, με ταράζει. Φοβάμαι για την εξέλιξη. Και ποιος μου λέει ότι δεν θα καταφέρει να την ρίξει; Είναι χρονιά μαζί, ξέρει τα κουμπιά της, και ίσως της αλλάξει γνώμη. Όχι, δεν πρέπει να σκέφτομαι έτσι. Η Ισμήνη μου είναι πεισματάρα, και ξέρει τι θέλει. Προσπαθώ να της δείξω εμπιστοσύνη, μα είναι τόσα χιλιόμετρα μακριά από εμένα. Αισθάνομαι ανήμπορος ξαφνικά.
«Μπορείς να μου εξηγήσεις τι συμβαίνει επιτέλους μαζί σου;»
Ο πατέρας μου έρχεται για να ταράξει περισσότερο τα ήδη ταραγμένα μου νεύρα.
«Τίποτα, όλα καλά»
«Μη λες ψέματα στους γονείς σου»
Σχεδόν με μαλώνει, σηκώνοντας αυστηρά τον δείκτη του. Ξεφυσάω.
«Μπαμπά τι θέλεις;»
«Να σε καταλάβω, αλλά δεν με βοηθάς»
Ίσως επειδή δεν θέλω να με καταλάβεις! Θεέ μου, πως θα τους το πω; όταν έρθει εκείνη η ώρα.... σίγουρα θα πεθάνω από την αγωνία μου.
«Έχουμε πολλές παραγγελίες»
Αποκρίνομαι τελικά, συνεχίζοντας την πορεία μου προς την κουζίνα.
«Άλλη παραγγελία;»
Ρωτάω την μάνα μου, ενώ στέκομαι δίπλα της. Αφήνει το μαχαίρι κάτω, και στυλώνει τα μάτια της στα δικά μου.
«Εκείνη έφυγε»
Μου δηλώνει ξαφνικά. Αν και μπερδεμένος, της απαντάω.
«Ναι, και;»
Λέω αδιάφορα, ακουμπώντας την παλάμη μου στον πάγκο της κουζίνας.
«Αυτές τις μέρες έλειπες συνέχεια Στράτο, για να μην αναφέρω την αποψινή σου αφηρημάδα....»
Αναστενάζω, εστιάζοντας το βλέμμα μου στο πάτωμα.
«Τι συμβαίνει επιτέλους;»
«Τίποτα δεν συμβαίνει μάνα»
Απαντάω αυτόματα.
«Κι όμως, τα μάτια σου σε προδίδουν»
Το λέει με τόση σιγουριά, σαν να βρίσκεται μέσα στο μυαλό μου. Δεν θέλω να της κρύβομαι, ξέρω πως δεν της αξίζει.
«Πες μου αγόρι μου, τι έγινε;»
Επιμένει, με την φωνή της να βγαίνει πιο χαμηλή, ίσως και παρακλητική. Την κοιτάζω σκεπτικός, με την πιθανότητα της αλήθειας να παίζει πιο έντονα μέσα στο κεφάλι μου. Έχω ανάγκη να ανοιχτώ, μα αν αποδειχτεί λάθος;

Την ίδια ώρα.
Ισμήνης POV

Η πόρτα ανοίγει και ο Μιχάλης δείχνει να ενθουσιάζεται την στιγμή που με βλέπει μπροστά του.
«Επιτέλους μωρό μου!»
Ορμάει καταπάνω μου, αφήνοντας μερικά φιλιά στο μάγουλο μου. Εκπλήσσομαι με την αντίδραση του, και με τον εαυτό μου δεν αισθάνεται καμία χαρά για το καλωσόρισμα. Πως γίνεται να αλλάζουν τόσο γρήγορα τα δεδομένα; Μέχρι χτες δεν θα σκεφτόμουν ποτέ την πιθανότητα χωρισμού με τον Μιχάλη, και απόψε βρίσκομαι εδώ, στο σπίτι μας, έτοιμη να του ανακοινώσω την τελική μου απόφαση.
«Δεν ξέρεις πόσο μου έλειψες. Έλα μέσα!»
Με πιάνει από το χέρι και με τραβάει ως το σαλόνι, αγνοώντας τις αποσκευές μου, που βρίσκονται ακόμη πάνω στο αυτοκίνητο.
«Επιτέλους, τελείωσε και αυτή η περιπέτεια. Δεν ξέρεις πόσο χαρούμενος είμαι που τα κατάφερες, αν και.... το ήξερα από την αρχή. Ξέρω την γυναίκα μου»
Η τελευταία του πρόταση με προκαλεί να τον κοιτάξω. Σίγουρα δεν κρύβεται η ανησυχία μου.
«Τι συμβαίνει; γιατί με κοιτάζεις έτσι;»
Η ερώτηση του δηλώνει μονάχα απορία. Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Δεν του αξίζει η προδοσία, ούτε η κοροϊδία. Είμαστε τόσα χρόνια μαζί, κάναμε τόσα σχέδια για το μέλλον. Ο Μιχάλης υπήρξε το στήριγμα μου, ο άνθρωπος που με κρατούσε, όμως δεν ήταν ο έρωτας μου, και δεν ξέρω αν το ανακάλυψα πολύ αργά ή πολύ νωρίς.
«Μιχάλη, ήθελα να σου μιλήσω για κάτι σοβαρό..... κάτι που θα αλλάξει όλη μας την ζωή»
Δεν αποστρέφω το βλέμμα μου. Τον κοιτάζω κατάματα και δεν αισθάνομαι ντροπή, γιατί ξέρω μέσα μου ότι κάνω το σωστό.
«Φοβάμαι ότι δεν θα μου αρέσει αυτό που θα ακούσω»
Λέει ξαφνικά, με την έκφραση του να έχει παγώσει σε κάτι ουδέτερο. Παίρνω μια βαθιά ανάσα, έτοιμη να ξεστομίσω την επιθυμία μου.
«Θέλω να χωρίσουμε»
Του ανακοινώνω, και όλα γύρω μας σταματάνε. Εκείνος μένει με το στόμα ανοιχτό, ενώ εγώ τον κοιτάζω με αγέρωχο ύφος. Ξέρω τι θέλω, και ξέρω ότι κάνω το σωστό.

Η πτώσηΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα