3. Ψυχική υποδούλωση

334 15 7
                                    

Είχα κάτσει εκεί μέσα για πάνω από δύο ώρες. Όταν κοιμάσαι περνάει γρήγορα η ώρα, μα τώρα ήταν σκέτη φρίκη.

Το δωμάτιο πιο βρώμικο από ποτέ. Φυσικά εγώ θα τα καθάριζα. Θα με έκανε δούλα του, το είπε εξάλλου. Ύστερα το κρεβάτι. Είχε σπάσει ένα ξύλο και λύγιζε. Ήταν προτιμότερο να κοιμηθώ στο πάτωμα.

Κοίταξα έξω από ένα μεσαίο μεγέθους παράθυρο. Ήταν τόσο όμορφα εκεί έξω. Τόσο μαγικά που με έκανε να θέλω απλά να βγω και να χαρώ αυτόν τον όμορφο καιρό.

Και τι με σταματούσε; Άνοιξα τη πόρτα. Σίγουρα δε θα είχε θέμα εφόσον έκατσα αρκετά εκεί. Φόρεσα με το ζόρι τα παπούτσια εφόσον το χέρι μου υπέρ πονούσε, συν ότι ο άθλιος δε μου έδωσε επίδεσμο, και προχώρησα.

<<Πας κάπου;>> Με σταμάτησε η φωνή του.

<<Έκατσα αρκετά μέσα.. θέλω να απολαύσω τον καιρό. Είναι υπέροχα έξω>> είπα ενώ χαμογέλασα.

<<Σε ποιον νομίζεις ότι μιλάς; Στον Κώστα;>>

<<Πώς κάνεις έτσι; Γιατί δε βγαίνεις και εσύ μαζί μου;>> Είπα παραπονεμένα.

<<Πρώτον δε πήρες άδεια θρασύτατη! Και δεύτερον ένας άντρας του υποκόσμου δεν έχει σχέση με.. πράσινα λιβάδια και πεταλουδίτσες>>

<<Ναι αλλά εγώ θέλω να βγω έξω!>> Είπα με παραπονο πάλι.

<<Δεν ακούω κουβέντα. Ήδη με έχεις τσιτωσει αρκετά. Κάνε το σπίτι και θα δούμε>> είπε αφήνοντας μου κάποια μικρή ελπίδα. Άρχισα να συμμαζεύω. Ήταν παγίδα. Δε θα τελείωνα ποτέ έγκαιρα. Κατά τις πέντε τον κοίταξα έτοιμη να βάλω τα κλάματα.

<<Να πάω έξω τώρα;>>

<<Έχεις ακόμη τα δωμάτια>>

<<Ναι όμως θα νυχτώσει και θα το χάσω>> γκρίνιαξα.

<<Καλά. Έλα μαζί μου>> είπε και τον ακολούθησα. Άνοιξε ένα ζευγάρι χειροπέδες μπροστά μου και με κοίταξε. Είχα μείνει να τον κοιτάζω.

<<Άντε μπρος! Άμα θέλεις να βγούμε αν όχι..>> πήγε να τις κλείσει αλλά έβαλα μέσα τα χέρια μου. Ας είναι. Έστω θα απολαύσω τον καιρό.

Το χαμόγελο του όμως στραβωσε. Υποθέτω πως ήμουν η πρώτη γυναίκα που του έκανε τα χατίρια τόσο απλόχερα. Επειδή με κοιτούσε πολύ πονηρά του θύμισα τι έπρεπε να κάνουμε.

<<Ανόητη. Πίστεψες στα αλήθεια ότι θα βγαίναμε έξω; Άμα ήθελα να σε προσέχω θα έβαζα τον σοφέρ μου>> είπε και τα 'χασα. Ώστε και ψεύτης. Υπέροχα.

Η αρχή του τέλους Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα