20. Μα τι κάνεις;

168 11 0
                                    

Οι ακτίνες του ήλιου με έκαναν να ανοίξω τα μάτια μου απότομα. Άπλωσα το χέρι μου το οποίο άγγιξε απαλά το στήθος του. Ήταν ζεστό από την υφή της κουβέρτας. Χτες κοιμηθήκαμε μαζί. Άνοιξε τα όμορφα καστανά μάτια του και με κοίταξε.

<<Καλημέρα>> είπε με τη βραχνιασμένη του φωνή και χαμογέλασα.

<<Καλημέρα Σοφοκλή μου..>> ανταπέδωσε το χαμόγελο ενώ πέρασε το χέρι του γύρω από τη μέση μου.

<<Χθες..>> ξεκίνησα να αναπολώ καθώς με κοιτούσε. Με έβαλε στην αγκαλιά του ενώ τα χείλη του πλησίασαν τα αυτιά μου.

<<Πέστο μικρή. Πες ότι σε γάμησα πιο καλά απ' ότι όλοι οι πρώην σου μαζί>> ξεροκατάπια και ανοιγόκλεισα τα μάτια μου. Πέρασε το χέρι του κοντά στον λαιμό μου ενώ άρχιζε να με χαϊδεύει εκεί μέχρι που τελικά με έπιασε.

<<Πες πόσο καλά γαμάω>> είχα ιδρώσει ενώ προσπαθούσα να πάρω μερικές ανάσες. Οι λέξεις δεν έβγαιναν μα ήθελα να του ζητήσω να σταματήσει αυτό το λεκτικό σεξουαλικό παιχνίδι, μα από την άλλη μου άρεσε.

<<Τι συμβαίνει; Δεν αντιστέκεσαι;>> Το χέρι του πήγε κάτω απ' το εσώρουχο μου. Μα καλά πότε πρόλαβε; Προσπάθησα να τον κοιτάξω μα το κεφάλι μου ήδη είχε γύρει.

<<Στ-αμάτα. Στ-αμάτα>> οι λέξεις έβγαιναν με δυσκολία απ' το στόμα μου καθώς ένιωθα πολύ αδύναμη μπροστά του.

<<Σσ απλώς απόλαυσε το>> τα δόντια μου είχαν σφραγίσει τα χείλη μου σαν φυλακή και οι ανάσες μου έβγαιναν με δυσκολία. Προσπάθησα να τον κρατήσω αλλά τα δάχτυλα του με έκαναν να νιώθω ακόμα πιο απαίσια και τέλεια μαζί. Μα τελικά δε μπορούσα να το αντέξω αυτό διότι δεν ήμουν στη φάση μου.

<<Σοφοκλή σταμ-άτα!>> Φώναξα και ξαφνικά τα δάκτυλα του ακινητοποιήθηκαν. Μάλλον το κατάλαβε. Έπεσα ιδρωμένη στο μαξιλάρι μου ενώ ένιωθα πως θα τελειώσω από στιγμή σε στιγμή. Και πάνω στην ώρα άφησα τον εαυτό μου σε πλήρη ελευθερία μέχρι που ένιωσα τα μπούτια μου ακόμα πιο υγρά. Έκλεισα τα μάτια μου καθώς τον έβλεπα να βγαίνει από το δωμάτιο. Και μόλις το πρωινό τελείωσε.

Κοιμήθηκα λίγο ακόμα και όταν πια ξανά ξύπνησα η ώρα ήταν έντεκα. Κατέβηκα τις σκάλες για να πιω νερό. Είδα τον Αλέξανδρο να χαζεύει στο κινητό του.

<<Γεια σου μικρή. Πώς πήγε χθες;>> Ρώτησε με πονηρό ύφος και ένιωσα ένα κόμπο στο λαιμό μου. Μετά από το πρωινό.. γλέντι δεν ήθελα να μιλήσω άλλο για αυτό.

<<Κ..καλά>> έβαλα στα γρήγορα ένα ποτήρι νερό και έκανα να φύγω αλλά με σταμάτησε.

<<Στάσου! Στάσου! Μήπως..θα γίνω νονός;>> Χαμογέλασε απλά και είχα φρικάρει.

<<Όχι... όχι>> ανέβηκα το πρώτο σκαλοπάτι όταν με ακούμπησε στη πλάτη.

<<Τουλάχιστον ήταν καλός ή ξενέρωσες;>> Κατέβηκα το σκαλοπάτι και άφησα το ποτήρι στο τραπέζι.

<<Καλός ήταν. Απλώς σήμερα..μου συμπεριφέρθηκε απαίσια εντάξει;>> Είπα ενώ τα πρώτα δάκρυα βγήκαν απ' τα μάτια μου.

<<Τον είδα λίγο νευρικό το πρωί εδώ που τα λέμε..τι έγινε;>> Μόλις εξήγησα στον Αλέξανδρο τι είχε συμβεί τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο περίπλοκα. Διότι ο Αλέξανδρος ήταν άντρας ή τουλάχιστον σωματικά γιατί πνευματικά ακόμη παιδί ήταν όπως δυστυχώς και ο Σοφοκλής απ' ότι φαίνεται.

<<Κοίτα μπορεί να φέρθηκε απαίσια το πρωί όμως ακριβώς το προηγούμενο βράδυ σε έσωσε. Δε τον υπερασπίζομαι απλώς λέω τα γεγονότα. Χθες πήγε να σε βιάσει ο πατέρας σου και σε έσωσε ο Σοφοκλής. Σήμερα ο Σοφοκλής σου έκανε ένα μικρό ερωτικό παιχνίδι το οποίο ήταν άσχημο αλλά μόλις του ζητήσες να σταματήσει δε συνέχισε ούτε για δύο λεπτά>>

ο Αλέξανδρος πήρε το ποτήρι με το νερό μου και το ήπιε όλο. Δε τον κατηγορώ ανέλυσε ολόκληρο το γεγονός. Νομίζω όμως πως είχε δίκιο παρόλα αυτά.

<<Μάλλον.. μάλλον έχεις δίκιο>> παραδέχτηκα τελικά.

<<Έτσι μπράβο.. πήγαινε να φας τώρα κάτι και μετά βλέπουμε>> έγνεψα ενώ άνοιξα το ντουλάπι για να διαλέξω ανάμεσα στο κουτί με τα κορν φλειξ και στις φρυγανιές με μαρμελάδα.

Η αρχή του τέλους Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα