Κεφάλαιο 24ο

254 13 5
                                    


Άρης 

Άραγε που βρισκόμαστε πραγματικά; Εκεί που στεκόμαστε ή εκεί που σκεφτόμαστε; Πού θέλουμε να βρισκόμαστε πραγματικά; Μερικές φορές εμείς οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουμε τα συναισθήματα μας, τις επιθυμίες μας. Πολλοί άνθρωποι μπαίνουν στη ζωή μας. Η σκληρή πραγματικότητα όμως, είναι πως δεν μπορούν όσοι άνθρωποι μένουν στην καρδιά μας, να μένουν για πάντα και στη ζωή μας. Πολλοί μπορούν να μας φέρουν το χαμόγελο στα χείλη αλλά μόνο ένας στα μάτια. Αυτόν τον έναν πρέπει να βρεις και να κερδίσεις και άμα είσαι τυχερός να τον έχεις για πάντα δίπλα σου, μαζί σου. Από την άλλη, δε μπορεί κανείς να κερδίσει τον άλλον ολοκληρωτικά μόνο με λόγια, ούτε με πράξεις, ούτε με φιλιά. Για να αιχμαλωτίσεις μία καρδιά, πρέπει να της δώσεις λίγο από εσένα!

Εγώ δεν έχω βιώσει ποτέ στη ζωή μου τέτοια συναισθήματα. Δεν έχω ερωτευτεί ούτε έχω αγαπήσει κάποια γυναίκα. Δεν το έχω σκεφτεί καν. Όταν νοιάζεσαι για κάποιον, όταν σκέφτεσαι τη ζωή σου και δεν μπορείς να την προχωρήσεις χωρίς εκείνον τον άνθρωπο, όταν θα έδινες ακόμα και τη ζωή σου για τον άλλον, είναι συναισθήματα που δεν έχω βιώσει και δε θέλω. Σε κάνουν ευάλωτο, αδύναμο και σε τρομάζουν.

Η εξομολόγηση της μικρής με άφησε άφωνο. Δεν ήταν τόσο αυτά που είπε αλλά ο τρόπος που τα είπε. Τρόμαξα, με εμένα. Τρόμαξα με το μέγεθος των συναισθημάτων της και τον τρόπο που τα εκδήλωσε. Μου έχουν εκδηλώσει αρκετές γυναίκες τα συναισθήματα τους αλλά ήταν διαφορετικό με τη μικρή. Χτυπούσαν απευθείας μέσα. Με έναν τρόπο που ούτε εγώ καταλαβαίνω. Το θάρρος της να μου αποκαλύψει σε βάθος τα συναισθήματα της με αφόπλισαν. Τα λόγια της με τρόμαξαν. Αλλά τρόμαξα κυρίως για τον τρόπο που επέδρασαν πάνω μου. Ήταν πρωτόγνωρο αυτό για εμένα. Και φοβάμαι ότι η επίδραση αυτή μέσα μου είχε γίνει πριν μου μιλήσει και εκδηλώσει τα συναισθήματα της.

Βγαίνω από το γραφείο και κατευθύνομαι στο σαλόνι. Όλοι είναι μαζεμένοι εκεί, ακόμα και η φίλη της μικρής η Λυδία.

«Τόσες ώρες στη βιβλιοθήκη ήσουν;» με ρωτάει ο Χρήστος και κάνει χώρο να καθίσω στο καναπέ.

«Είχα δουλειά.» του απαντάω και κοιτάω με την άκρη του ματιού μου τη μικρή. Κάθεται στον απέναντι καναπέ με τη φίλη της και την Αλίκη και μιλάνε.

«Έψαξες για τον Μιχάλη;» ρωτάει ο Χρήστος αφού και ο ίδιος τον ξέρει προσωπικά.

«Δε χρειάζεται, εμφανίστηκε από μόνος του.»

Διεφθαρμένοι ΆγγελοιWhere stories live. Discover now