VIII-Ελένη

694 87 99
  • Αφιερωμένο στον/ην notafou
                                    

ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ!!!

Σπάρτη, Ελλάδα.

Ένας χρόνος μετά τη γέννηση του Πύρινου Δαυλού.

Μήνας Γαμηλίωνας

Εποχή χειμών.

"Υψηλότατη, υπάρχει κάτι άλλο που επιθυμείτε;" Ρώτησε με απόλυτη δουλοπρέπεια και σεβασμό την κυρά της η αρχιυπηρέτρια Μελαννίπη.

"Όχι καλή μου, τίποτα," την καθησύχασε η βασίλισσα της Σπάρτης η Λήδα. "Μπορείς να πηγαίνεις."

Η ταπεινή γυναίκα υποκλίθηκε στην κυρά και αφέντρα της και έφυγε αθόρυβα από το δωμάτιό της.

Η Λήδα έμεινε ξανά μόνη της. Όπως μόνη ήταν πάντα. Ακόμα και με την παρουσία άλλων ανθρώπων γύρω της ένιωθε κενή και μόνη. Χρειαζόταν κάποιον, έναν φίλο. Κάποιον να την ακούσει και να της σταθεί. Και δεν είχε κανέναν.

Κοίταξε νοσταλγικά έξω από το παράθυρο, στο ηλιοβασίλεμα και στον χορό των ηλιαχτίδων που την ώρα εκείνη άλλαζαν συνεχώς χρώμα. Ήλπιζε να χάσει τη μοναξιά της με τον ερχομό της πρώτης της κόρης, της Κλυταιμνήστρας, η οποία ήταν μόλις πέντε μηνών. Προς το παρόν, τίποτα δεν είχε αλλάξει. Ήλπιζε επίσης να αγαπήσει τον Τυνδάρεω, τον σύζυγο της, με τον καιρό. Ήθελε να τον αγαπήσει. Της φερόταν με απόλυτη ευγένεια και με τη μέγιστη τιμή που θα απέδιδε ένας βασιλιάς σε μια βασίλισσα αλλά και ένας άντρας σε μια γυναίκα. Ακόμα όμως έβλεπε στα όνειρά της την απογοήτευση στα μάτια του όταν είχε δει το νεογέννητο κοριτσάκι· πάντα περίμενε έναν γιο.

Αποφάσισε να βγει έξω για μια σύντομη βόλτα. Ωστόσο, παρατήρησε τον ουρανό που νύχτωνε και άλλαξε γνώμη, σκέφτηκε να πάει την επόμενη μέρα.

Το πρωί κιόλας ήταν πανέτοιμη· ντυμένη με τα πιο ζεστά της ρούχα και τα πιο ανάλαφρα. Βγήκε έξω από το παλάτι όσο πιο σιωπηλά γινόταν, ώστε κανείς να μην την πάρει είδηση.

Δεν της ήταν διόλου δύσκολο να περπατήσει ως τις όχθες του Ευρώτα, του ποταμού με τα κρυστάλλινα, γαργάρα νερά που πότιζε όλη τη Σπάρτη καθ'όλη τη διάρκεια του έτους.
Κάθισε σε έναν βράχο που της φάνηκε άνετος και έτσι αποδείχθηκε. Κοίταξε γύρω της και θαύμασε το υπέροχο τοπίο, τα βουνά, τους κάμπους και απέναντι τον Ταΰγετο, το βουνό που τους προμήθευε κυρίως την ξυλεία και τα δέρματα των ζώων, όταν αυτό χρειαζόταν. Ύστερα, κοίταξε τον ουρανό κι αναρωτήθηκε αν οι θεοί την κοιτούσαν από εκεί ψηλά. Δεν ήξερε αν πίστευε σε αυτούς πλέον. Αμφισβητούσε τα πάντα γύρω της. 

Ο Τρωικός Πόλεμος [Cover By -truesoul]Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα