14. Α&Α

461 71 47
                                    

Αχιλλέας

" Τι έπαθες; Γιατί σταμάτησες;"  Το χέρι της έμεινε μετέωρο στο δικό μου και με κοιτούσε χλωμή σαν να είδε φάντασμα.

Μουρμούρισε κάτι άπιαστο για τα αυτιά μου και έκανε να απομακρυνθεί. Την έπιασα από τον αγκώνα και την τράβηξα σε μια γωνία μακριά από τους άλλους.

" Τι συμβαίνει Αριάδνη; Με τρομάζεις."

" Μυρίζεις κανέλα. " Μου απάντησε πιάνοντας με απροετοίμαστο. Δεν ήξερα ότι την απεχθάνεται.

" Ναι, έφαγα μια καραμέλα αλλά δεν ήξερα ότι σε ενοχλεί η μυρωδιά της."

" Όχι, δεν.... δεν με ενοχλεί. Απλά θυμήθηκα κάτι. Τέλος πάντων, γυρίζω στο τραπέζι."

Το χρώμα δεν επέστρεψε στο πρόσωπο της ενώ όταν νόμιζε πως δεν κοιτούσα, με παρατηρούσε διαρκώς. Μπορούσα να νιώσω την σπίθα των ματιών της να με καίει στην πλάτη αλλά έκανα τον ανόητο. Ήταν ανέκαθεν περίεργη αλλά σήμερα ήταν και παράξενη.

.........

Αριάδνη

Η έντονη μυρωδιά της κανέλας γαργαλουσε τη μύτη μου και μου ξυπνούσε γλυκές αναμνήσεις. Όπως, το πρώτο μου φιλί με τον Στρατή. Και το τελευταίο με γεύση κανέλας.

Είχαμε δώσει ραντεβού στην αποθήκη με τις μπάλες της γυμναστικής. Ο Στρατής θα πήγαινε πρώτος και εγώ ύστερα από πέντε λεπτά για να μην κινήσουμε υποψίες φίλων και καθηγητών. Ήμουν πολύ αγχωμενη και συνάμα έτρεμα γιατί δεν είχα φιλήσει ποτέ χείλη αγοριού. Η Όλγα πάντα έλεγε ότι οι κοπέλες πρέπει να κάνουν την πρώτη κίνηση γιατί τα αγόρια μας σέβονται και είναι αρκετά ντροπαλά. Έτσι εγώ, μόλις έκλεισα την πόρτα πίσω μου, όρμηξα στο αγόρι που ήταν σκυμμένο μπροστά στο καλάθι και το φίλησα.

Στην αρχή δεν ανταποκρίθηκε. Ήταν σαν να φιλούσα κούκλα, κάτι άψυχο και όλο το θάρρος που είχα μαζέψει την ίδια στιγμή είχε χαθεί. Όμως σιγά σιγά άρχισε να ακολουθεί τις κινήσεις μου και όταν γεύτηκα στην γλώσσα μου την κανέλα, ήξερα ότι αυτή η γεύση θα με στοιχειωνε για πάντα.

Είχαν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από εκείνο το φιλί και αναπνέοντας σήμερα την κανέλα από το στόμα του Αχιλλέα, μου προκάλεσε πανικό. Μου προκάλεσε την επιθυμία να γευτώ ξανά την αγαπημένη μου γεύση την οποία είχα συνδέσει με τον Στρατή.

Έτρεξα στην τουαλέτα να πλύνω το πρόσωπο μου και να απαλλάξω την μυρωδιά του από πάνω μου. Όταν επέστρεψα η καρέκλα αυτού και της συνοδού του ήταν άδειες. Τον έψαξα στο πλήθος και όταν είδα το ξανθό κεφάλι του να χάνεται πίσω από τον διάδρομο που οδηγούσε στην σκάλα για τα γραφεία, έκανα να τον ακολουθήσω.

Οι κανόνες ήταν για να τους τηρούμε. Ήμουν πολύ αυστηρή σε αυτό το θέμα και δεν θα άφηνα κανένα και ειδικά τον Γεωργίου να λειτουργεί χωρίς αυτούς. Ήξερα τι σκόπευε να κάνει. Ήταν φως φανάρι οι προθέσεις ενός άνδρα όταν απομακρύνονταν σε έναν κλειστό χώρο με μία γυναίκα. Και δεν θα το επέτρεπα.

Μέχρι πρότινος το γραφείο μου ήταν ο προσωπικός μου χώρος. Εκεί που μπορούσα να είμαι ο εαυτός μου χωρίς να χρειάζεται να τσαλακωθω ή να προσποιηθω. Είναι το μέρος που έβρισκα παρηγοριά στα προβλήματα μου. Και κανένας Γεωργίου δεν θα το άλλαζε αυτό.

.......

Αχιλλέας

" Τι κάνεις εκεί; "

Σκατα.

Γύρισα να δω μια έξαλλη Αριάδνη να με κοιτάζει καχύποπτα.

" Σε ρώτησα κάτι. Τι ψάχνεις στο γραφείο μου;"  Όρμησε μέσα και κοιτούσε ένα ένα τα συρτάρια της να δει μην τυχόν και λείπει τίποτα.

" Ηρέμησε. Ένα στυλό δανείστηκα μόνο." Της έδειξα το χέρι μου και αυτή τράβηξε το στυλό της απότομα.

" Τι δουλειά έχεις εδώ;" Κοίταξε τριγύρω της σαν να έψαχνε κάτι.

" Έπρεπε να τακτοποιήσω μια μικρή εκκρεμότητα που δεν μπορούσε να περιμένει και θα επέστρεφα πίσω στο τραπέζι."

" Τι εκκρεμότητα μπορούσες να έχεις με την συνοδό σου μέσα στο γραφείο μου;" Με ειρωνεύτηκε.

Την κοίταξα ερωτηματικά και αποχαυνωμενα. " Ε;"

Δεν απάντησε και αγνοώντας με άρχισε να ψάχνει. Πρώτα κάτω από τα γραφεία, μετά την ντουλάπα με τα χαρτιά και μετά την μικρή αποθήκη.

" Πού την έχεις;" Ούρλιαζε.

" Ποια ρε Αριάδνη; Δεν καταλαβαίνω."

" Δεν καταλαβαίνεις; Για την ξανθιά που έφερες μαζί σου λέω."

" Τι δουλειά έχει εδώ, κοπέλα μου; Έξω την άφησα." Προσπαθούσα να της εξηγήσω αλλά ανένδοτη.

" Έλα που δεν είναι έξω όμως. "

Όρμησε μέσα στην αποθήκη με εμένα να την ακολουθώ. "Γεωργίου , δεν θα τα πάμε καλά. Αν θυμάμαι ήταν δικός σου κανόνας να μην μπαίνουν ξένοι εδώ μέσα αλλά το πουλί σου υπερισχύει του μυαλού σου."

Την έβλεπα να κάνει άνω κάτω τα ράφια που με κόπο έφτιαχνα τόσες εβδομάδες και ήθελα να την πνίξω. Να της κλείσω το στόμα ή να την κάνω να κελαηδεί το όνομα μου. Προσπάθησα να πιάσω τα χέρια της να την σταματήσω αλλά μου άστραψε ένα χαστούκι.

Το άξιζα αν σκεφτεί κανείς τον πραγματικό λόγο για τον οποίο μπήκα εδώ μέσα.

Πλησίασε την πόρτα για να βγει αλλά όταν κατέβασε το χερούλι, η πόρτα δεν άνοιξε.




Office 322Where stories live. Discover now