Κεφάλαιο 38ο

35.6K 2.5K 769
                                    

"Όχι, όχι, όχι" αναφώνησα και τον κράτησα απ' τα μπράτσα.

Θα μπλέξει και μετά μπορεί να χάσει και την δουλειά του.

Είναι κρίμα να πάθει τόση ζημιά για τον μαλάκα τον Ίαν.

"Άσε με" έτριξε και σηκώθηκε.

"Έλα ρε μπάτσο μου, μην κάνεις φασαρία" παρακάλεσα και στάθηκα μπροστά του.

"Σου είπα πως.." ξεκίνησε θυμωμένος μα τον πλησίασα και τον διέκοψα.

"Θυμάμαι" είπα. "Μα δεν θέλω να χάσεις την δουλειά σου ή κάτι εξαιτίας του"

"Δεν με νοιάζει καθόλου η δουλειά μου αυτή την στιγμή" έτριξε και με άρπαξε απ' τα μπράτσα σφικτά.

Με κοίταξε έξαλλος, είχε θυμώσει.

"Είσαι δικιά μου" αναφώνησε απόλυτα. "Τ' ακούς;"

Ένεψα καταφατικά.

"Είμαι δικιά σου, Βίκτωρ" απάντησα. "Μόνο δικιά σου"

"Θα πάω να τον βρω" έτριξε.

"Μην τον χτυπήσεις, θα μπλέξεις"

"Θα κάνω ό,τι χρειαστεί για να μείνει μακριά σου"

Και τι θα χρειαστεί;

Ένα δάχτυλο; Ένα χέρι; Ένα πόδι; Την γλώσσα του; Το κεφάλι του; Τι;

"Ένιωσες κάτι όταν το έκανε;" ρώτησε.

Σοβαρά τώρα; Με ρωτάει αυτό το πράγμα;

Εντάξει λοιπόν, αφού είπα πως θα είμαι ειλικρινής, θα είμαι ειλικρινής.

"Ναι, ένιωσα" απάντησα.

Τον πλησίασα περισσότερο.

"Αηδία" συνέχισα σοβαρή.

Με κοιτούσε ανέκφραστος, έτοιμος να με παραμερίσει και να φύγει, να πάει να βρει τον Ίαν.

Που δεν τον αδικώ αλλά δεν θέλω να γίνει κάτι και να μπλέξει. Πρέπει να τον πείσω.

Ρουθούνισε και μου γύρισε πλάτη. Άρπαξε τα τσιγάρα του απ' το τραπεζάκι και βγήκε στο μπαλκόνι.

Πω, το μισώ να θυμώνει.

Τώρα να πάω να τον βρω ή να τον αφήσω να ηρεμήσει; Πήρα μια ανάσα και κάθισα στον πάγκο.

Να πάω ή να μην πάω;

Πάω. Στην χειρότερη περίπτωση θα με ρίξει κάτω απ' το κάγκελο του μπαλκονιού.

Άνοιξα την πόρτα απαλά και χωρίς να μιλήσω, στάθηκα δίπλα του. Τον κοίταξα διστακτικά, δεν με κοιτούσε καν.

Μπάτσο, μωρό μου!Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα